Η στοιχηματική δραστηριότητα στην Κύπρο αποδεικνύεται προσοδοφόρα τόσο για τις εταιρείες που δραστηριοποιούνται στη χώρα όσο και για το κράτος, ενώ ένα σεβαστό ποσό καταλήγει και στις τσέπες των παικτών.
Σε ετήσια βάση, σύμφωνα με την τελευταία αναφορά των «Οικονομικών Αποτελεσμάτων και Ποσοτικών Στοιχείων» που δημοσιοποίησε η Εθνική Αρχή Στοιχημάτων, τα μεικτά έσοδα των αποδεκτών στοιχήματος Κλάσης Α (διεξαγωγή στοιχήματος εντός αδειούχου υποστατικού εξαιρουμένων διαδικτυακού στοιχήματος άδειας και ιπποδρομιακού στοιχήματος) και Κλάσης Β (παροχή υπηρεσιών διαδικτυακού στοιχήματος) σημείωσαν σημαντική άνοδο της τάξης του 146% και διαμορφώθηκαν στα 123,4 εκατ. ευρώ.
Από τα μεικτά έσοδα αποδεκτών, τα 68.412.830 εκατ. ευρώ αφορούν διαδικτυακό στοίχημα και τα 54.982.648 ευρώ στοίχημα σε υποστατικό.
Σημειώνεται ότι ο συνολικός αριθμός των αποδεκτών Κλάσης Α και Β αυξήθηκε από 16 που ήταν το πρώτο τρίμηνο του 2017 σε 19 κατά το δεύτερο τρίμηνο. Στον αριθμό αυτό, ωστόσο, περιλαμβάνεται και ο ένας αποδέκτης Κλάσης Α που δεν προχώρησε κατά το δεύτερο τρίμηνο σε ανανέωση της άδειάς του, η οποία έληξε κατά την 1η Ιουνίου 2017.
Οι παίκτες
Τα κέρδη των παικτών ανήλθαν κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2017 στα 108.702.555, σημειώνοντας ελαφρά μείωση ύψους 2% σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο του έτους. Σε ετήσια βάση, όμως, παρατηρείται ποσοστιαία αύξηση ύψους 174%. Το μεγαλύτερο μερίδιο των κερδών, και πιο συγκεκριμένα τα 64.200.214, αφορούσαν παίκτες του διαδικτυακού στοιχήματος.
Οι αποδοχές στοιχήματος (ισούται με τα έσοδα στοιχήματος μείον τα κέρδη των παικτών) σημείωσαν στο σύνολό τους ελαφρά άνοδο της τάξης του 4% σε σύγκριση με το πρώτο τρίμηνο του έτους, φτάνοντας τα 14.692.923 ευρώ. Οι αποδοχές διαδικτυακού στοιχήματος αυξήθηκαν κατά 15%, φτάνοντας τα 4.212.616 ευρώ με την αδειοδότηση και ρύθμιση της στοιχηματικής δραστηριότητας να συνεχίζει να αποφέρει καρπούς, σύμφωνα με σχετικό σχόλιο της αρχής.
Ο φόρος
Σε ό,τι αφορά τη φορολογία (10% επί των αποδοχών), το δεύτερο τρίμηνο του 2017 στα δημόσια ταμεία εισέρευσαν 1,469 εκατ. ευρώ, ποσό αυξημένο κατά 42% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2016.