Ποια σημασία έχουν οι διορισμοί Ερευνητικών Επιτροπών όταν τα πορίσματά τους καταλήγουν στον κάλαθο των αχρήστων; Όταν οι ποινικές ανακρίσεις οδηγούνται σε αδιέξοδο και οι υποθέσεις καταρρέουν ενώπιον της Δικαιοσύνης;
Mετά το μέγα σκάνδαλο της κατάρρευσης της οικονομίας του τόπου, άλλο ένα, εξίσου, μεγάλο σκάνδαλο, που αφορά το ξεπούλημα του Συνεργατισμού, οδεύει προς κλείσιμο χωρίς την τιμωρία κανενός. Τις αρμόδιες Επιτροπές της Βουλής θα πρέπει, επιτέλους, να απασχολήσουν τα εξής δυο ζητήματα:
1 Το γεγονός ότι κανένα πόρισμα Ερευνητικής Επιτροπής δεν έγινε αποδεκτό από τους εκάστοτε κυβερνώντες παρά μόνο από τα κόμματα της αντιπολίτευσης, τα οποία, όταν ανέλαβαν την εξουσία και βρέθηκαν υπό κατηγορία, άρχισαν και αυτά με τη σειρά τους να αμφισβητούν και να λοιδορούν τα ευρήματα των Ερευνητικών Επιτροπών.
2 Όσες υποθέσεις οδηγήθηκαν στα δικαστήρια κατέρρευσαν σαν χάρτινος πύργος. Η Νομική Υπηρεσία αδυνατεί να στοιχειοθετήσει ποινικά αδικήματα για οικονομικά εγκλήματα σε βάρος προσώπων που στα πορίσματα των Ερευνητικών Επιτροπών κατονομάζονται ως οι πρωταγωνιστές των σκανδάλων. Ενδεικτικά αναφέρουμε, ότι όλες οι υποθέσεις που οδηγήθηκαν ενώπιον της Δικαιοσύνης και αφορούν την κατάρρευση της οικονομίας του τόπου δεν οδήγησαν σε καταδίκες παρά τα εκατομμύρια ευρώ που δαπανήθηκαν για τις έρευνες και σε λογισμικά.
Τέσσερις υποθέσεις όλες κι όλες που οδηγήθηκαν στη Δικαιοσύνη για το σκάνδαλο του Συνεργατισμού, με κατηγορίες που αφορούσαν ατασθαλίες και παραχώρηση δανείων ύψους εκατομμυρίων ευρώ με παράτυπες και παράνομες διαδικασίες από τις ΣΠΕ Στροβόλου, Αγίας Φύλας και Αγίας Νάπας εκδικάστηκαν από τρία διαφορετικά Κακουργιοδικεία, Λευκωσίας, Λεμεσού και Αμμοχώστου. Και στις τέσσερις υποθέσεις οι κατηγορούμενοι αθωώθηκαν πανηγυρικά.
Η πρόταση νόμου του Γιώργου Περδίκη που αραχνιάζει στα συρτάρια της Βουλής από τον Μάρτιο του 2019, μπορεί να είναι, τελικά, η λύση στο πρόβλημα. Υποχρεώνει τον εκάστοτε Πρόεδρο της Δημοκρατίας να αποδέχεται τα πορίσματα των Ερευνητικών Επιτροπών και κατ’ επέκταση, να προχωρεί στην παύση των αξιωματούχων στις περιπτώσεις που τους καταλογίζονται ευθύνες. Συγκεκριμένα, η πρόταση νόμου προβλέπει τα εξής: «Σε περίπτωση που τα ευρήματα της έρευνας της Ερευνητικής Επιτροπής και το πόρισμά της που καταγράφεται στην έκθεση καταλογίζουν ευθύνες σε υπουργό, δημόσιο υπάλληλο ή πρόσωπο που εργοδοτείται από την Κυπριακή Δημοκρατία ή στη δημόσια υπηρεσία με τη σύμφωνη γνώμη του Γενικού Εισαγγελέα, το διορίζον όργανο υποχρεούται να προχωρήσει στην παύση του προσώπου αυτού».
Επιβάλλεται, λοιπόν, η πρόταση νόμου να ψηφιστεί σε νόμο, διότι, στον τόπο μας δεν υπάρχει πολιτική ευθιξία. Απουσιάζει η κουλτούρα της ανάληψης πολιτικής ευθύνης που προϋποθέτει την άμεση ανάληψη ευθύνης και υποβολής παραίτησης.