Ξεχειλίζει από αγάπη για την Κύπρο και την ίδια ώρα μαραζώνει για την τύχη της. Γιατί ένας πατριώτης του εκτοπίσματος του Τάκη Χατζηδημητρίου δεν βλέπει μονοσήμαντα τα γεγονότα, ούτε τα αντικρίζει ξεκομμένα από την Ιστορία. Με θάρρος, αλλά προπάντων με στοιχεία, παρουσιάζει μία περίοδο της κυπριακής πραγματικότητας κατά την οποία αντί του κράτους ενισχυόταν το παρακράτος κι αντί έγνοια να είναι η επιβίωση της νεοσύστατης Δημοκρατίας γίνονταν ενέργειες για κατάλυσή της. Στο νέο του βιβλίο «Κυπριακή Δημοκρατία 1964-1967: Από τη στρατιωτικοποίηση στη στρατοκρατία», ο Τ. Χατζηδημητρίου συνεχίζει τη διαδρομή που άρχισε με τα δύο προηγούμενα βιβλία και η οποία θα καταλήξει στο έγκλημα του 1974.
Ποιος ήταν ο πιο καθοριστικός παράγοντας για να οδηγηθείτε στη συγγραφή ιστορικοπολιτικών βιβλίων; Η βιβλιοφιλία σας ή τα πολιτικά σας βιώματα;
Ήταν ένας τρίτος δρόμος. Στην πολιτική μπήκα μέσα από τη διαδικασία της πνευματικής αναζήτησης. Η πρώτη μεγάλη μου δραστηριότητα ήταν η έκδοση του περιοδικού «Κυπριακά Χρονικά». Ενός περιοδικού που διαδραμάτισε πολύ σημαντικό ρόλο στα πνευματικά, πολιτιστικά, λογοτεχνικά πράγματα του τόπου και της εποχής του, ακόμα και σε επίπεδο πολιτικού προβληματισμού τη δύσκολη περίοδο της Δημοκρατίας. Μία περίοδος αντιφατική, με την πολιτική κατάσταση -κράτους και αξιών της Δημοκρατίας- σε προβληματική λειτουργία. Όμως, στον πνευματικό τομέα υπήρχε μια μεγάλη αναζήτηση. Νέα ρεύματα τη δεκαετία του '60, νέοι άνθρωποι, νέες αναζητήσεις. Αυτήν την καταβολή είχα. Άρα, και η πολιτική μου ζωή ήταν μια συνεχής αναζήτηση, διάβασμα και συγγραφή.
Το νέο σας βιβλίο «Κυπριακή Δημοκρατία 1964-1967: Από τη στρατιωτικοποίηση στη στρατοκρατία» στην ουσία θέτει στο επίκεντρο της κριτικής του τη διακυβέρνηση Μακαρίου, που όχι μόνο επέτρεψε στο παρακράτος να ανδρωθεί αλλά το ενθάρρυνε κιόλας. Σωστά;
Αυτό ήταν το μεγάλο πρόβλημα της Κύπρου και το πληρώνουμε σήμερα πολύ ακριβά. Δόθηκε ανεξαρτησία στην Κύπρο, δεν ήταν το αίτημα των Κυπρίων και δεν ήταν κάτι που ικανοποιούσε το εθνικό φρόνημα, αλλά η κυπριακή ηγεσία όφειλε να λογαριάσει τα δεδομένα. Και τα δεδομένα ήταν ότι τελείωνε η αποικιακή περίοδος, ερχόταν η διακυβέρνηση της Κύπρου στα χέρια των Κυπρίων με δεσμεύσεις, όπως ολόκληρη η Κύπρος με ενωμένο τον λαό της, Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους, με ένα συγκεκριμένο Σύνταγμα. Ορκιζόμασταν πίστη στο Σύνταγμα και υποσκάπταμε το Σύνταγμα. Μας δόθηκε η ευκαιρία να κάνουμε κράτος, κράτος δικαίου που να στηρίζει