Αν θέλουμε, μπορούμε και να τα προσπεράσουμε. Η εποχή μας δίνει αυτή τη δυνατότητα. Μπορούμε, μέρες που είναι, να μην χαλάσουμε τη διάθεσή μας και να προσαρμόσουμε, αν δεν το κάναμε ήδη, το Νewsfeed στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσής μας σε περισσότερο ή και απολύτως ευχάριστα πράγματα.
Ζούμε άλλωστε στην εποχή όπου η πραγματικότητα εύκολα παύει να είναι τέτοια και γίνεται μια «πραγματικότητα» βασισμένη στο πόσο αλλά και στο τι βλέπει ο καθένας και η καθεμία από εμάς. Παλιά, η επαφή με την πραγματικότητα, την εκτός εισαγωγικών, ήταν αναπόδραστη. Όσο κι αν δεν ήθελες να την παρακολουθήσεις η ροή της πληροφόρησης σε υποχρέωνε γιατί ήταν δεδομένη. Είχε πάντα κρατημένες τις περίοπτες θέσεις της, έτσι που ο κόσμος να μη χάνει την πληροφορία, να μη χάνει την είδηση, ευχάριστη ή δυσάρεστη, μαζί και την επαφή του με το τι πραγματικά συμβαίνει, όχι μόνο γύρω του, αλλά και παρακάτω.
Όχι πια. Σήμερα, μπορείς να ζεις στο δικό σου συννεφάκι, να νομίζεις ότι είσαι πιο ευτυχισμένος επειδή αποφεύγεις τα «βαριά», τα «βαρετά» και τα δυσάρεστα, έστω κι αν απλούστερη των αναδρομών στο παρελθόν σου θα σε αφήσει πάντα με το ερώτημα εάν τελικά είσαι πιο ευτυχισμένος σήμερα από τότε. Δεν είναι ερώτημα και το ξέρεις. Ερώτημα το κάνεις εσύ για να μην βρεθείς μπροστά στην απορία, γιατί σ’ αυτή τη νέα εποχή στην οποία εσύ ορίζεις τις παραμέτρους, είσαι πιο αγχωμένος, πιο χαμένος και σίγουρα λιγότερο γεμάτος από τότε που δεν περνούσες τη μέρα σου πάνω στο κινητό ακολουθώντας την «πραγματικότητα» που εσύ έφτιαξες όπως ήθελες.
Είναι αλήθεια αυτό που λένε μερικοί, ότι κι αυτό ίσως να είναι μια ψευδαίσθηση τελικά. Ο κόσμος ποτέ δεν γύριζε από τους πολλούς, οι λίγοι τον γύριζαν και αυτό συνέβαινε, συμβαίνει και θα συμβαίνει διαχρονικά. Οι πολλοί κοιτούν. Πάντα κοιτούσαν. Προχωρούν και προχωρούσαν. Και επιστρέφουν μόνο εάν μπορούν, όταν τα πάντα συνήθως έχουν τελειώσει, για να αρπάξουν κάτι από αυτό που έκαναν οι άλλοι. Αυτή είναι η φύση μας. Αυτή είναι η φύση των πολλών. Οι πολλοί είναι θεατές.
Η εποχή μας λοιπόν, ίσως δεν έχει αλλάξει τόσο πολύ συγκριτικά με άλλες που πέρασαν. Αυτό που άλλαξε, είναι πως η ευκολία της αποχής από αυτό που γίνεται γύρω μας έχει κανονικοποιηθεί, όταν άλλοτε κρυβόταν αναγκαστικά πίσω από ναι μεν αλλά και δικαιολογίες. Δεν υπάρχει πια ροή της πληροφόρησης με συγκεκριμένο ποσοστό, μεγάλο μάλιστα, επαφής με πραγματικά γεγονότα. Σήμερα ζεις εκεί που θέλεις εσύ. Και μπορείς να το λες ξεκάθαρα. Και ενίοτε ξεδιάντροπα.
Εδώ και έναν χρόνο σχεδόν, από τότε που ξεκίνησε το κακό στην Ουκρανία, αυτή η σκληρή διαπίστωση επιβεβαιώνεται καθημερινά. Σε μια εποχή όπου η πληροφορία που παρέχεται μέσω των κινητών είναι πολλαπλάσια της αντίστοιχης άλλων εποχών, σε μια εποχή που μπορούμε να είμαστε «εκεί» όπου συμβαίνουν τα πράγματα χωρίς να κάνουμε καν κάτι, οι πολλοί έχουν διαλέξει να απέχουν και να αρνούνται αυτή την επαφή.
Όσοι δεν το έκαναν πάλι, διαπιστώνουν ότι η επαφή αυτή με το τι γίνεται δεν είναι εύκολη. Διαπιστώνουν ότι για πρώτη φορά στην ανθρώπινη Ιστορία η δυστυχία ενός λαού, το μέγεθος αυτής της δυστυχίας αλλά και οι φρικιαστικές της λεπτομέρειες οι οποίες περνούν σαν βροχή ασταμάτητη νυχθημερόν για τόσους μήνες από τα κινητά των λίγων έστω που δεν τις έχουν μπλοκάρει και επιμένουν να τις ακολουθούν, για πρώτη λοιπόν φορά αυτή η πραγματικότητα είναι μαζί τους, αδιάλειπτα, μερικές εκατοντάδες ή και πολλές χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά.
