Καθώς περνάω μέσα από την Κερύνεια, που είχα πολύ καιρό να πάω, κοιτάζω τα νέα καταστήματα, τα εστιατόρια και τα ρεστοράν που άνοιξαν και τις νέες οικοδομές. Η μία πλευρά της Κερύνειας βουνό και η άλλη θάλασσα. Το μόνο πράγμα που δεν θα αλλάξει ό,τι και να γίνει. Μια φωλιά έρωτα. Πηγαίνεις και κάθεσαι σε μια ακροθαλασσιά. Σε έναν βράχο. Μαζεύεις τα παντελόνια σαν ψαράς. Βουτάς τα πόδια σου στο νερό. Σου ανήκουν τα κύματα και οι ορίζοντες. Απεραντοσύνη. Χάνεσαι στην απεραντοσύνη. Γεμίζω ζωή όταν κοιτάζω τα κύματα και τη θάλασσα. Σε ένα φιλικό σπίτι που πέρασα το βράδυ σε ένα χωριό στη βουνοπλαγιά ξυπνώ το πρωί με δροσερά μελτέμια και τιτιβίσματα πουλιών. Ύστερα αρχίζει ένα μεσημέρι του Ιούλη που ευωδιάζει στην παχιά σκιά. Ανάμεσα σε λεβάντες και γεράνια. Σε αυτό το χωριό ζουν τώρα ξένοι πιο πολύ. Απαγορεύεται να ζουν εκεί όσοι γεννήθηκαν και μεγάλωσαν εδώ. Όσοι ερωτεύτηκαν και παντρεύτηκαν κάποτε εδώ. Όσοι έθαψαν εδώ τους συγγενείς τους. Κοντολογίς όσοι είναι ντόπιοι!
[rml_read_more]
Κάποτε είναι σαν να τους βλέπω στα στενά δρομάκια του χωριού με τις πολλές στροφές. Μια γυναίκα που πάει με τη στάμνα στον ώμο κουβεντιάζοντας με τις γειτόνισσές της. Φοράει μαύρα, σαν να έχει πένθος. Παιδιά που καθώς παίζουν μπάλα στον δρόμο, κάνουν στην άκρη για να περάσει ένα αυτοκίνητο. Και κάποιοι που ξημεροβραδιάζονται στο καφενείο. Που παίζουν τάβλι. Που συζητούν πολιτικά. Σε αυτό το χωριό ζουν τώρα άτομα που δεν είναι απ’ εδώ. Κάποτε ήταν άλλο το όνομα αυτού του χωριού. Αν δεν πιστεύετε ρωτήστε τους πλίθινους τοίχους. Ρωτήστε τη συκιά. Μην ρωτήσετε τους ψεύτες ιστορικούς. Εκείνα να ρωτήσετε. Πότε πέρασαν για τελευταία φορά τανκς και στρατιώτες από αυτούς τους δρόμους. Πότε σώπασαν οι καμπάνες. Πότε ακούστηκε το κάλεσμα του μουεζίνη. Ζουν ή ακόμα αγνοούνται τα παιδιά που αγκάλιασαν με φόβο τις μανάδες τους; Πότε πήγα τελευταία φορά σε εκείνο το θαυμάσιο λιμάνι για αναψυχή. Και ύστερα γιατί δεν ξαναπέρασα απ’ εκεί. Πάνε χρόνια. Μήπως είμαι και εγώ ξένος ανάμεσα στους ξένους; Περιφέρεσαι σε εκείνα τα μέρη καθώς οι ξένοι γίνονται ντόπιοι και οι ντόπιοι ξένοι. Πλάκωσε την καρδιά μου αυτό σαν βαριά πέτρα. Ένιωσα εκεί τον πιο απαρηγόρητο πόνο. Το να εκδιώκεσαι από τα εδάφη που γεννήθηκες. Και να μην μπορείς να επιστρέψεις ξανά εκεί. Οι αναμνήσεις σου. Τι έγιναν οι αναμνήσεις σου; Τις έκαψαν και αυτές οι στρατιώτες που ήρθαν; Ιδού η φωτογραφία του γάμου σου. Σπασμένο και σκισμένο το πλαίσιό της. Οι πέτρες των τάφων έγιναν κομμάτια. Έτσι σκοτώνουν για άλλη μία φορά τους νεκρούς. Μετά από χρόνια καταβρόχθισε η θάλασσα τα οστά που βρίσκονταν στους ομαδικούς τάφους. Δεν μίλησαν εκείνοι που είδαν το έγκλημα. Εξαφανίστηκαν τα αποδεικτικά στοιχεία!