την κυπριακή ανεξαρτησία και στόχος μας ήταν η κατάλυση της δημοκρατίας. Και το θεωρούσαμε μάλιστα νίκη. Και αποδείχτηκε η απαρχή των δεινών. Γίνεται πολλή συζήτηση για τα 13 σημεία του Συντάγματος. Μα τα 13 σημεία δεν ήταν κάτι το τυχαίο που παρουσιάστηκε κάποιον μήνα τον Νοέμβριο του 1963. Ήταν μέσα στη διαδρομή ότι το Σύνταγμα της Ζυρίχης δίνει πλεονεκτήματα, δημιουργεί δικοινοτικό κράτος, δίνει προνόμια στους Τουρκοκύπριους. Κι εμείς θέλαμε να το καταργήσουμε για να ξαναρχίσουμε από την αρχή και να πετύχουμε αυτοδιάθεση, ένωση. Το λάθος της κυπριακής ηγεσίας ήταν ότι δεν εκτίμησε σωστά τα δεδομένα, υπό την έννοια ότι η διακυβέρνηση ήταν στα χέρια και στην ευθύνη των Ελληνοκυπρίων. Οι Τουρκοκύπριοι είχαν προνόμια; Ναι. Ήταν υπερβολικά; Ναι, αλλά επαναλαμβάνω, η διακυβέρνηση βρισκόταν στα χέρια των Ε/Κ. Το Υπουργικό Συμβούλιο αποφάσιζε με πλειοψηφία και οι Ε/Κ ήταν η πλειοψηφία. Το Υπουργείο Εσωτερικών με την Αστυνομία ήταν στα χέρια Ε/Κ, Υπουργείο Οικονομικών, Υπουργείο Εξωτερικών, Συγκοινωνιών το ίδιο. Δηλαδή όλα τα παραγωγικά υπουργεία, τα σημαντικά υπουργεία που κυβερνούσαν τον τόπο ήταν στα χέρια των Ε/Κ. Επίσης, ένας τόπος για να μπορέσει να επιβιώσει χρειάζεται μια κοινωνική αντίληψη έναντι του συνόλου του λαού και αυτό μπορεί να οικοδομηθεί μόνο με πίστη στο Σύνταγμα. Όταν καταστρέφεις το Σύνταγμα, καταστρέφεις και την ενότητα του τόπου και του λαού και οδηγείς και τον τόπο και τον λαό σε περιπέτειες. Αναπτύσσεις τον εγωισμό, εκτρέπεις από κάποιους αντικειμενικούς στόχους τον λαό και στο τέλος μπαίνεις σε έναν κύκλο ανωμαλίας. Και όταν αρχίσει ο κύκλος της ανωμαλίας δεν έχει τέλος. Θα μπορούσε να είχε τέλος αν κάποια στιγμή διερωτόμασταν πού πάμε. Δεν το κάναμε ποτέ όμως αυτό το πράγμα.
Επιλέξαμε τη στρατιωτικοποίηση και τη στρατοκρατία και όχι την πολιτική, λέτε. Πώς το εξηγείτε;
Όταν ο στρατός αναλαμβάνει πολιτικό ρόλο μέσα σε μια κοινωνία και έχει πολιτική διαφορετική που την κυβέρνηση, τότε έχουμε στρατοκρατία. Και σε κρίσιμες στιγμές ο στρατός γίνεται και κυρίαρχη δύναμη. Και έχουμε και το κλασικό παράδειγμα της περιόδου στην οποία αναφέρεται το βιβλίο. Όταν ο Μακάριος έφερε τσεχικά όπλα το 1966, ο στρατός επενέβη και τα κατάσχεσε. Τα όπλα της Δημοκρατίας, αυτά που έφερε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Η έννοια της στρατιωτικοποίησης ξεκίνησε ως αντιμετώπιση της τουρκικής απειλής κ.λπ. και εξελίχθηκε στο τέλος σε στρατοκρατία, επιβάλλοντας τη θέση της με τελικό αποτέλεσμα το πραξικόπημα.
