Η πρώτη φορά που πέρασε από τη Βουλή η νομοθεσία για τη δημιουργία εθνικού συστήματος υγείας ήταν το 2001. Η νομοθεσία αυτή έμεινε στο συρτάρι για σχεδόν 18 χρόνια. Ένα από τα βασικά αιτήματα όλων όσοι έβαζαν εμπόδια στην εφαρμογή του συστήματος είναι ότι πριν από το ΓεΣΥ θα πρέπει να ολοκληρωθεί η αυτονόμηση των δημόσιων νοσηλευτηρίων. Τέσσερα χρόνια μετά την εφαρμογή του συστήματος και απέχουμε ακόμα κατά πολύ από την αυτονόμηση, με τον πρόεδρο των Οργανωμένων Ασθενών Μάριο Κουλούμα να αναφέρει στον «Π» ότι δεν φαίνεται να υπάρχει πολιτική βούληση για να επιτευχθούν οι στόχοι που έχουν τεθεί για τα δημόσια νοσηλευτήρια.
Η λογική του Δημοσίου
Κατά τον πρόεδρο της ΟΣΑΚ, οι δικαιούχοι του ΓεΣΥ έχουν εγκαταλείψει τα δημόσια νοσηλευτήρια, τα οποία αποτελούν την τελευταία τους επιλογή, ενώ θα έπρεπε να ήταν η πρώτη. Ο ίδιος υπέδειξε ότι τα δημόσια νοσηλευτήρια, ενώ βρίσκονται σε ένα άκρως ανταγωνιστικό περιβάλλον, όπως είναι αυτό που έχει δημιουργηθεί εντός ΓεΣΥ, συνεχίζουν να λειτουργούν με τη λογική του Δημοσίου. «Συνεχίζουν να κλείνουν το μεσημέρι. Λειτουργούν με τρόπο που δεν εξυπηρετεί τις ανάγκες των πολιτών», δήλωσε, επισημαίνοντας ότι έπρεπε εδώ και καιρό να ληφθούν μέτρα. Όσον αφορά εκείνους που λένε ότι «βιαστήκαμε να εφαρμόσουμε το ΓεΣΥ και δεν δόθηκε η απαραίτητη προσοχή στα δημόσια νοσηλευτήρια», ο κ. Κουλούμας απαντά σημειώνοντας ότι αυτά τα λένε οι πολέμιοι του ΓεΣΥ, οι οποίοι παρόλο που έχουν περάσει τέσσερα χρόνια από την εφαρμογή του συστήματος, ακόμη ψάχνουν τρόπους για να το βλάψουν. «Το ΓεΣΥ το συζητούσαν κοντά 30 χρόνια, αν ήθελαν να αυτονομήσουν τα νοσοκομεία πριν από την εφαρμογή του συστήματος υπήρχε άπλετος χρόνος», υπογράμμισε, αφήνοντας ανοικτό το ενδεχόμενο κάποιοι να μην θέλουν τα δημόσια νοσηλευτήρια.
Τα κενά
Ο κ. Κουλούμας αναφέρθηκε και στον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί γενικότερα το ΓεΣΥ, επισημαίνοντας ότι υπάρχουν ακόμη πράγματα που πρέπει να γίνουν για να ολοκληρωθεί ο αρχικός σχεδιασμός. Περαιτέρω ένταξη υπηρεσιών που έχουν να κάνουν με υπηρεσίες αποκατάστασης, ανακουφιστική φροντίδα για περισσότερες ομάδες χρόνιων ασθενών (παρέχεται μόνο σε καρκινοπαθείς), ένταξη περισσότερων εργοθεραπευτών και παροχή υπηρεσιών από συμβουλευτικούς ψυχολόγους και ποδολόγους είναι μερικά από τα κενά που εντοπίζουν οι οργανωμένοι ασθενείς, με τον κ. Κουλούμα να μιλά ταυτόχρονα και για παρέκκλιση από τον αρχικό σχεδιασμό. Στους αρχικούς σχεδιασμούς ο αριθμός των ασθενών ανά προσωπικό γιατρό δεν έπρεπε να ξεπερνά τους 1.500, και κατ’ εξαίρεση ύστερα από απαίτηση του Παγκύπριου Ιατρικού Συλλόγου, τους επετράπη να έχουν 2.500 ασθενείς, ενώ κάποιοι γιατροί ήθελαν να μην υπάρχει κανένας περιορισμός και να μπορούν να εγγράφουν στη λίστα τους όσους ασθενείς θέλουν. Κατά τον κ. Κουλούμα, θα πρέπει η συγκεκριμένη απόφαση να επαναξιολογηθεί καθώς φάνηκε ότι υπάρχουν γιατροί που δεν είναι σε θέση να χειριστούν ένα τόσο μεγάλο αριθμό δικαιούχων. Άλλη μια στρέβλωση, κατά τον κ. Κουλούμα, είναι το γεγονός ότι επιτρέπεται στους πολίτες να πηγαίνουν απευθείας σε ειδικούς γιατρούς, παρακάμπτοντας τον προσωπικό τους γιατρό, και πληρώνοντας 25 ευρώ την επίσκεψη. Στους αρχικούς σχεδιασμούς υπάρχει πρόνοια για να επιτραπεί στους δικαιούχους του συστήματος απευθείας πρόσβαση σε ειδικό γιατρό, μόνο για να λάβουν δεύτερη γνώμη, γεγονός που συνεπάγεται ότι ο ειδικός γιατρός δεν θα μπορούσε να τους στείλει για εργαστηριακές εξετάσεις, να συνταγογραφήσει φάρμακα κ.λπ. «Είναι μια στρέβλωση την οποία εμείς ως Οργανωμένοι Ασθενείς δεχθήκαμε στην αρχή, λαμβάνοντας υπόψη ότι ο θεσμός του προσωπικού γιατρού είναι ένας νέος θεσμός, και ότι οι πολίτες θα χρειάζονταν κάποιο διάστημα προσαρμογής», σημείωσε.
