Τις εξελίξεις που αφορούν τον διορισμό απεσταλμένης του ΓΓ για το Κυπριακό, τις πιθανότητες επιστροφής στο τραπέζι του διαλόγου, τις παραβιάσεις στη νεκρή ζώνη και την τουρκική προκλητικότητα, καθώς και τη μονιμοποίηση του παγώματος των εργασιών στην Πύλα, σχολιάζει σε συνέντευξή της στον «Π» η πρώην υπουργός Εξωτερικών Ερατώ Κοζάκου Μαρκουλλή. Μεταξύ άλλων υποστηρίζει ότι μετά από επιμονή της τουρκικής πλευράς ο διορισμός απεσταλμένου θα αφορά προσωπικό και όχι ειδικό απεσταλμένο, κάτι που όπως υποστηρίζει αποτελεί μια σοβαρή οπισθοδρόμηση, επιτρέποντας παράλληλα στην Τουρκία να εμμένει στις θέσεις της για λύση δύο κρατών. Αναφορικά με τα νέα τετελεσμένα εντός της νεκρής ζώνης και τις τουρκικές προκλήσεις, η κ. Μαρκουλλή τονίζει ότι «όποτε υπάρχει παρατεταμένη περίοδος χωρίς διαπραγματεύσεις, η τουρκική πλευρά προχωρά στη δημιουργία νέων τετελεσμένων. Χωρίς διαπραγματευτική διαδικασία, οι παραβιάσεις της νεκρής ζώνης θα συνεχιστούν».
«Κλείδωσε» ο διορισμός της πρώην υπουργού Εξωτερικών της Κολομβίας, Μαρία Άνχελα Ολγκίν Κουεγιάρ, ως απεσταλμένης του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών Αντόνιο Γκουτέρες στο Κυπριακό. Πρακτικά τι μπορεί να σημαίνει αυτή η εξέλιξη;
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο διορισμός απεσταλμένης του ΓΓ για το Κυπριακό αποτελεί μια θετική εξέλιξη, ιδιαίτερα μετά την παρατεταμένη στασιμότητα των τελευταίων έξι χρόνων. Όμως, για να εκτιμήσουμε σωστά τις προοπτικές επιτυχίας των προσπαθειών που θα καταβληθούν, θα πρέπει να λάβουμε υπόψη κάποιους παράγοντες. Αυτό που με ανησυχεί είναι το γεγονός ότι μετά από επιμονή της τουρκικής πλευράς ο διορισμός θα αφορά προσωπικό και όχι ειδικό απεσταλμένο και αυτό αποτελεί μια σοβαρή οπισθοδρόμηση. Προσωπικοί απεσταλμένοι διορίζονται σπάνια και αφορούν υποθέσεις που συνήθως δεν βρίσκονται ενώπιον του Συμβουλίου Ασφαλείας, η παρέμβαση όμως του ΓΓ κρίνεται επιβεβλημένη. Σε όλες όμως τις υποθέσεις που χειρίζεται ο διεθνής οργανισμός και κυρίως το Συμβούλιο Ασφαλείας, όπως το Κυπριακό από το 1963, ο διορισμός αφορά ειδικούς απεσταλμένους ή συμβούλους, που παίρνουν τους όρους εντολής τους και λογοδοτούν στο Συμβούλιο Ασφαλείας, όπως ήταν η μέχρι σήμερα πρακτική. Ο διορισμός προσωπικής απεσταλμένης θα επιτρέψει στην τουρκική πλευρά να συνεχίσει να εμμένει στις θέσεις της για λύση δύο κρατών, εκτός του συμφωνημένου πλαισίου, όπως έκανε στη διάρκεια της πενταμερούς της Γενεύης το 2021. Με τέτοιες θέσεις, δεν βλέπω να υπάρχει προοπτική να γεφυρωθεί το χάσμα που υπάρχει μεταξύ των δύο πλευρών.