Η ευθύνη η δική μας, των πολιτών, είναι να εργαζόμαστε για την Κύπρο. Η υπευθυνότητα για τη λήψη των αποφάσεων ανήκει στην ηγεσία. Ώς τώρα οι ηγέτες μας δεν τόλμησαν να λάβουν την ευθύνη μίας απόφασης και βολεύονται με την εκκρεμότητα και τη διαιώνιση του προβλήματος. Και το κάνουν από έλλειψη διάθεσης για ανάληψη ευθύνης. Προτιμούν τα χειροκροτήματα παρά να διακινδυνεύσουν να πάρουν ευθύνη έναντι της ιστορίας.
«Κύπρος 1950-1959 - Το τέλος του αλυτρωτισμού», «Κυπριακή Δημοκρατία 1959-1964 - Κράτος και παρακράτος». Γιατί αυτή η σειρά των βιβλίων;
Εκείνο που με είχε συγκλονίσει απόλυτα και ήξερα ότι θα ήταν δραματικό για την Κύπρο ήταν η εγκαθίδρυση της Χούντας στην Ελλάδα. Και μάλιστα, την ίδια ημέρα έγραψα και άρθρο, στο οποίο έλεγα ότι αυτό που έγινε στην Ελλάδα θα σημάνει και το τέλος του ιστορικού βίου της Κύπρου. Και όλη μου η προσπάθεια όλα εκείνα τα χρόνια ήταν φυσικά ο αντιχουντικός αγώνας αλλά με τη σκέψη πώς θα μπορούσε να διασωθεί η Κύπρος από την καταστροφή. Είχα πολύ προχωρημένα κείμενα. Αλλά σκέφτηκα ότι για να φτάσουμε στη Χούντα προηγήθηκαν κάποια γεγονότα. Έτσι αναζήτησα τη διαδρομή, γράφοντας τα βιβλία που αναφέρατε πιο πάνω.
Άρα το επόμενό σας βιβλίο θα είναι η επταετία της Χούντας σε σχέση με την Κύπρο…
Εργάζομαι πάνω σε αυτό και αυτό που εύχομαι στον εαυτό μου να μου δώσει χρόνο η μοίρα να το τελειώσω για να μπορέσω να ολοκληρώσω αυτή τη διαδρομή.
Όπως φαίνεται μέσα από αυτό σας το βιβλίο, αλλά και από τα άλλα δύο συναφή που προηγήθηκαν, ο υπερπατριωτικός οίστρος, ο εθνικός μαξιμαλισμός κ.λπ. δεν είναι ποτέ οι καλύτεροι σύμβουλοι. Σήμερα τι θα χαρακτηρίζατε τη μεγαλύτερη κατάρα της Κύπρου διαχρονικά;
Δεν αγαπήσαμε τον τόπο, δεν γνωρίσαμε την ιστορία του, δεν γνωρίσαμε την αξία του. Η Κύπρος είναι μια πολύ μεγάλη υπόθεση διαμέσου των χιλιάδων χρόνων της ιστορίας της. Και η γεωγραφική της θέση και ο λαός της και η σύνθεση του λαού της, η στρατηγική της σημασία… Και σήμερα, με την κρίση στη Γάζα, η Κύπρος έχει και ρόλο και παρέμβαση, αλλά είναι ρόλος μετέωρος. Και σκέφτομαι τι θα ήταν η Κύπρος αν ήταν ειρηνική, με το κυπριακό λυμένο. Θα ήταν ένα παράδειγμα για την περιοχή. Θα την εμπιστεύονταν, πράγμα που δεν μπορεί να κάνει ούτε η Ευρώπη ούτε η Αμερική. Είναι το προνόμιο της Κύπρου, της ιστορίας της, της παράδοσής της. Την οποία δυστυχώς δεν γνωρίσαμε και δεν λογαριάσαμε και ακόμα δεν λογαριάζουμε. Επιδιώκουμε πιο πολύ διαμέσου των στρατιωτικοποιήσεων τις αντιπαραθέσεις παρά τις συνεργασίες.