Αυτά σκέφτομαι σε έναν μακρύ στενό δρόμο. Ανάμεσα στο βουνό και στη θάλασσα. Ζω σε μια κοινότητα στην οποία καυχώνται για το αίμα που έχυσαν. Δεν μυρίζουν γιασεμί οι σημαίες. Αίμα μυρίζουν. Κοιτάζω την απεραντοσύνη καθισμένος στους βράχους. Όσο θυμάμαι τους αιχμαλώτους που εκτελέστηκαν, καίω όλα τα λυρικά ποιήματα που υπάρχουν μέσα μου. Από τη μία θαυμάζω και από την άλλη σαστίζω με τα παλιά κάστρα που βρίσκονται στις κορυφές των βουνών. Οι πολεμίστρες κοιτάνε προς τη θάλασσα. Ε, εσύ γερασμένο νησί, απομεινάρι χιλίων συζύγων. Κοίτα καλά τους εχθρούς που έρχονται από τη θάλασσα. Αρχισαλπιγκτή σάλπισε τη σάλπιγγά σου. Να ξυπνήσουν όσοι κοιμούνται. Φίλησε την αγαπημένη σου στα χείλη για τελευταία φορά. Πριν πέσεις στο χώμα.
Ξέρω, δεν θα συνεχίσει για πάντα έτσι αυτός ο κόσμος. Έστω και αν οι πεταλούδες υποσχεθούν να πετάνε αθόρυβα μετά από εκατό χρόνια. Αν τα σύκα θα είναι σύκα και μετά από εκατό χρόνια. Αν η φραγκοσυκιά είναι φραγκοσυκιά μετά από εκατό χρόνια. Δεν θα συνεχίσουν έτσι τα πράγματα που νομίζετε ότι θα συνεχίσουν έτσι. Θα βροντά. Θα πέφτει βροχή. Θα πέφτουν κεραυνοί. Θα περάσουν και άλλοι μία μέρα από αυτούς τους δρόμους από τους οποίους περνάω εγώ. Με ένα παλιό τραγούδι στα χείλη που θυμίζει τους τωρινούς καιρούς. Μπορούμε να πεθάνουμε ήσυχοι πιστεύοντας εκατό τοις εκατό ότι θα έρθουν οπωσδήποτε μια μέρα οι μέρες που νοσταλγούμε. Τα βουνά θα διηγηθούν τις ιστορίες. Οι θάλασσες τους θρύλους. Θα κατέβουμε γλιστρώντας από τον κατήφορο αυτής της πόλης. Θα μας υποδεχθεί με γιασεμιά στην αγκαλιά η πόλη μας που τα φώτα της λαμπυρίζουν από μακριά. Αυτή θα είναι η αρχή της ζωής μας που δεν παρακαλούμε κανέναν λέγοντας «έλα σώσε μας».
Έχε γεια χωριό, έχε γεια. Έχε γεια φίλε μου. Μην λυπάσαι επειδή μας έκλεψαν όσα είχαμε. Και αν μια μέρα η ζωή σε κάνει να βαρεθείς. Άκου τη φωνή της θάλασσας και των βουνών.
Η φωνή της θάλασσας και των βουνών

Πολιτική Δημοσίευσης Σχολίων
Οι ιδιοκτήτες της ιστοσελίδας www.politis.com.cy διατηρούν το δικαίωμα να αφαιρούν σχόλια αναγνωστών, δυσφημιστικού και/ή υβριστικού περιεχομένου, ή/και σχόλια που μπορούν να εκληφθεί ότι υποκινούν το μίσος/τον ρατσισμό ή που παραβιάζουν οποιαδήποτε άλλη νομοθεσία. Οι συντάκτες των σχολίων αυτών ευθύνονται προσωπικά για την δημοσίευση τους. Αν κάποιος αναγνώστης/συντάκτης σχολίου, το οποίο αφαιρείται, θεωρεί ότι έχει στοιχεία που αποδεικνύουν το αληθές του περιεχομένου του, μπορεί να τα αποστείλει στην διεύθυνση της ιστοσελίδας για να διερευνηθούν. Προτρέπουμε τους αναγνώστες μας να κάνουν report / flag σχόλια που πιστεύουν ότι παραβιάζουν τους πιο πάνω κανόνες. Σχόλια που περιέχουν URL / links σε οποιαδήποτε σελίδα, δεν δημοσιεύονται αυτόματα.