Παρά το γεγονός ότι ορισμένοι ανεγκέφαλοι επιχειρούν να δυναμιτίσουν το κλίμα και να σπείρουν τον τρόμο στους λογικά σκεπτόμενους ανθρώπους του νησιού μέσα από την πρόκληση επεισοδίων, όπως αυτά που έλαβα χώρα την προηγούμενη Παρασκευή στη νεκρή ζώνη μεταξύ Τουρκοκυπρίων και μελών της ΟΥΝΦΙΚΥΠ, τα στοιχεία που προκύπτουν από τη νέα δικοινοτική έρευνα για τις αντιλήψεις και τις στάσεις των Ε/Κ και των Τ/Κ είναι ενθαρρυντικά και ενισχύουν τις προσδοκίες όσων επιθυμούν την επανένωση του νησιού. Συγκεκριμένα, στη νέα δικοινοτική έρευνα που πραγματοποίησαν από κοινού το Πανεπιστημιακό Κέντρο Ερευνών Πεδίου του Πανεπιστημίου Κύπρου (ΠΑΚΕΠΕ) και το Εργαστήριο Γενετικής Κοινωνικής Ψυχολογίας του Τμήματος Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Κύπρου, καταγράφεται σημαντική αύξηση στο ποσοστό των Ελληνοκυπρίων ψηφοφόρων που είτε τάσσονται υπέρ της Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας (ΔΔΟ) είτε θα την ανέχονταν ως μορφή λύσης αν ήταν αναγκαίο. Το ποσοστό όσων τάσσονται υπέρ της ΔΔΟ αγγίζει το 42,9%. Αν προστεθεί και ο ποσοστιαίος αριθμός εκείνων που δήλωσαν ότι θα μπορούσαν να ανεχτούν τη συγκεκριμένη μορφή λύσης αν ήταν απαραίτητο (37,6%), τότε το ποσοστό αυξάνεται στο 80,5%. Πρόκειται για αύξηση της τάξεως του 4,5% συγκριτικά με την έρευνα του 2020 όπου το συγκεκριμένο ποσοστό άγγιζε το 76%. Υπενθυμίζεται ότι στην έρευνα του 2019 το συγκεκριμένο ποσοστό έφτασε στο 65%, ενώ στην έρευνα του 2018 ήταν 58,3%.
Η ανοδική πορεία που καταγράφεται στο ποσοστό όσων τάσσονται υπέρ της ΔΔΟ έχει ως αποτέλεσμα να μειώνεται συνεχώς το ποσοστό όσων τάσσονται κατά της ΔΔΟ, αφού μόνο το 19,5% τάχθηκε εναντίον της ΔΔΟ στη νέα δικοινοτική έρευνα. Αξιοσημείωτη είναι και η αυξανόμενη τάση απόρριψης της λύσης δύο κρατών από τους Ελληνοκύπριους που άγγιξε το 81,3% στη νέα έρευνα. Όπως ανέφερε στον «Π» ο καθηγητής Κοινωνικής και Αναπτυξιακής Ψυχολογίας, Χάρης Ψάλτης, που επόπτευε τη διαδικασία συλλογής των δεδομένων, «η ερμηνεία που έχουμε δώσει με τους συναδέλφους μας αυτού του φαινομένου έχει να κάνει με τη συνειδητοποίηση των αδιεξόδων της μη λύσης μετά την αποτυχία του Κραν Μοντανά, δηλαδή το σταδιακό άνοιγμα των Βαρωσίων υπό τ/κ διοίκηση, οι εντάσεις στη νεκρή ζώνη και η αυξανόμενη πιθανότητα σύγκρουσης Ελλάδας και Τουρκίας στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο».