Τι σας δίνει δύναμη και σθένος να γράψετε;
Δύναμη και σθένος δίνει η γνώση της ιστορίας και της αξίας της Κύπρου. Η Κύπρος που έζησε τόσες χιλιάδες χρόνια ήταν σταυροδρόμι πολιτισμών, σημείο συνάντησης θρησκειών, πολιτισμών, αυτοκρατοριών και επιβίωσε όλα αυτά τα χρόνια παρά τις συμφορές. Ήρθαμε εμείς η γενιά των μορφωμένων, των έξυπνων, των ικανών, των πλουσίων και στα χρόνια τα δικά μας αυτή η διαδρομή των χιλιάδων χρόνων έφτασε σε ένα τέρμα το 1974. Και τώρα αναζητούμε βηματισμό για το μέλλον. Αυτός ο βηματισμός θα πρέπει να στηριχθεί πάνω στην ιστορία και να σκεφτούμε πως όπως ήταν διαδρομή καταστροφής μπορεί να γίνει και διαδρομή σωτηρίας.
Τελικά το «εκάμαμεν τζι’ εμείς πολλά» που τόσο λοιδορήθηκε και χλευάστηκε έχει βάση;
Φυσικά. Είπαμε πριν για την κατάρα της Κύπρου διαχρονικά, για το μεγαλύτερο λάθος. Αυτό ήταν το μεγαλύτερο λάθος. Κάνεις τη δικοινοτική Δημοκρατία; Άπλωσε και το χέρι προς τον άλλον. Και μέσα από τα βιβλία μου και μέσα από τις ομολογίες των ίδιων των μελών της κυπριακής κυβέρνησης, τα χρόνια '60-'63 διαφαίνεται ότι αντί να προωθούμε τη συνεργασία προωθούσαμε την αντιπαράθεση και τη σύγκρουση. Η οποία εξελίχθηκε σε διακοινοτική, μετά σε πόλεμο, ύστερα σε απομόνωση, μετά σε μέτρα κατά των Τ/Κ. Αναζήτησα μέσα από το βιβλίο μου τη διαδρομή του χάσματος ανάμεσα σε Ε/Κ και Τ/Κ και δεν ήταν μοιραία τα όσα είχαν συμβεί. Δεν έπεσαν από τον ουρανό. Ήταν επιλογές μας, ήταν αποφάσεις μας. Αντί να κάνουμε κράτος κάναμε παρακράτος, τέλειωσε ο αγώνας με τους Εγγλέζους, και είπαμε «τώρα ας φάμε τους Τούρκους». Αυτή η γραμμή ακολουθήθηκε μετά το 1959 από στελέχη της ΕΟΚΑ που πήραν θέση στην κυβέρνηση. Κι εδώ είναι και η ευθύνη του Μακάριου, ο οποίος με την επιστροφή του στην Κύπρο βρέθηκε μπροστά στο δίλημμα τι να κάνει με την ΕΟΚΑ. Υπολογισμούς μαζί της και πώς να την καλοκρατά ή να επιλέξει στήριξη του κράτους. Επέλεξε τους ανθρώπους της ΕΟΚΑ και ο ίδιος, όπως ομολόγησε με επιστολή στον Παπανδρέου το 1964, ουδέποτε πίστεψε στο κράτος και στη μονιμότητα του κράτους.
Πολιτική Δημοσίευσης Σχολίων
Οι ιδιοκτήτες της ιστοσελίδας www.politis.com.cy διατηρούν το δικαίωμα να αφαιρούν σχόλια αναγνωστών, δυσφημιστικού και/ή υβριστικού περιεχομένου, ή/και σχόλια που μπορούν να εκληφθεί ότι υποκινούν το μίσος/τον ρατσισμό ή που παραβιάζουν οποιαδήποτε άλλη νομοθεσία. Οι συντάκτες των σχολίων αυτών ευθύνονται προσωπικά για την δημοσίευση τους. Αν κάποιος αναγνώστης/συντάκτης σχολίου, το οποίο αφαιρείται, θεωρεί ότι έχει στοιχεία που αποδεικνύουν το αληθές του περιεχομένου του, μπορεί να τα αποστείλει στην διεύθυνση της ιστοσελίδας για να διερευνηθούν. Προτρέπουμε τους αναγνώστες μας να κάνουν report / flag σχόλια που πιστεύουν ότι παραβιάζουν τους πιο πάνω κανόνες. Σχόλια που περιέχουν URL / links σε οποιαδήποτε σελίδα, δεν δημοσιεύονται αυτόματα.