Επιλογικά, μπορούμε να πούμε ότι τουλάχιστον τα επτά των αρχαίων κυπριακών βασιλείων είχανε μια μακρά διάρκεια ζωής και σε λίγες μόνο περιπτώσεις είχαν αντιμετωπίσει ιδιαίτερα τραγικές ή και πολύ δύσκολες καταστάσεις, όπως πολέμους ή και φυσικές καταστροφές, όπως σεισμούς. Υπήρξαν στην πλειονότητά τους πλούσια βασίλεια και οι πόλεις τους διέθεταν και εντυπωσιακές ακροπόλεις αλλά και ισχυρές οχυρώσεις. Λίγες σχετικά υπήρξαν και οι περιπτώσεις όπου είχαν υποχρεωθεί να πάρουν ιδιαίτερα σημαντικές και καθοριστικές αποφάσεις. Τα 7 από τα αρχικά 12 βασίλεια είχαν επιβιώσει και ακμάσει για 8 και πλέον συνεχείς αιώνες. Ενωρίτερα, η Κύπρος ως ένα ενιαίο βασίλειο είχε ακμάσει για άλλο μεγάλο διάστημα, άγνωστο πόσο ακριβώς. Στις επιστολές του προϊστορικού εκείνου βασιλιά της Κύπρου κατά το πρώτο μισό του 14ου π.Χ. αι. προς τον φαραώ Ακενατόν, ο Κύπριος μονάρχης έκανε λόγο και για κάποια πολύ μεγάλη καταστροφή που είχε σκοτώσει πάρα πολλούς ανθρώπους, και εξηγούσε γιατί δεν είχε μπορέσει να στείλει έγκαιρα στην Αίγυπτο τις ζητούμενες ποσότητες χαλκού. Θεωρείται ότι θα επρόκειτο για ένα μεγάλο σεισμό που είχε πλήξει πολλές περιοχές –είχε σκοτωθεί ακόμη και ο μικρός του γιος, όπως έγραφε ο Κύπριος βασιλιάς– και θα είχε θάψει και πάρα πολλούς από εκείνους που εργάζονταν στα βάθη της γης, στα μεταλλεία χαλκού. Σεισμοί μαρτυρείται ότι είχαν κτυπήσει πολλές φορές την Κύπρο, κάτι που βεβαιώνεται και από την αρχαιολογική έρευνα. Η ζωή ωστόσο συνεχιζόταν και τα βασίλεια της Κύπρου εξακολουθούσαν να ακμάζουν ξεπερνώντας τις όποιες τραγωδίες που τα έπλητταν.
Η διάλυση ωστόσο των βασιλείων στα τέλη του 4ου π.Χ. αιώνα, σήμαινε κάτι άλλο, ιδιαίτερα σημαντικό: το ότι στο εξής η Κύπρος δεν θα ήτανε πλέον ανεξάρτητη. Στο εξής υποβιβάστηκε σε απλή επαρχία αρχικά του βασιλείου των Πτολεμαίων και στη συνέχεια κατέστη μικρό τμήμα μεγάλων αυτοκρατοριών, της Ρωμαϊκής και της Βυζαντινής. Με αποτέλεσμα να απολέσει και πολλά, όπως τη ναυτική της δύναμη και την ιδιαίτερη σχέση με τη θάλασσα. Ανεξάρτητο βασίλειο κατέστη και πάλι η Κύπρος κατά τα Μεσαιωνικά χρόνια, από το 1192 (επίσημα αναγνωρισμένο από το 1197) μέχρι και το 1489. Όμως πλέον, οι βασιλιάδες και οι λοιποί ευγενείς ήσαν όλοι ξένοι, ενώ οι ίδιοι οι Κύπριοι είχαν υποβιβαστεί στην κατώτερη κοινωνική τάξη, εκείνη των δουλοπαροίκων. Σε πλήρη αντίθεση προς τη μακρά εποχή άνθησης των αρχαίων βασιλείων, οπότε οι Κύπριοι ήσαν οι κυρίαρχοι και αφέντες στην πατρίδα τους – κάτι που δεν ίσχυσε ποτέ αργότερα.