Τουρκοκύπριοι
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε ταυτόχρονα και στην τ/κ κοινότητα, με ορισμένα από τα αποτελέσματα να είναι εξίσου ενθαρρυντικά. Για παράδειγμα, το 79,8% των Τουρκοκυπρίων είτε είναι υπέρ της ΔΔΟ είτε θα την ανέχονταν αν ήταν αναγκαίο. Πρόκειται για καθαρή πλειοψηφία που καταγράφεται και στις προηγούμενες έρευνες (το 2018: 86%, το 2020: 71,2%). Σύμφωνα με τον δρα Χάρη Ψάλτη, «η περίοδος μετά το άνοιγμα των οδοφραγμάτων το 2003 είναι και στις δύο κοινότητες περίοδος σταδιακής εδραίωσης μιας φεντεραλιστικής συνείδησης, που σε μεγάλο βαθμό οφείλεται στη μείωση των προκαταλήψεων και του κτισίματος των ανθρωπίνων σχέσεων μεταξύ Ε/Κ και Τ/Κ. Χαρακτηριστικά αναφέρω ότι από τις ίδιες έρευνες γνωρίζουμε ότι σήμερα γύρω στο 30% των Ε/Κ και το 50% των Τ/Κ δηλώνουν ότι έχουν τουλάχιστον έναν φίλο/φίλη από την άλλη κοινότητα».

Δύο κράτη
Η έρευνα ανέδειξε για ακόμη μια φορά τις εκ διαμέτρου αντίθετες απόψεις των δύο κοινοτήτων όσον αφορά τη λύση δύο κρατών. Το 65,8% των Τ/Κ τάσσεται υπέρ της λύσης δύο κρατών και 14,4% αναφέρει ότι θα ανεχόταν μια τέτοια κατάσταση. Κατά της λύσης δύο κρατών τάσσεται μόνο το 19,7% των Τ/Κ. Αντίθετη άποψη έχουν οι Ε/Κ, που σύμφωνα με τον κ. Ψάλτη, «περίπου το 80% απορρίπτει σταθερά τα δύο κράτη από το 2010 μέχρι σήμερα».

Ηλικιακές διαφοροποιήσεις
Ο δρ Ψάλτης επισημαίνει την ύπαρξη ηλικιακών διαφοροποιήσεων όταν συγκρίνουμε την προπολεμική με την μεταπολεμική γενεά, δηλαδή τα άτομα που γεννήθηκαν πριν και μετά το 1974. «Στην ε/κ κοινότητα», αναφέρει, «η μεταπολεμική γενεά γενικότερα νιώθει πιο αποξενωμένη από τους Τ/Κ και βιώνει ένα αίσθημα διομαδικού άγχους επαφής με μέλη της άλλης κοινότητας και μεγαλύτερη προκατάληψη. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα άτομα της νέας γενεάς, που δεν έχουν την ευκαιρία επαφής με την άλλη κοινότητα, να μην αποκλείουν με την ίδια ετοιμότητα των μεγαλύτερων ηλικιακά Ε/Κ την ιδέα των δύο κρατών. Χαρακτηριστικά, τα άτομα που απορρίπτουν τα δύο κράτη στη νέα γενεά των Ε/Κ είναι γύρω στο 60%. Ωστόσο, από την άλλη, η νέα γενεά έχει την ετοιμότητα να αποδεχτεί τη ΔΔΟ σε επίπεδα συγκρίσιμα με αυτά των μεγαλύτερων σε ηλικία Ε/Κ, χωρίς όμως να νιώθει την ανάγκη για μια «σφικτή» ομοσπονδία και να αποδέχεται καλύτερα την ιδέα της λύσης με απουσία καθημερινής επαφής με την άλλη κοινότητα. Το ενδιαφέρον εύρημα είναι ότι στην τ/κ κοινότητα οι ηλικιακές διαφορές έχουν την αντίθετη φορά. Δηλαδή, η νεότερη γενεά Τ/Κ έχει λιγότερη προκατάληψη προς τους Ε/Κ σε σχέση με άτομα μεγαλύτερης ηλικία και περισσότερη επαφή και μεγαλύτερη ετοιμότητα να αποδεχτεί τη ΔΔΟ και να απορρίψει τα δύο κράτη. Με άλλα λόγια, το πιο σημαντικό εύρημα αυτών των ερευνών είναι ότι ο καλύτερος σύμμαχος της ιδέας των δύο κρατών στην Κύπρο είναι η απουσία επαφής με την άλλη κοινότητα».