Μια συμβουλή για τον επόμενο
Ο Μάριος Κουλούμας, ύστερα από εννέα χρόνια στο τιμόνι της ΟΣΑΚ, παραδίδει σήμερα τα ηνία. Κληθείς από τον «Π» να δώσει μια συμβουλή για το επόμενο διοικητικό συμβούλιο της Ομοσπονδίας Ασθενών Κύπρου, ανέφερε ότι θα πρέπει να είναι διεκδικητικοί και να περιφρουρήσουν το ΓεΣΥ, την ίδια στιγμή που υπάρχουν πολλά που θα πρέπει να υλοποιηθούν. Ανάμεσα σε άλλα αναφέρθηκε στα νομοσχέδια που εκκρεμούν, όπως είναι ο Συνήγορος του Ασθενή, ενώ δεν παρέλειψε να μιλήσει και για το διαχρονικό πρόβλημα που υπάρχει με την έλλειψη κλινικού ελέγχου στις ιατρικές πράξεις.
Αναγκαία η συνεχής εκπαίδευση πάροχων και δικαιούχων
Μπορεί να έχουν περάσει τέσσερα χρόνια από την εφαρμογή του ΓεΣΥ, ωστόσο έχουμε ακόμη δρόμο. Υπάρχουν υπηρεσίες υγείας οι οποίες ακόμη δεν έχουν ενταχθεί στο σύστημα. Την ίδια στιγμή, δικαιούχοι δεν γνωρίζουν πώς λειτουργεί το ΓεΣΥ και συνεχίζουν να γυρίζουν από γιατρό σε γιατρό. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να ταλαιπωρούνται οι ίδιοι αλλά να ταλαιπωρούν και το σύστημα. Πρωταρχικό ρόλο στο να εκπαιδευτούν οι δικαιούχοι του ΓεΣΥ κατέχουν οι προσωπικοί γιατροί, οι οποίοι πρέπει και οι ίδιοι να εκπαιδεύονται συνεχώς. Για τον ρόλο του προσωπικού γιατρού στο ΓεΣΥ αλλά και για την ανάγκη που υπάρχει ούτως ώστε να δοθεί σημασία στη νέα γενιά γιατρών μίλησε στον «Π» ο ειδικός παθολόγος δρ Κώστας Σχίζας. Ο ίδιος υπογραμμίζοντας ότι το ΓεΣΥ ήρθε για να μείνει, μίλησε για τον ρόλο του θεσμοφύλακα του ΓεΣΥ που έχουν αναλάβει οι προσωπικοί γιατροί, οι οποίοι αν έχουν τα εφόδια και μπορούν να λειτουργούν σωστά, τότε γλυτώνουν από τον ΟΑΥ χρήματα και από τους δικαιούχους χρόνο. Γι΄αυτό άλλωστε κρίνει ως αναγκαία τη συνεχή εκπαίδευση των προσωπικών ιατρών, τους οποίους οι δικαιούχοι πρέπει να εμπιστευθούν. Ο δρ Σχίζας μίλησε παράλληλα και για το θέμα της υπερσυνταγογράφησης, επισημαίνοντας ότι μειώθηκαν τα μεν παραπεμπτικά, αλλά οι λίστες αναμονής στους ειδικούς γιατρούς παραμένουν, γεγονός που συνεπάγεται ότι το πρόβλημα δεν έχει λυθεί. «Αυτό που πρέπει να γίνει είναι ο ΟΑΥ να αφήσει στην άκρη τους ποσοτικούς ελέγχους των παραπεμπτικών που εκδίδουμε και να δει πόσα από αυτά πρέπει να εκδίδονται και πόσα όχι», τόνισε ο δρ Σχίζας, υπογραμμίζοντας ότι πρέπει να αφήσουν τον γιατρό να κάνει τη δουλειά του.