Την προηγούμενη Τετάρτη, μέσα από αυτήν τη στήλη, είχα καταπιαστεί με τη μάστιγα της εποχής μας: το γεγονός πως παρατηρώ ότι οι Κύπριοι δεν διαβάζου(με)ν, ή καταφεύγουμε στην εύκολη λύση, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, για την ενημέρωσή μας. Ως προς τις πιθανές αιτίες πρόκλησης αυτού του φαινομένου, είχα αναφέρει τον λιγοστό χρόνο που έχει ο καθένας από εμάς για να δώσει τη δέουσα σημασία για να αξιολογήσει επαρκώς και σωστά τα όσα διαβάζει διά της πλέον άμεσης οδού, της οθόνης του κινητού του τηλεφώνου. Πόσες φορές πιάσαμε τον εαυτό μας να βλέπει έναν τίτλο καθώς κάνει «scroll down», να σχολιάζει απλώς και μόνον από το λεκτικό του τίτλου, καθώς συνεχίζει να «σπρώχνει» το news feed του προς τα πάνω; Με τον τρόπο αυτό εξάγουμε ελλιπή ή/και λανθασμένα συμπεράσματα για το περιεχόμενο της είδησης που μόλις προσπεράσαμε, για το μέσο ενημέρωσης στο οποίο ήταν αναρτημένη η είδηση, αλλά και για τον συντάκτη.
Κι αφού βλέπουμε πως φυσιολογικά καταπιαστήκαμε αποκλειστικά με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, καλό είναι να σκεφτούμε κι εμείς οι δημοσιογράφοι πώς θα φτάνουμε στο κοινό μέσω των social media με πιο αποτελεσματικό τρόπο, γρηγορότερα από τον ανταγωνισμό, ο οποίος, κατά την άποψή μου, θα έπρεπε να θεωρείται ο κακός μας εαυτός, η σκοπιμότητα και το κυνήγι της επισκεψιμότητας με αθέμιτα μέσα. Αυτό θα μπορούσε να επιτευχθεί με τη συνεχή επιμόρφωση στη νέα αυτή επιστήμη (όπως εξελίσσεται η διαχείριση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης), μέσω κάποιων σεμιναρίων, ακαδημαϊκών προγραμμάτων και, γιατί όχι, της προσωπικής εργασίας του καθενός από εμάς. Ωστόσο, μεγάλο μέρος της ευθύνης πρέπει να αναλάβουν και οι όμιλοι των ΜΜΕ, αρχικά, εντοπίζοντας τις καινούργιες ανάγκες και, στη συνέχεια, επιδιώκοντας την εξέλιξη των δημοσιογράφων τους και την προσαρμογή τους στα νέα δεδομένα.
Προς το παρόν, όμως, παραμένουμε κολλημένοι (με την κακή έννοια) στη στεγνή και άχαρη διαδικασία του sharing των ειδήσεων από τις ιστοσελίδες στις επίσημες σελίδες και σε ομάδες στο Facebook, με την ελπίδα ότι θα… τσιγκλήσουμε με κάποιον τίτλο το ενδιαφέρον όσων το δυνατόν περισσότερων χρηστών. Στη διαδικασία που περιέγραψα πιο πάνω, καταφεύγουν, ωστόσο, και όλοι όσοι διαδίδουν ψευδείς και ατεκμηρίωτες ειδήσεις από αμφιλεγόμενες πηγές και αμφιλεγόμενες ιστοσελίδες. Σε αρκετές περιπτώσεις, βλέπουμε να παρουσιάζεται ως είδηση κάποια ανεπιβεβαίωτη πληροφορία από μεμονωμένα άτομα, που απλώς το έχουν μεγάλο καημό να φανατίσουν μια μερίδα του κοινού εναντίον κάποια άλλης.
Η σοβαρή δημοσιογραφία και οι λειτουργοί της, που διακρίνονται από αξιοπρέπεια -ναι, υπάρχουν ακόμα, όσο κι αν αμφισβητείται ο ρόλος τους- πρέπει να αναζητήσουμε άλλους τρόπους για να φτάνουμε στο κοινό. Κι αυτό πρέπει να γίνει μέσα από τα social media, καθώς αυτά είναι συνέχεια στην παλάμη του χεριού μας, στον ηλεκτρονικό μας υπολογιστή, στα ρολόγια μας. Η επίτευξη αυτού θα γίνει, όπως είπα πιο πάνω, με την επιμόρφωσή μας πάνω στη νέα αυτή επιστήμη, την οποία πρέπει να κατακτήσουμε, χωρίς να τη δαιμονοποιούμε. Παρατηρώ πως κάποιοι από εμάς πιστεύουμε ακόμα πως οι συσκευές και τα social media είναι παιχνίδι. Για όσο αυτό θα συμβαίνει, θα κερδίζουν έδαφος όσοι επιβουλεύονται την αμάθειά μας.