Προχθές ήταν ορισμένη για ακρόαση ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας η ποινική υπόθεση εναντίον του ανώτερου λειτουργού της Ελεγκτικής Υπηρεσίας ο οποίος πληρώνεται εδώ και πέντε χρόνια χωρίς να εργάζεται μιας και τέθηκε σε διαθεσιμότητα μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσής του που, παρεμπιπτόντως, δεν άρχισε ακόμη! Και ενώ η Κατηγορούσα Αρχή (Νομική Υπηρεσία) ήταν έτοιμη για την εκδίκαση της υπόθεσης με την κατάθεση μαρτύρων, το δικαστήριο όρισε νέα δικάσιμο για τις 23/09/2025 με το επιχείρημα ότι εκκρεμούν παλαιότερες ακροάσεις υποθέσεων των οποίων το δικαστήριο θα πρέπει να επιληφθεί. Αυτό που δεν έλαβε, προφανώς, υπόψη το δικαστήριο είναι ότι ο συγκεκριμένος υπό κατηγορία δημόσιος υπάλληλος λαμβάνει από το έτος 2019 μισθό €4.000 τον μήνα χωρίς να εργάζεται και περιμένει να δικαστεί. Μεταξύ άλλων, κατηγορείται για παράνομη σύσταση εταιρείας με ψευδείς παραστάσεις.
Από τον Οκτώβριο του 2019 που τέθηκε σε διαθεσιμότητα μετά από αίτημα του τέως Γενικού Ελεγκτή, Οδυσσέα Μιχαηλίδη, λαμβάνει με απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας το 75% του μηνιαίου μισθού του στη μισθοδοτική κλίμακα Α14. Βρίσκεται σε διαθεσιμότητα εδώ και 67 μήνες. Συνεπώς, ο ανώτερος λειτουργός της Ελεγκτικής Υπηρεσίας έλαβε μέχρι σήμερα από τη Δημοκρατία το ποσό των €268.000 χωρίς να εργαστεί και χωρίς να δικαστεί.
Η συγκεκριμένη υπόθεση αφορά ιδιάζουσα περίπτωση που θα έπρεπε να λάμβανε υπόψη το δικαστήριο καθώς η όποια καθυστέρηση στην εκδίκασή της έχει άμεσες οικονομικές επιπτώσεις στο κράτος και η όποια αδικαιολόγητη καθυστέρηση θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως διασπάθιση δημόσιου χρήματος.
Στο κόλπο άλλοι τέσσερις
Ο υπό κατηγορία λειτουργός της Ελεγκτικής Υπηρεσίας συμμετείχε στη σύσταση ιδιωτικής εταιρείας αποκρύβοντας το γεγονός ότι είναι δημόσιος υπάλληλος. Αντίθετα, δήλωσε ότι είναι ιδιωτικός υπάλληλος. Κατά τη διερεύνηση της υπόθεσης, πρώτα από την ίδια την Ελεγκτική Υπηρεσία, διαπιστώθηκαν τα εξής: Η σύσταση της εταιρείας έγινε το 2006 με τη συμμετοχή πέντε λειτουργών της Ελεγκτικής Υπηρεσίας, οι οποίοι δήλωσαν ψευδώς ότι είναι ιδιωτικοί υπάλληλοι. Και ο λόγος; Με βάση την κείμενη νομοθεσία, για να συμμετέχει ένας δημόσιος υπάλληλος σε ιδιωτική εταιρεία θα πρέπει πρώτα να εξασφαλίσει άδεια από τον υπουργό Οικονομικών. Η συγκεκριμένη άδεια, που επιτρέπει σε δημοσίους υπαλλήλους να κατέχουν μετοχές σε ιδιωτικές εταιρείες ή να είναι διευθυντές ή γραμματείς ή διοικητικοί σύμβουλοι σε ιδιωτικές εταιρείες, παραχωρείται μόνο στις περιπτώσεις που η χορήγησή της εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον ή όταν το συμφέρον των υπαλλήλων/λειτουργών στην εταιρεία, τον συνεταιρισμό ή την επιχείρηση ιδιωτικής φύσης προήλθε από κληρονομική διαδοχή και η κατοχή των μετοχών δεν επηρεάζει και δεν είναι ασυμβίβαστη με την εκτέλεση των καθηκόντων τους.
Στην προκειμένη περίπτωση δεν θα μπορούσε να δοθεί η άδεια καθώς πρόκειται, σαφώς, για επιχειρηματικές δραστηριότητες. Έτσι, οι πέντε λειτουργοί της Ελεγκτικής Υπηρεσίας δήλωσαν ψευδώς στον έφορο Εταιρειών ότι είναι ιδιωτικοί υπάλληλοι. Μέσω της εταιρείας, στην οποία συμμετείχαν και έξι ιδιώτες, αγόρασαν ένα μεγάλο αγροτικό τεμάχιο γης, το οποίο στη συνέχεια ενοικίασαν στην ΑΗΚ για να το μετατρέψει σε φωτοβολταϊκό πάρκο. Η σύμβαση ενοικίασης είναι ακόμη σε εξέλιξη. Δέον να σημειωθεί ότι η Ελεγκτική Υπηρεσία ελέγχει την ΑΗΚ, συνεπώς γνώριζαν εκ των έσω οι πέντε λειτουργοί της Ελεγκτικής Υπηρεσίας για τη συγκεκριμένη ανάγκη.
Δήλωσαν παραδοχή
Η δράση τους αποκαλύφθηκε το 2019 μετά από έλεγχο που διενεργήθηκε εντός της Ελεγκτικής Υπηρεσίας αφού, στο μεταξύ, οι τέσσερις πρόλαβαν και αφυπηρέτησαν. Στη συνέχεια ο ένας απεβίωσε, ο δεύτερος λόγω σοβαρών προβλημάτων υγείας δεν διώχθηκε ποινικά, ενώ οι άλλοι δυο παραδέχθηκαν ενοχή, καταδικάστηκαν αλλά δεν τους επιβλήθηκε ποινή. Ο ανώτερος λειτουργός της Ελεγκτικής Υπηρεσίας, που δεν αφυπηρέτησε, δεν παραδέχθηκε ενοχή.
Να σημειωθεί ότι η ΕΔΥ τον έθεσε σε διαθεσιμότητα μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσής του. Σε περίπτωση καταδίκης δεν αναμένεται να επιστρέψει στα καθήκοντά του καθώς θα ακολουθήσει η πειθαρχική δίωξή του. Μέχρι τότε, ο ανώτερος λειτουργός της Ελεγκτικής Υπηρεσίας θα συνεχίσει να πληρώνεται με το 75% του μισθού του.