Πήγε ο Οδυσσέας να δει τον Πρόεδρο για τελευταία φορά, σε επίδοση της έκθεσής του τουλάχιστον και ο άλλος το τερμάτισε. Δεν κρατάει πικρίες είπε, αλλά…
Αλλά η μια μπηχτή διαδεχόταν την άλλη. Πριν πάει κανείς όμως στις μπηχτές, καλό είναι να διευκρινιστεί και η ως άνω ανακρίβεια. Ο Αναστασιάδης δεν κρατούσε πικρίες. Παλιά είναι γεγονός ότι είχε ανοχή στην κριτική. Τα τελευταία χρόνια όμως που η διακυβέρνησή του πέρναγε από το ένα σκάνδαλό του στο άλλο, ο Αναστασιάδης και πικρίες κρατάει και πολλά άλλα κάνει, στο παρασκήνιο πάντα. Ποτέ στο προσκήνιο. Και όμορφο δεν το λες.
Παλιά είχε μπέσα. Εδώ και καιρό όμως την έχασε δυστυχώς και αυτήν και καταλήγει σε μικρότητες οι οποίες ίσως αποκαλύπτουν αυτό που με μαεστρία κατάφερνε να συγκαλύψει όλα αυτά τα χρόνια για τον πραγματικό του εαυτό και το πραγματικό του επίπεδο.
Μια τέτοια γεύση έδωσε λοιπόν και στην παραλαβή της έκθεσης του γενικού ελεγκτή, χθες. «Υπάρχει ένας αυστηρός έλεγχος ο οποίος είναι και ευπρόσδεκτος και καλοδεχούμενος, ιδιαίτερα όταν τεκμηριώνεται με βάση και τις απαντήσεις του ερευνωμένου», είπε ο ΠτΔ.
Και πρόσθεσε ότι με τον Οδυσσέα Μιχαηλίδη, «μπορεί να υπήρξαν και διαφορετικές προσεγγίσεις για κάποια των θεμάτων, όχι ως προς την αυστηρότητα», αλλά είτε για διαρροές είτε για ευρήματα είτε «πολλές φορές για προσήλωση αυστηρότατα εις το γράμμα του νόμου». Συμπλήρωσε δε ότι «κάποιες στιγμές δεν είναι η άρνηση να εφαρμόσουμε τον νόμο αλλά η αυστηρότητα, πολλές φορές, δημιουργεί ανελαστικότητα με αποτέλεσμα να έχουν, πολλές φορές, ζημιογόνες για τα δημόσια οικονομικά συνέπειες, με την έννοια ότι οι πλείστοι όσοι των δημοσίων υπαλλήλων προ του κινδύνου να αντιμετωπίσουν είτε την κατηγορία είτε την κριτική, ότι ενδεχόμενα να εμπλέκονται, αποποιούνται των ευθυνών τους».
Το τραγικό είναι πως ο Νίκος Αναστασιάδης είχε δίκαιο επί της ουσίας στα πιο πάνω. Ανάμεσα στις γραμμές, περιέγραψε το κακό κομμάτι της δουλειάς που έχει κάνει ο Οδυσσέας Μιχαηλίδης ρίχνοντας μπηχτές για το ότι κάποτε δεν έδινε σε αυτούς που εξέταζε τη δυνατότητα να απαντήσουν ή ενίοτε, πριν λάβει την απάντησή τους ή και πριν καν να τελειώσει η ίδια η διερεύνηση, δίκαζε και καταδίκαζε ή καλύτερα, άφηνε κάποια ΜΜΕ και τον όχλο στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης να το κάνουν μέσα από σκόπιμες διαρροές.
Το προβληματικό με την απάντηση Αναστασιάδη, διότι απάντηση ήταν και μάλιστα σε μια σπάνια αυτοκριτική δήλωση του γενικού ελεγκτή, ήταν πως ένας Πρόεδρος οφείλει όχι μόνο να γνωρίζει τους κανόνες στοιχειώδους ευπρέπειας που επιβάλλει το πρωτόκολλο και το αξίωμα, και με βάση τους οποίους δεν ήταν η ώρα να κάνει αυτού του ύφους τις άκομψες υποδείξεις, μπροστά μάλιστα σε μια καθόλα αξιοπρεπή κίνηση του γενικού ελεγκτή αλλά, δεδομένου ότι ο συγκεκριμένος τους γνωρίζει καλά, να τους εφαρμόζει κιόλας. Όχι για τον ίδιο, η εικόνα του οποίου δεν σώζεται ούτε με θαύμα πλέον αλλά για τον θεσμό ο οποίος, για να είμαστε και ειλικρινείς, στα χέρια του έχει διασυρθεί όσο στα χέρια κανενός από τους προκατόχους του.
Ακόμα περισσότερο όμως, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν έπρεπε να επιδείξει αυτή τη μικρότητα και για έναν πρόσθετο λόγο: πίσω από τη βιτρίνα την οποία επακριβώς περιέγραψε και πίσω από τη μανία καταδίωξης του γενικού ελεγκτή εις βάρος όλων όσοι ήταν εύκολοι στόχοι -όπως βέβαια και τα όσα καλά έκανε ο γενικός ελεγκτής τα οποία δεν ήταν λίγα και δεν τα μειώνω καθόλου- πίσω λοιπόν από αυτό, υπήρχαν και τα άλλα. Τα όσα θα έπρεπε να είχε αγγίξει ο Οδυσσέας Μιχαηλίδης όλα αυτά τα χρόνια αλλά δεν το έκανε.
Διότι σε πολλά από τα μεγάλα και όσα θα μπορούσαν να τον φέρουν σε σύγκρουση με ισχυρότερους από εκείνον, σε πραγματική όμως σύγκρουση, ο γενικός ελεγκτής είτε σφύριζε αδιάφορα είτε, όταν αναγκαζόταν να τα εξετάσει, κατέληγε σε… υπερλευκαντικά συμπεράσματα μέσα από τα οποία διασφάλιζε ότι το μήνυμα πως ήξερε τα όρια όσο κι αν φώναζε στα ΜΚΔ και τα ΜΜΕ, θα έφτανε ξεκάθαρο στο Προεδρικό και αλλού.
Τα παραδείγματα είναι πολλά. Ενδεικτικώς θα αναφέρω ένα από αυτά: τα αδιανόητα «συμπεράσματά» του στο σκάνδαλο με τα αεροπλάνα του Σαουδάραβα τα οποία, μαζί με άλλα, κατέδειξαν ότι η Ελεγκτική μπορεί να μην σήκωνε μύγα στο σπαθί της, αλλά αλλού μια χαρά σχέση είχε. Με τις μύγες, όχι με τα σπαθιά.
Ο Νίκος Αναστασιάδης λοιπόν όφειλε, πιστεύω, να επιδείξει τον ελάχιστο σεβασμό σε έναν άνθρωπο ο οποίος πέρα από τον λαϊκισμό του δεν τον πείραξε πραγματικά, ενώ θα μπορούσε και θα έπρεπε να το είχε πράξει.
Ο Οδυσσέας Μιχαηλίδης, αντιθέτως, ευχαρίστησε τον Πρόεδρο για το γεγονός ότι εκείνος τον διόρισε. Αν μη τι άλλο, κράτησε τους τύπους σε μια σχέση η οποία παρά τα σκαμπανεβάσματά της, βγήκε σε καλό και για τους δύο.
Μόνο το κράτος και η αλήθεια ζήμιωσαν από αυτήν.