Βιβλία ιστορίας
Η έρευνα ανέδειξε και το πλειοψηφικό ρεύμα που υπάρχει στις δύο κοινότητες ως προς την αποδοχή ως μέτρου οικοδόμησης εμπιστοσύνης, της συγγραφής των σχολικών εγχειριδίων της ιστορίας της Κύπρου από μια ομάδα ιστορικών και εκπαιδευτικών η οποία θα συμπεριλαμβάνει άτομα και από τις δυο κοινότητες της Κύπρου. Το 70,2% των ερωτωμένων από την ε/κ κοινότητα και το 82,1% από την τ/κ κοινότητα συμφώνησαν με την πιο πάνω ιδέα. Διαφώνησε το 19% των συμμετεχόντων από την ε/κ κοινότητα και το 9,3% από την τ/κ κοινότητα. Μάλιστα ο δρ Ψάλτης επισημαίνει ότι πρόσφατες έρευνες έδειξαν ότι πλέον έγινε ευρέως αντιληπτός ο αρνητικός ρόλος της διδασκαλίας της Ιστορίας στις δύο κοινότητες στην καλλιέργεια προκαταλήψεων και εθνοκεντρικών αντιλήψεων.

Κοινωνική έρευνα VS δημοσκοπήσεις
Ερωτηθείς αν υπάρχει διαφορά μεταξύ κοινωνικής έρευνας και δημοσκόπησης λόγω της αμφιβολίας που εκφράζουν ορισμένοι για τα αποτελέσματα των δικοινοτικών ερευνών που πραγματοποιούνται τα τελευταία χρόνια που δεν συνάδουν με τα ευρήματα των δημοσκοπήσεων, ο δρ Χάρης Ψάλτης ανέφερε ότι υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ κοινωνικής έρευνας και δημοσκόπησης. «Η κοινωνική έρευνα», είπε, «είναι στοχευμένη στη διερεύνηση όλων των διαστάσεων του Κυπριακού και μας δίνει την πολυτέλεια 100 και πλέον ερωτήσεων για την επαφή των δύο κοινοτήτων, την προκατάληψη, την αποδοχή ή την απόρριψη διαφόρων μορφών λύσης του Κυπριακού, και όλα αυτά που βλέπουμε σε αυτή την έρευνα. Οι δημοσκοπήσεις που συνήθως αφορούν εκλογική συμπεριφορά και βρίσκουν χώρο μόνο για μια-δυο ερωτήσεις για το Κυπριακό είναι του τύπου: Ποια είναι για σένα η καλύτερη μορφή λύσης του Κυπριακού; Δίνοντας ως επιλογές (ΔΔΟ, Δυο κράτη, Συνέχιση του Status Quo, Ενιαίο Κράτος), με αποτέλεσμα οι απαντήσεις να διασπείρονται στις διάφορες μορφής λύσης, αλλά να μην έχουμε πληροφόρηση για το εύρος αποδοχής κάθε μορφής λύσης ξεχωριστά. Ίσως ήρθε η ώρα να σταματήσουμε να μπαίνουμε στον κόπο της διεξαγωγής επιφανειακών δημοσκοπήσεων για το Κυπριακό, εκτός και αν έχουμε τον χρόνο και το χρήμα να επενδύσουμε σε σωστές έρευνες, διότι συχνά δίνονται εντελώς παραπλανητικά αποτελέσματα από τις δημοσκοπήσεις».
Διαφθορά
Στην ερευνητική ομάδα για την οργάνωση και συλλογή των δεδομένων εργάστηκαν τρεις διδακτορικοί φοιτητές του Εργαστηρίου Γενετικής Κοινωνικής Ψυχολογίας: οι Αντρέας Μιχαήλ, Άντρεα Νικολάου και Νικόλας Σόρος.
