Μέσα σε όλους τους μήνες υπάρχουν κάποια πράγματα που καίνε την καρδιά μας κρυμμένα ανάμεσα στα φύλλα του ημερολογίου. Όμως, πιο πολύ μέσα στον Ιούλιο. Τα φαντάσματα των ημερών του παρελθόντος. Περνούν με βήματα βαριά και φεύγουν πατώντας πάνω στην ψυχή μας. Τι να πω; Πώς να τον πω; Μήνα της βαρβαρότητας; Κουράστηκα να περιμένω τους βαρβάρους κάθε Ιούλιο. Ιδού, ένα καλοκαίρι που κολλάς από τον ιδρώτα. Και μια δροσερή βραδιά στη Λευκωσία. Μια χαμογελαστή γυναίκα πίσω από το τζάμι που γράφει «Τουρκοκύπριοι» καθώς πηγαινοερχόμαστε ανάμεσα στα δύο οδοφράγματα. Ιδού η ταυτότητά μου. Καταχωρισμένη στον ηλεκτρονικό υπολογιστή. Τα τραγούδια που παίζουν στα καφέ του πεζοδρομίου συνοδεύουν αυτή την τελετή. Γαντζώθηκε πάνω μου ένας κεφάτος μεθυσμένος στην οδό Λήδρας που δεν κατάλαβα ότι ήταν Τούρκος επειδή τραγουδούσε μόνος του στα ελληνικά. «Πάντα είμαι δίπλα σου, με θυμάσαι, έτσι δεν είναι», μου λέει. Ύστερα, αν δυσκολευτώ και χρειαστώ βοήθεια, με αγκαλιάζει λέγοντας «αρκεί να μου κάνεις ένα τηλεφώνημα». Ο Ιούνιος φεύγει αθόρυβα. Πλησιάζουν συνεχώς τα ποδοβολητά των βαρβάρων.
Θυμάσαι τις γάτες όταν πεις Μάρτιος, τους εργάτες όταν πεις δίκαιο και τους βαρβάρους όταν πεις Ιούλιος. Θυμάσαι το Σίβας. Τον Κουτλού Ανταλί. Και την Κερύνεια που μυρίζει αίμα. Γι’ αυτό άραγε είναι κλειδωμένες, μανταλωμένες οι πόρτες μας αυτή την καλοκαιρινή βραδιά με τον ιδρώτα; Έρχονται να σας σκοτώσουν. Από τη θάλασσα. Από την ξηρά. Από τον αέρα. Έρχονται αφότου δολοφόνησαν 33 ζωές στο Σίβας. Γύρισα το φύλλο του ημερολογίου. 2 Ιουλίου. Της χρονιάς 1993. Από το Σίβας ακούγονται οι βάρβαροι να φωνάζουν «ο Αλλάχ είναι μεγάλος». Καίνε ζωντανούς όσους βρίσκονται μέσα στο ξενοδοχείο. Καίγονται 33 ποιητές, καλλιτέχνες, διανοούμενοι.
Είναι καιροί που οι δαίμονες συνοδεύουν τους βαρβάρους. Αυτοί είναι πιο Μογγόλοι από τους Μογγόλους. Είναι πιο Τατάροι από τους Τατάρους. Γύρισα ακόμα ένα φύλλο του ημερολογίου. Ο Κουτλού Ανταλί κείτεται νεκρός στην άσφαλτο μέσα στο αίμα. 6 Ιουλίου. Της χρονιάς 1996. Τον πυροβόλησαν ύπουλα μπροστά στην πόρτα του. Και σε αυτή την κηδεία ορκιστήκαμε ότι δεν θα σωπάσουμε. Όμως, σιωπήσαμε. Και πάθαμε ό,τι πάθαμε επειδή σιωπήσαμε. Χάσαμε περισσότερα φύλλα μετά από εκείνη τη βραδιά. Καημός. Πάντα καημός. Ήταν 7 Ιουλίου 2000 όταν οι αστυνομικοί έσπασαν την πόρτα μου και έκαναν έφοδο στο σπίτι μου. Με αυτόματα όπλα. Πλάγιασα 11 ημέρες σε πέτρινο κρεβάτι σε εκείνο το κελί του ενός ατόμου. Και εκείνο το διάστημα, τα φαντάσματα των ημερών του παρελθόντος πέρασαν με βαριά βήματα πατώντας πάνω στην ψυχή μου. Διότι ήξερα. Σε λίγο θα γύριζαν εκείνα τα τανκ στους δρόμους της Λευκωσίας. Και θα έβαζαν κατά του Προεδρικού Μεγάρου. Κάθε Ιούλιος περνάει περιμένοντας τους βαρβάρους. Βάζουμε αλάτι στις πληγές μας. Που ματώνουν ακόμα, έστω και αν έχουν περάσει χρόνια.
Το αίμα έφερε και άλλο αίμα. Η 15η Ιουλίου συνδέθηκε με την 20ή Ιουλίου. Κοίτα καλά τη θάλασσα γείτονα Κερυνειώτη. Κοίτα από τον Καραβά. Από τη Λάπηθο, από το Κάρμι. Έρχονται γείτονα. Έρχονται να σε σκοτώσουν. Μην περιμένεις έλεος. Αν θα φύγεις, φύγε. Έρχονται να σου πάρουν το σπίτι, τα χώματα. Τις ντουλάπες σου. Τα πράγματα που βρίσκονται μέσα στις ντουλάπες σου. Μην νομίζεις ότι θάψαμε στην Ιστορία τις εποχές της βαρβαρότητας. Μπορείς να ακούσεις και εδώ τις κραυγές βοήθειας των θυμάτων που τσιρίζουν ακόμα στο Κολοσσαίο. Ακούμπησε το αφτί σου στο χώμα. Άκου τον Ιούλιο. Χαράχθηκε με τέτοιο τρόπο ο Ιούλιος στις μνήμες μας που δεν θα τον ξεχάσουμε ακόμα και αν περάσουν πολλά χρόνια.
Τώρα πηγαινοερχόμαστε ανάμεσα σε δύο οδοφράγματα. Οι αστυνομικοί στα οδοφράγματα παρακολουθούν ποδόσφαιρο στην τηλεόραση. Εμείς πηγαίνουμε στο παράθυρο που γράφει «Τουρκοκύπριοι». Περνούμε στις γειτονιές της Φανερωμένης μέσα από τον ήχο του μπουζουκιού. Σε ένα μπαλκόνι παίζουν το «Σ’ αγαπώ». Ξαφνικά συναντώ τη Σύλβια μετά από πενήντα χρόνια σε ένα σοκάκι. Θυμόμαστε τον Ιούλιο των περασμένων χρόνων. Τα τραγούδια στα καφέ στο πεζοδρόμιο παίζουν σαν να μην έχει περάσει καθόλου από πάνω μας ένας τέτοιος Ιούλιος. Ένας Νιγηριανός με ρωτάει για μια διεύθυνση. Ένα κορίτσι από το Βιετνάμ κοιτάζει τον χώρο στάθμευσης. Και ένας από την Αλεξανδρέττα περνάει σαν να είναι ο πρώτος και ο τελευταίος ιδιοκτήτης αυτής της γειτονιάς. Μέσα στον Ιούλιο υπάρχουν πολύ θλιβερές επέτειοι που μας καίνε την καρδιά κρυμμένες ανάμεσα στα φύλλα του ημερολογίου. Δική σας γιορτή. Δικός μας πόνος.