Νόμιμη έκρινε το Διοικητικό Δικαστήριο την απόφαση που έλαβε το 2013 η ΑΗΚ να αναστείλει την καταβολή του οδοιπορικού επιδόματος, λόγω των ιδιαίτερων οικονομικών δυσκολιών που αντιμετώπιζε η χώρα αλλά και η Αρχή. Την κήρυξη της απόφασης ως παράνομης και την ακύρωσή της ζήτησαν με ισάριθμες προσφυγές που συνεξετάστηκαν 41 υπάλληλοι της ΑΗΚ, οι οποίοι ανήκουν στο επιστημονικό προσωπικό των ηλεκτροπαραγωγών σταθμών. Οι εργαζόμενοι υποστήριξαν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε κατά παράβαση των κανονισμών (και δη του κανονισμού 42), υπό νομική πλάνη και καθ’ υπέρβαση εξουσίας. Συγκεκριμένα υποστήριξαν ότι η συντεχνία τους, ΣΕΠΑΗΚ, δεν συμφώνησε με την απόφαση της ΑΗΚ και των άλλων τριών συντεχνιών για αναστολή / τροποποίηση αυτού και άλλων επιδομάτων και δεν υπογράφηκε οποιαδήποτε συλλογική σύμβαση μεταξύ της ΑΗΚ και της ΣΕΠΑΗΚ, ώστε να νομιμοποιείται η αναστολή του συγκεκριμένου επιδόματος.
Σύμφωνα με τους κανονισμούς της ΑΗΚ, τα επιδόματα μπορούν να αναθεωρούνται και να τροποποιούνται μέσω των συλλογικών συμβάσεων που συνομολογούνται με τη συντεχνία. Ως συντεχνία ορίζεται οποιαδήποτε συντεχνία δεόντως εγγεγραμμένη και αναγνωρισμένη από την ΑΗΚ ως εκπροσωπούσα υπαλλήλους της Αρχής.
Το Διοικητικό Δικαστήριο, με την απόφαση του Φ. Κωμοδρόμου, αναφέρει ότι όλες οι συντεχνίες συμμετείχαν στη διαβούλευση με την ΑΗΚ για τροποποίηση ή αναστολή των επιδομάτων, αλλά η ΣΕΠΑΗΚ ήταν η μόνη που δεν συμφώνησε και δεν συνυπέγραψε τη συμφωνία. Οι συνήγοροι των υπαλλήλων που προσέφυγαν στο δικαστήριο υποστήριξαν ότι η άρνηση της ΣΕΠΑΗΚ να υπογράψει τη συμφωνία καθιστά άνευ νομικού υπόβαθρου την απόφαση της ΑΗΚ.
Ο δικαστής, όμως, δεν συμφώνησε. Γράφει στην απόφαση ότι αυτό που απαιτείται είναι η ύπαρξη συνομολογημένης συμφωνίας, η οποία θα μπορεί να αποτελέσει το έρεισμα για την όποια αναθεώρηση των επιδομάτων. «Κρίνω», αναφέρει ο δικαστής, «ότι αυτό το νομικό έρεισμα υπήρξε, εφόσον συνομολογήθηκε η συμφωνία μεταξύ της ΑΗΚ και των τριών συντεχνιών». Προσθέτει, δε, ότι το γεγονός ότι μία εκ των συντεχνιών δεν συναίνεσε στη συμφωνία δεν μπορεί από μόνο του να αναιρέσει το πραγματικό γεγονός της σύναψης και ύπαρξης τέτοιας συμφωνίας. Σε διαφορετική περίπτωση, αναφέρει ο ίδιος, θα ήταν δύσκολη έως αδύνατη η αναθεώρηση των επιδομάτων χωρίς ομόφωνη συμφωνία των συντεχνιών.