Ο διδακτορικός φοιτητής Ανδρέας Μιχαήλ ανέφερε στον «Π» ότι «οι συμμετέχοντες στην έρευνα εκδήλωσαν μια ποικιλία απόψεων όσον αφορά την παρουσία διαφθοράς εντός των κυβερνήσεων, των πολιτικών κομμάτων και στην καθημερινότητά των πολιτών στις δύο κοινότητες. Μέσα από την έρευνα στην ε/κ κοινότητα διαφαίνεται ότι μία μερίδα του πληθυσμού συνδέει άμεσα τη διαφθορά και άλλα εσωτερικά κοινωνικά ζητήματα με τη μη λύση του Κυπριακού, ενώ μία άλλη μερίδα βλέπει το Κυπριακό και τη διαφθορά ως δύο ξεχωριστά ζητήματα, με το πρώτο μάλιστα να θεωρείται ότι έχει λιγότερη επίδραση στην καθημερινότητά του. Στην τ/κ κοινότητα, η σύνδεση του Κυπριακού με τη διαφθορά είναι πιο άμεση καθώς και η αναφορά σε συγκεκριμένα περιστατικά διαφθοράς που γίνονται στη καθημερινότητά τους. Συμπερασματικά, ανάμεσα στις δύο κοινότητες υπήρξε έντονη αναγνώριση της διαφθοράς, αλλά ο βαθμός σύνδεσής της με το κυπριακό πρόβλημα διέφερε. Η θεσμική συνεργασία των δύο κοινοτήτων στην αντιμετώπιση της διαφθοράς ίσως να αποτελέσει το κλειδί για τη λύση του Κυπριακού».

ΜΜΕ
Για τον ρόλο των ΜΜΕ μίλησε στον «Π» ο διδακτορικός φοιτητής Νικόλας Σόρος. «Το 72% των Ε/Κ ερωτώμενων», τόνισε, «επέλεξαν την τηλεόραση ως το Μέσο που χρησιμοποίησαν την προηγούμενη ημέρα, με το Facebook και το ραδιόφωνο να ακολουθούν με 46% και 32% αντίστοιχα. Στην τ/κ κοινότητα το τοπίο αλλάζει, με το μεγαλύτερο ποσοστό (68%) να επιλέγει το Facebook ως το πιο δημοφιλές Μέσο». Ακολούθως επεσήμανε ότι η έρευνα έδειξε πως ο μεγαλύτερος βαθμός έκθεσης σε ειδήσεις που αφορούν το κυπριακό πρόβλημα στην ε/κ κοινότητα σχετίζεται με την τηλεόραση, με το μεγαλύτερο μέρος των απαντήσεων να κυμαίνεται από το συχνά μέχρι το πολύ συχνά (48%), ενώ στην τ/κ κοινότητα ο μεγαλύτερος βαθμός έκθεσης σε ειδήσεις που αφορούν το κυπριακό πρόβλημα προέρχεται μέσα από τα κοινωνικά δίκτυα. «Διαφαίνεται σε πρώτη φάση», σημείωσε, «ο κύριος ρόλος της τηλεόρασης ως Μέσο ενημέρωσης των Ε/Κ. Φαινόμενο το οποίο παρουσιάζει μια σταθερή τάση εάν λάβουμε υπόψη το Ευρωβαρόμετρο του 2022 στη χρήση μέσων για ενημέρωση, το οποίο κατατάσσει την τηλεόραση ως το πιο δημοφιλές Μέσο (63%). Παρ’ όλα αυτά, στην τ/κ κοινότητα ένα μεγάλο μέρος της έκθεσης σε ειδήσεις που αφορούν το Κυπριακό λαμβάνει χώρα στα κοινωνικά δίκτυα».

