Στο απόσπασμα της ταινίας, σε ένα ταβερνάκι της Κάτω Κηφισιάς, ένας νεαρός λοχίας (Γιώργος Κουτουζής) χορεύει για τα μάτια της Ευδοκίας ζεϊμπέκικο.
Ο Μάνος Λοΐζος αρχικά έπαιξε τη μελωδία του θρυλικού ζεϊμπέκικου με τον παλιό ρεμπέτη Γιώργο Μουφλουζέλη και τον τζουρά του. Τελικά στην ηχογράφηση πείθει τον Θανάση Πολυκανδριώτη να παίξει και αυτός με έναν παλιό τζουρά και όχι με το μπουζούκι. Όμως επειδή ήταν παλιός ο τζουράς, ήταν αδύνατο να κουρδιστεί πλέον και δεν γινόταν να βγει όλο το τραγούδι χωρίς να υπάρξει φάλτσο.
Ο Πολυκανδριώτης αρνήθηκε να παίξει με το συγκεκριμένο όργανο, όμως ο Λοΐζος ήθελε οπωσδήποτε ν' ακούγεται ο συγκεκριμένος ήχος στο τραγούδι.
Ο τζουράς με το πρώτο παίξιμο συνεχώς ξεκουρδιζόταν και τελικά, με τη βοήθεια του τετρακάναλου που υπήρχε στο στούντιο, το ζεϊμπέκικο ηχογραφήθηκε κυριολεκτικά κομμάτι–κομμάτι (όσο δηλαδή παρέμενε κουρδισμένος ο τζουράς στο κάθε μέρος του ορχηστρικού μοτίβου...) και μετά έγινε το... μοντάζ, για να δέσουν τα κομμάτια. Όταν ο Λοΐζος ζήτησε από τον Λευτέρη Παπαδόπουλο να βάλει στίχους στο ζεϊμπέκικο, εκείνος αρνήθηκε να γράψει λόγια, αφού η μελωδία υπερίσχυε όλων. Είπε μάλιστα, πως οι στίχοι θα χαλούσαν το υπέροχο τραγούδι. Ο Λοΐζος πείστηκε και το ζεϊμπέκικο έμεινε χωρίς λόγια, αλλά με μια μουσική που δεν ξεχνά κανείς!
Μέσα στο φλιτζάνι η Κούλα Αγαγιώτου διαβάζει στην κινηματογραφική Ευδοκία (που ακριβώς πριν από 44 χρόνια έπαιρνε το βραβείο των Cineclubs στις Κάννες), Μαρία Βασιλείου, τη μοίρα: «Στρατός. Κι εδώ είναι ο Σταυρός. Φυλάξου απ' τον Σταυρό». Ο φακός ζουμάρει στον πάτο του φλιτζανιού και ξεκινούν οι πρώτες νότες μιας εισαγωγής που όλοι μπορούν να αναγνωρίσουν. Επόμενο πλάνο, ο Σταυρός. Η σκιά ενός άντρα που στο σκηνικό μιας συνοικιακής ταβέρνας, χορεύει ζεϊμπέκικο, το θρυλικότερο ζεϊμπέκικο της ιστορίας, το ζεϊμπέκικο της Ευδοκίας.
Πίσω του κρύβονται ιστορίες, μικρές και μεγάλες, συναρπαστικές και παθιασμένες.
Ιστορίες για το τραγούδι που γράφτηκε πάνω στο χορό και παίχτηκε με έναν παλιό, ρεμπέτικο, επίμονα ξεκούρδιστο τζουρά. Ιστορίες για τους πρωταγωνιστές, που επιλέχτηκαν σχεδόν από το δρόμο για να απεικονίσουν την έμπνευση μιας μουσικής αναγνωρίσιμης στις πρώτες δύο νότες. Ιστορίες για τον χορό που ξεκίνησε από την καθοδήγηση ενός σκηνοθέτη που έψελνε ψιθυριστά («Σήμερον κρεμάται επί ξύλου») στη διάρκεια των γυρισμάτων για να δημιουργήσει την ατμόσφαιρα που ήθελε. Ιστορίες για τη μουσική, που δεν χρειαζόταν στίχους για να αρθρώσει φωνή.
Σταυρός, η σκιά ενός άντρα που χορεύει ζεϊμπέκικο. Το ζεϊμπέκικο της Ευδοκίας αρχίζει.