Μετά το Κραν Μοντανά παρατηρείται ένα παρατεταμένο αδιέξοδο στο Κυπριακό. Με τα σημερινά δεδομένα διαφαίνεται οποιαδήποτε προοπτική επιστροφής στο τραπέζι του διαλόγου;
Ο διορισμός απεσταλμένης του ΓΓ θα είναι σύμφωνα με πληροφορίες εξάμηνης διάρκειας. Αυτή η προκαθορισμένη προθεσμία δεν ανησυχεί τόσο πολύ από μόνη της, όσο το τι θα συμβεί μετά την παρέλευσή της, κυρίως αν δεν υπάρξει πρόοδος, που στην ουσία θα πρέπει να σηματοδοτεί την επιστροφή της τουρκικής πλευράς στη συμφωνημένη βάση και την αποδοχή εκ μέρους της να συνεχίσουν οι διαπραγματεύσεις από εκεί που τερματίστηκαν στο Κραν Μοντανά. Λόγω του ότι δεν θεωρώ αυτό το ενδεχόμενο ρεαλιστικό, το ερώτημα είναι τι θα συμβεί αν δεν καταστεί δυνατή η επιστροφή στο τραπέζι του διαλόγου. Αν αυτό θα σημαίνει ότι θα επισφραγισθεί το αδιέξοδο και θα τερματιστούν οι προσπάθειες, τότε θα ήταν ό,τι χειρότερο για το Κυπριακό. Θα πρέπει να παραμείνει ανοικτή η προοπτική εμπλοκής του διεθνούς παράγοντα για λύση στη βάση της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας, όπως προβλέπουν τα ψηφίσματα του ΣΑ. Θεωρώ ότι η στάση του ΓΓ από το 2020 μέχρι σήμερα, παραμένει επιεικώς απαράδεκτη και μη βοηθητική, γιατί ενώ το Συμβούλιο Ασφαλείας σταθερά επιβεβαιώνει τη θέση του για λύση διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας με πολιτική ισότητα, ο ίδιος αποφεύγει δημόσια και μέσω των περιοδικών του εκθέσεων να αναφερθεί στη συμφωνημένη βάση λύσης, στις συγκλίσεις και στο πλαίσιο που υπέβαλε στις δύο πλευρές στις 30/6/17. Αυτό επιτρέπει στην τουρκοκυπριακή πλευρά και την Τουρκία να επιμένουν να βρίσκονται εκτός των ψηφισμάτων του ΣΑ και να εμμένουν στη λύση δύο κρατών. Αν αυτή η στάση του ΓΓ δεν αλλάξει, πολύ φοβάμαι ότι δεν θα υπάρξει αίσια κατάληξη των προσπαθειών και θα οδηγηθούμε στη διχοτόμηση.
Τους τελευταίους μήνες παρατηρείται ένταση στη νεκρή ζώνη. Πρώτα στην Πύλα με τις παραβιάσεις, την επίθεση σε μέλη της ΟΥΝΦΙΚΥΠ και στη συνέχεια με τη διακοπή των εργασιών και πρόσφατα στον Άγιο Δομέτιο. Πώς ερμηνεύονται αυτές οι ενέργειες;
Αποτελεί γεγονός διαπιστωμένο διαχρονικά ότι, όποτε υπάρχει παρατεταμένη περίοδος χωρίς διαπραγματεύσεις, η τουρκική πλευρά προχωρά στη δημιουργία νέων τετελεσμένων. Αυτό συνέβηκε με την Αμμόχωστο, ξεκινώντας από το 2019 και κλιμακώθηκε με το σταδιακό άνοιγμα μέρους της περιφραγμένης περιοχής των Βαρωσίων, ενώ πιο πρόσφατα το είδαμε με τις σοβαρές παραβιάσεις της νεκρής ζώνης στην Πύλα και στον Άγιο Δομέτιο. Εκτίμησή μου είναι ότι, χωρίς διαπραγματευτική διαδικασία, οι παραβιάσεις της νεκρής ζώνης θα συνεχιστούν, κυρίως αν δεν υπάρξει σθεναρή αντίδραση της Ειρηνευτικής Δύναμης και του Συμβουλίου Ασφαλείας. Η τουρκοκυπριακή πλευρά και η Τουρκία σταθμίζουν με τις παραβιάσεις τους τις αντιδράσεις της διεθνούς κοινότητας και τις κλιμακώνουν ανάλογα. Στο θέμα των παραβιάσεων στην περιφραγμένη περιοχή των Βαρωσίων, η μη επίσημη προσφυγή της Κυπριακής Δημοκρατίας στο Συμβούλιο Ασφαλείας και το γεγονός ότι αρκεστήκαμε σε τρεις δηλώσεις Τύπου του προέδρου του ΣΑ, που δεν είναι δεσμευτικές, ερμηνεύθηκε από την Τουρκία ως αδυναμία και δισταγμός αντίδρασης, γεγονός που συνέβαλε στην ενίσχυση της αδιαλλαξίας της με τη μη αποκατάσταση μέχρι σήμερα των παραβιάσεων.