Οι αξίες μας
Η διδακτορική φοιτήτρια Άντρεα Νικολάου αναφέρθηκε στο πώς σχετίζονται οι αξίες ενός ατόμου με τον τρόπο που αντιμετωπίζει το κυπριακό πρόβλημα και τη διαφθορά. «Οι νεότεροι σε ηλικία Ε/Κ», είπε, «αναγνωρίζουν τη διαφθορά και δεν δικαιολογούν το σύστημα. Δηλαδή, από τη μία είναι κατά κάποιο τρόπο αντισυστημικοί, αλλά από την άλλη, δεν είναι διατεθειμένοι να σηκωθούν από τον καναπέ τους για να διαμαρτυρηθούν. Το ίδιο και για το Κυπριακό. Συμμερίζονται το υψηλό ήθος της σύγκρουσης, αλλά δεν είναι έτοιμοι να διαμαρτυρηθούν για αυτό. Επίσης, αρκετοί έχουν αντιληφθεί τον προκατειλημμένο τρόπο διδασκαλίας της Ιστορίας στα σχολεία και αναζητούν σχετική πληροφόρηση από άλλες πηγές. Γενικά επιθυμούν ένα ειρηνικό μέλλον συμβίωσης με την άλλη κοινότητα, αλλά ανησυχούν από τον διαλυτικό ρόλο που μπορεί να παίξει ο εθνικισμός σε αυτή την προσπάθεια. Κάποιοι από τους νεότερους σε ηλικία Ε/Κ θα μπορούσαν ουσιαστικά να ανεχθούν κάθε είδους λύση, κάτι που πιθανόν να σχετίζεται με χαμηλή πολιτική αποτελεσματικότητα, απολίτικη στάση και την απουσία αντικειμενικής και βαθιάς ιστορικής γνώσης». Αναφορικά με τις αξίες που ασπάζονται και τη σχέση των αξιών με τη στήριξη διαφόρων μορφών λύσης του Κυπριακού, η Άντρεα Νικολάου είπε ότι «η νεότερη γενεά Ε/Κ δίνει προτεραιότητα στις αξίες της αυτοβελτίωσης και της δεκτικότητας της αλλαγής. Δίνει, όμως, χαμηλότερη προτεραιότητα στις αξίες που αφορούν τη συντήρηση και την υπέρβαση εαυτού/αλτρουισμός». Οι νεότεροι Τ/Κ από την άλλη, πρόσθεσε, τείνουν να έχουν πιο καθολικές-ανθρωπιστικές αξίες από την παλαιότερη γενεά και αίσθηση ανεξάρτητης βούλησης, και καταγράφουν χαμηλότερη προτεραιότητα στην αξία του εξουσιασμού. «Αυτός ο συνδυασμός προτεραιοτήτων», σημείωσε η Α. Νικολάου, «κάνει τη νεότερη γενεά T/K πιο ανοιχτή στην εμπειρία με τους E/K. Για αυτό οι Τ/Κ τείνουν να έχουν πολύ θετική επαφή μέσω του Facebook με τους Ε/Κ, ίσως σε διαδικτυακές κοινότητες οικολογικών ευαισθησιών και δικοινοτικές ομάδες, επιβεβαιώνοντας έτσι αυτό που είπε ο Νικόλας ότι για τους Τ/Κ τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι σημαντική πηγή πληροφόρησης για το Κυπριακό».

Ταυτότητα της έρευνας
Για τους σκοπούς της νέας δικοινοτικής έρευνας που μόλις ολοκληρώθηκε από το Πανεπιστημιακό Κέντρο Ερευνών Πεδίου του Πανεπιστημίου Κύπρου (ΠΑΚΕΠΕ) και το Εργαστήριο Γενετικής Κοινωνικής Ψυχολογίας του Τμήματος Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Κύπρου πραγματοποιήθηκαν 717 συνεντεύξεις από σπίτι σε σπίτι στην ε/κ κοινότητα, με τη μέθοδο της τυχαίας πολυσταδιακής στρωματοποιημένης δειγματοληψίας. Τη συλλογή των δεδομένων από 731 άτομα με την ίδια μεθοδολογία στην τ/κ κοινότητα ανέλαβαν Τ/Κ ερευνητές υπό την επίβλεψη της ερευνητικής ομάδας. Η έρευνα χρηματοδοτήθηκε εσωτερικά από το Πανεπιστήμιο Κύπρου μετά από ανταγωνιστική διαδικασία στην οποία διακρίθηκε η ερευνητική ομάδα.
Η ομάδα εργασίας ήταν διεπιστημονική με συμμετοχή διαφόρων καθηγητών της Σχολής Κοινωνικών Επιστημών και Επιστημών Αγωγής του Πανεπιστημίου Κύπρου και Τουρκοκύπριους συναδέλφους που εργάζονται στο εξωτερικό. Η συλλογή των δεδομένων έγινε υπό την εποπτεία του καθηγητή Κοινωνικής και Αναπτυξιακής Ψυχολογίας, Χάρη Ψάλτη. Το ερωτηματολόγιο της έρευνας διερεύνησε τις απόψεις των δύο κοινοτήτων της Κύπρου για το κυπριακό πρόβλημα, τη μεταβατική δικαιοσύνη, τη διαφθορά και τη χρήση των ΜΜΕ και τις αξίες των ατόμων.