Καταλαβαίνουν ότι μπορούν να τη ζήσουν μαζί με αυτούς του ανθρώπους, την ώρα που εκείνοι βλέπουν τις ζωές τους να διαλύονται και τους δικούς τους να πεθαίνουν, χωρίς καν να αντιλαμβάνονται -και δεν θα τους αφορούσε άλλωστε πια- ότι είναι μέρος ενός θεάματος, σκληρού, αλλά πολύτιμου για όσους θέλουν να κατανοήσουν το τι περνούν.
Οι πολλοί; Απλά το προσπερνούν. Κάποιοι ψελλίζουν κάτι «ναι μεν αλλά» από όσα άντεξαν να δουν, κάποιοι άλλοι προσπαθούν να δικαιολογήσουν το τι γίνεται με ακροβασίες σε γεωπολιτικές προσεγγίσεις οι οποίες καταλήγουν σε πτώσεις θεαματικές για το στοιχειώδες ήθους του είδους μας. Γιατί δεν παραδίνονται κι αυτοί; Αφού οι άλλοι είναι ισχυρότεροι. Και διάφορα άλλα τέτοια. Ενίοτε δε, φτάνουν και σε σημείο να γοητεύονται από τη φρίκη του εγκληματία και να τον δικαιολογούν.
Πίσω όμως από όλες αυτές τις παραποιήσεις, τις ακούσιες μα και τις εκούσιες, υπάρχει η πραγματικότητα. Όποιος θέλει, μπορεί να τη δει. Να δει το εύρος της καταστροφής, τη φονική μανία, το φόβο και τη δυστυχία των ανθρώπων που πασχίζουν να σώσουν τις ζωές τους και τη χώρα τους.
Και εάν θέλει να διαβάσει και λίγη ιστορία για να μάθει πως αυτό που συμβαίνει σήμερα είναι επανάληψη πραγμάτων που έγιναν παλιά, προσπαθειών επιτυχών τότε για κάποια χρόνια ή αιώνες κάποτε προκειμένου να υποδουλωθούν αυτοί οι άνθρωποι και να εξαφανιστεί η ταυτότητά τους.
Η ταυτότητα όμως επανέρχεται.
Όποιος έχει πάει και τους έχει γνωρίσει, τους έχει ακούσει και έχει δει, ανεξαρτήτως πολιτικών και άλλων αντιλήψεων, την περηφάνια αυτού του λαού, δεν μπορεί παρά να μένει έκπληκτος από τη μεγαλοσύνη του. Κι από το θάρρος με το οποίο αποχαιρετά τους ήρωές του με μια φωτογραφία και χωρίς πολλά - πολλά στα ΜΚΔ, ήταν αυτός/αυτή έκανε αυτό πριν τον πόλεμο, ό,τι κι αν ήταν από επιστήμονες, μέχρι άνθρωποι των τεχνών και «απλοί» άνθρωποι. Σκοτώθηκε σήμερα εκεί. Χωρίς πολλά λόγια, ποτέ με μελοδραματισμούς. Πάντα με ένα χαμόγελο και ένα συνεχίζουμε.
Είναι μια εμπειρία βασανιστική. Είναι όμως και η απάντηση στο ερώτημα τι μας γέμιζε άλλοτε και σήμερα δεν μας γεμίζει πια. Γιατί αυτό που μας γέμιζε ήταν η επαφή όχι μ’ αυτό που είμαστε αλλά με εκείνο που θα θέλαμε να γίνουμε.
Εκείνο που συνήθως δεν γινόμασταν ποτέ αλλά το είχαμε σαν πρότυπο, σαν κάτι καλύτερο από εμάς, κάτι υψηλότερο, κάτι πιο αγνό σίγουρα.
Οι άνθρωποι που προσπερνούν, πάντα ζούσαν σε ένα κενό, παρέα με τον εαυτό τους και τίποτα άλλο. Άλλοτε το έκαναν από φόβο. Σήμερα μπορούν να το κάνουν κι από επιλογή.
Αν ρωτούσαμε έναν Ουκρανό στη Χερσώνα λ.χ. η οποία βομβαρδίζεται ανηλεώς από τότε που απελευθερώθηκε όπως και τόσες άλλες πόλεις ή στο καταφύγιο στο μετρό του παγωμένου Κιέβου ή κάπου αλλού, είμαι βέβαιος ότι δεν θα ζητούσε τίποτα περισσότερο από εμάς, εκτός από λίγη προσοχή. Από μια τυπική επίγνωση του τι περνάει.
Μια φευγαλέα ματιά στη δυστυχία του, εάν τουλάχιστον θέλουμε να έχουμε άποψη. Κι ας ξέρει ότι δεν θα του τη χαρίσουμε και παρ' όλα αυτά, θα έχουμε και άποψη. Και για τα δικά του και για των άλλων, και για όλα. Στον δικό μας κόσμο, παρέα με τον εαυτό μας, ή καλύτερα μ' αυτό που γίναμε.
Σίγουρα δε, μαζί μ' αυτό που μας αξίζει.