Διαχρονικά η Τουρκία προτάσσει το αφήγημα ότι η νεκρή ζώνη είναι έδαφος της «ΤΔΒΚ». Μετά το 1974 σε πολλές περιπτώσεις παραβίασε το status quo δημιουργώντας τετελεσμένα. Πώς θεωρείτε ότι πρέπει να αντιδρά η ελληνοκυπριακή πλευρά σε αυτές τις περιπτώσεις με δεδομένα πάντοτε ότι στην εξίσωση από τουρκικής πλευράς μπαίνει ο κατοχικός στρατός όπως έγινε στον Άγιο Δομέτιο και στη Δένεια;
Αν διαβάσει κανείς τις περιοδικές εκθέσεις του Γενικού Γραμματέα για την ΟΥΝΦΙΚΥΠ, θα διαπιστώσει ότι και οι δύο πλευρές επικρίνονται για διάφορες κατά καιρούς μη εξουσιοδοτημένες ενέργειες στη νεκρή ζώνη και καλούνται να τις τερματίσουν. Για παράδειγμα, στην πιο πρόσφατη έκθεση του περασμένου Ιουλίου, ο Γενικός Γραμματέας διαμαρτύρεται «για τις μη εξουσιοδοτημένες κατασκευαστικές δραστηριότητες εντός της νεκρής ζώνης, οι οποίες έχουν άμεσο αντίκτυπο στο status quo επί του εδάφους με de facto κατάληψη του ελέγχου περιοχών που προορίζονται να χρησιμεύσουν ως ρυθμιστικό πεδίο ασφαλείας μεταξύ των αντιμαχόμενων δυνάμεων». Κάνει, μάλιστα, συγκεκριμένη αναφορά στον «μη εξουσιοδοτημένο συρμάτινο φράχτη ο οποίος εκτείνεται κατά προσέγγιση 14 χλμ. παράλληλα με τη νότια γραμμή κατάπαυσης του πυρός, κυρίως εντός της νεκρής ζώνης, ο οποίος δεν έχει απομακρυνθεί». Γίνεται επίσης στην ίδια έκθεση αναφορά σε μη εξουσιοδοτημένες στρατιωτικές κατασκευές εντός ή πλησίον της νεκρής ζώνης, τόσο από την Εθνική Φρουρά όσο και από τις τουρκικές κατοχικές δυνάμεις. Τα αναφέρω αυτά για να έχουμε μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα των παραβιάσεων, όπως τις βλέπει ο ίδιος ο διεθνής οργανισμός. Δυστυχώς ,η αξιοπιστία της πλευράς μας από το Κραν Μοντανά και εντεύθεν, βρίσκεται σε πολύ χαμηλά επίπεδα, πράγμα που δεν επιτρέπει την πιο σθεναρή πολιτική μας αντίδραση. Με το θέμα της Πύλας, λόγω του ότι η σοβαρότητα της παραβίασης του status quo της νεκρής ζώνης, αφορούσε κατά κύριο λόγο επίθεση εναντίον μελών της Ειρηνευτικής Δύναμης, η αντίδραση του Συμβουλίου Ασφαλείας ήταν άμεση, αυτεπάγγελτη και αποτελεσματική και απέτρεψε τη συνέχιση της παραβίασης εκ μέρους της τουρκικής πλευράς. Όμως στο θέμα του Αγίου Δομετίου, δεν συνέβηκε το ίδιο και παρ' όλες τις αντιδράσεις της πλευράς μας, η παραβίαση συνεχίζεται και η αντίδραση της Ειρηνευτικής Δύναμης είναι απλώς λεκτική, παραπέμποντας στη θέση ότι «οι μη εξουσιοδοτημένες εργασίες εντός της ουδέτερης ζώνης του ΟΗΕ απαγορεύονται αυστηρά». Είναι γι' αυτό που η πλευρά μας θα πρέπει να συνεργάζεται πάντοτε με την ΟΥΝΦΙΚΥΠ και να αποφεύγει και η ίδια τις όποιες παραβιάσεις.