Στις 19 Αυγούστου 1974 αναλαμβάνει το έργο της παροχής βοήθειας στους 160.000 εκτοπισθέντες, που χρειάζονταν συνεχή στήριξη, η συσταθείσα για τον σκοπό αυτό, μία μέρα προηγουμένως, Υπηρεσία Μερίμνης και Αποκαταστάσεως Εκτοπισθέντων (ΥΜΑπΕ) υπό τον διευθυντή του Κέντρου Παραγωγικότητας Γιώργο Ιακώβου. Την πιο κρίσιμη στιγμή της κυπριακής Ιστορίας, αφηγείται στον «Π» ο κ. Ιακώβου, ο νόμος περί Εκτάκτων Αναγκών που θα επέτρεπε στην κυβέρνηση να κηρύξει έκτακτη ανάγκη κρίθηκε αντισυνταγματικός με γνωμάτευση του γενικού εισαγγελέα Κρίτωνα Τορναρίτη. Σύμφωνα με τον κ. Ιακώβου, η αντισυνταγματικότητα είχε να κάνει με τη σύνταξη του νόμου, ο οποίος ανέθετε εκτελεστικές αρμοδιότητες στον Πρόεδρο όσον αφορά την κήρυξη κατάστασης εκτάκτου ανάγκης. Ο κ. Ιακώβου φέρεται να είχε θέσει προϋπόθεση στον προεδρεύοντα Γλαύκο Κληρίδη, να έχει η υπηρεσία αρμοδιότητα επί όλων των άλλων κρατικών υπηρεσιών. Σε διαφορετική περίπτωση, θα ήταν αδύνατο ο ίδιος ως «ένας απλός δημόσιος υπάλληλος» να επιβληθεί της κρατικής μηχανής. Ο κ. Ιακώβου θυμάται να είπε τα εξής στον Γλαύκο Κληρίδη όταν ο Κρίτων Τορναρίτης επέμεινε στη γνωμάτευσή του: «Πες ότι αρχίζουμε αύριο και έρχονται 100 μαμάδες με μωρά και μου λεν δεν βρίσκουμε παιδικές τροφές και λέω σε ένα υπάλληλο, πηγαίνετε στον τάδε εισαγωγέα να φέρετε παιδικές τροφές. Και αυτός πει ότι δεν έχει διότι τις κρύβουν για να τις πωλήσουν στη μαύρη αγορά στη διπλάσια τιμή. Τι θα κάνω εγώ;» Τελικά η δράση της ΥΜΑπΕ στηρίχθηκε στον νόμο περί Πολιτικής Άμυνας του 1964. Σύμφωνα με εκείνο τον νόμο, όπως τον εξήγησε στον «Π» ο κ. Ιακώβου, «εάν κινδυνεύουν υλικά τα οποία είναι αναγκαία για την επιβίωση του λαού σε περίπτωση πολέμου, η Πολιτική Άμυνα μπορεί να τα μεταφέρει σε ασφαλή τόπο». Αργότερα, με την εξομάλυνση της κατάστασης, μετά την κατάρτιση του Σχεδίου Βοήθειας Εκτοπισθέντων και Παθόντων, η εφαρμογή του οποίου ξεκίνησε την 1η Οκτωβρίου 1974, θα ακολουθούνταν διαδικασίες προκήρυξης προσφορών για όσα η ΥΜΑπΕ χρειαζόταν να χορηγήσει σε εκτοπισθέντες και δεν έφταναν μέσω της διεθνούς βοήθειας.
Στελέχωση με αποσπάσεις
Η παροχή απρόσκοπτης και συνεχούς βοήθειας στους εκτοπισθέντες δεν ήταν ο μόνος λόγος για την επικάλυψη του κράτους από την ΥΜΑπΕ. Ένας άλλος λόγος ήταν η αδρανοποίηση της οικονομίας και το πάγωμα κάθε δραστηριότητας που χρειαζόταν τη μεσολάβηση του κράτους. Με τα σχολεία κλειστά και τους εκτοπισθέντες να καταλύουν σε αυτά, καθηγητές και δάσκαλοι ήταν οι πρώτοι που κλήθηκαν ή προσφέρθηκαν να βοηθήσουν. Στους 23 επίσημους καταυλισμούς που λειτούργησαν σε Λευκωσία (7), Λάρνακα (15), και Λεμεσό (1), τοποθετήθηκαν διευθυντές καταυλισμών δάσκαλοι ή καθηγητές, ενώ στα 312 κέντρα λιανικής διανομής τροφίμων και στις κεντρικές αποθήκες που λειτούργησαν σε τέσσερις περιοχές (Λευκωσία, Λεμεσό, Λάρνακα και Κακοπετριά) εργάστηκαν υπάλληλοι άλλων υπηρεσιών που αργούσαν λόγω του πολέμου, όπως ήταν για παράδειγμα οι Κυπριακές Αερογραμμές. Αρχικά στην ΥΜΑπΕ απασχολήθηκαν 30 υπάλληλοι, που δεν υπάγονταν στην ιεραρχία του Υπουργείου Εργασίας. Τον ρόλο της επαφής της ΥΜΑπΕ με το κράτος είχε αναλάβει, σύμφωνα με την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, στις 18/8/1974 η πρόεδρος του Κυπριακού Ερυθρού Σταυρού Στέλλα Σουλιώτη. Αργότερα με αποσπάσεις ενισχύθηκε περαιτέρω η ΥΜΕπΑ. Στο βιβλίο «Άθλος» του Πάνου Μυρτιώτη σημειώνεται ότι 150 υπάλληλοι αποσπασμένοι από Γενικό Λογιστήριο, Ελεγκτική Υπηρεσία και Τμήμα Φορολογίας ασχολούνταν με την εκτέλεση των παραγγελιών που έφταναν από τις επαρχιακές επιτροπές της ΥΜΑπΕ για τις διανομές.