Σε… ειδική κρύπτη «με μέτρα ύψιστης ασφάλειας» και «πρόσβαση για ανθρώπους εκτός της Εκκλησίας της Κύπρου με ειδικές άδειες», βρίσκεται λέει ο τάφος του Αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου του Β’.
Η συνάδελφος του «Φιλελεύθερου» Μυρτώ Ζουμίδου η οποία επισκέφθηκε την κρύπτη και δημοσίευσε φωτογραφίες έγραψε ότι «θα μπορούσε κανείς να παρομοιάσει τον χώρο […] με πυρηνικό καταφύγιο στους υπόγειους χώρους της Αρχιεπισκοπής». Και όντως έτσι μοιάζει από όσα είδαμε.
Αυτές οι βασιλικού τύπου υπερβολές για την ταφή, σε καιρούς χαλεπούς για το πλήρωμα της Εκκλησίας, ενός παπά η θρησκεία του οποίου κηρύττει κατά τα άλλα την ταπείνωση, είναι σίγουρα ενδεικτικές καταστάσεων φαιδρών και θλιβερών συμπλεγμάτων τα οποία δυστυχώς δεν αφορούν μόνο τον μακαρίτη -ο οποίος σχεδίασε αυτή την κακόγουστη ιστορία πριν πεθάνει- αλλά το σύνολο της Εκκλησίας.
Δεν ξέρω γιατί να θέλει να πάει να δει κανείς τον τάφο του Χρυσόστομου Β’ αλλά και πάλι, περί ορέξεως... Όποιος το θέλει ας πάει να πάρει ειδική άδεια. Αλλά τώρα, τα μέτρα ύψιστης ασφάλειας; Τι φοβούνται; Μήπως μπουν και τους κλέψουν τον πεθαμένο ή ότι θα σηκωθεί εκείνος να φύγει;
Δικαίως θα διερωτηθεί κανείς τι ζόρι τραβάει η Στήλη. Το ζόρι είναι πως με την Εκκλησία της Κύπρου να απολαμβάνει ποικιλοτρόπως η καλύτερα παντοιοτρόπως το ειδικό καθεστώς που έχει, από τις προσβάσεις μέχρι τη φορολογία και τον τρελό πλουτισμό ενίοτε και με κόλπα τα οποία εάν τα κάνει οποιοσδήποτε άλλος καταλήγει στη φυλακή για μαγγανεία -και πολύ σωστά καταλήγει εκεί- η προκλητική διασπάθιση του πλούτου της Εκκλησίας αυτής, είναι σίγουρα ένα θέμα.
Πόσω μάλλον, όταν το καθεστώς αυτό η Εκκλησία το απολαμβάνει, υποτίθεται, για να βοηθά τον κόσμο τον οποίο ελαχίστως βοηθά την ώρα που οι εκάστοτε κάτοχοι αυτών των θρόνων, των επισκοπικών ή του αρχιεπισκοπικού, ζουν μέσα στη χλιδή και την πρόκληση. Σημειωτέον ότι όλα αυτά παρέχονται εις βάρος όλων, όχι μόνο εκείνων που ανήκουν στην Εκκλησία αυτή.
Χθες, συμπτωματικά, ολοκληρώθηκε και ο φετινός Ραδιομαραθώνιος. Όσοι με διαβάζουν τακτικά γνωρίζουν ότι είμαι κάθετα ενάντια σε αυτά τα πανηγύρια με τα οποία διάφοροι πουλούν φιλανθρωπία, για πολύ συγκεκριμένους λόγους. Με πρώτο και κύριο ότι όλα αυτά τα πράγματα είναι ευθύνη και υποχρέωση του κράτους.
Και από εκεί και κάτω, ότι τα άτομα με ειδικές ανάγκες και άλλες τέτοιες ομάδες δεν είναι επαίτες και είναι απαράδεκτο να τυγχάνουν εκμετάλλευσης είτε για να κάνει ο οποιοσδήποτε διαφήμιση είτε για να δίνουμε εμείς ένα ευρώ στα φανάρια και να νιώθουμε ότι κάναμε αυτό που μας αναλογεί, όταν η κατάσταση αυτή πέρα από ξέπλυμα των κρατικών ευθυνών είναι και μία ντροπή η οποία διαιωνίζεται στη χώρα μας.
Επιπρόσθετα δε, όλη αυτή η κουλτούρα της λύπησης των «κανονικών» για τους υπόλοιπους δεν είναι ένδειξη πολιτισμένων κοινωνιών, ούτε βοηθά στην ενσωμάτωση του διαφορετικού στην κοινωνία. Αντίθετα προσβάλλει όλες αυτές τις ομάδες οι οποίες μέσα από αυτά τα νούμερα, παραμένουν στο συλλογικό υποσυνείδητο ως κάτι υποδεέστερο το οποίο «είναι κρίμα» αντί ως συμπολίτες μας οι οποίοι δεν διεκδικούν τίποτα περισσότερο από εκείνο που θα τους επιτρέψει να ζουν ως ίσοι με εμάς και το οποίο λόγω των αντικειμενικών αυτών δυσκολιών είναι κάπως διαφορετικό από αυτό που αναλογεί σε εμάς. Σε μια χώρα προσαρμοσμένη με βάση εμάς αλλά όχι εκείνους.
Τις ώρες λοιπόν που στα φανάρια μάζευαν τα ευρώ για τα παιδιά αυτά, η Εκκλησία μαθαίναμε ότι είχε πετάξει εκατοντάδες χιλιάδες για να φτιάξει υπόγειο «με μέτρα υψίστης ασφαλείας» για να βάλει ένα φέρετρο. Καθόλου παράξενο δε να σταμάτησε στα φανάρια και η λιμουζίνα κάποιου ιεράρχη, ειδικά εκείνο το ειδικής παραγγελίας SUV λ.χ. Το ακριβότερο αυτοκίνητο στο νησί μας στο οποίο μεταφέρεται, όπως ξέρουμε, ένας καλόγερος.
Σε μια άλλη κοινωνία θα είχε ήδη αρχίσει η συζήτηση, εάν προέκυπτε δηλαδή τέτοιο θέμα και δεν είχε ρυθμιστεί εδώ και αιώνες όπως συνήθως γίνεται (αλλού) για τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες ένας τέτοιος οργανισμός μπορεί να διαχειρίζεται όλον αυτόν τον πλούτο τον οποίο συσσώρευσε και συσσωρεύει για άλλους λόγους, τάχα. Μαζί και το προνομιακό καθεστώς που απολαμβάνει όταν, τελικά, τα λεφτά διασπαθίζονται για τα προσωπικά, τα εν ζωή και τα μετά θάνατον, καπρίτσια αυτών που κρατούν τις βούλες και τον έλεγχο των τραπεζικών λογαριασμών.
Σε μια χώρα βαθιά καθυστερημένη όπως η δική μας, ο κόσμος ο οποίος δοκιμάζεται δίνει από το υστέρημά του στα φανάρια αυτά που θα μπορούσαν απλά να έδιναν τράπεζες και άλλοι διαφημιζόμενοι «φιλάνθρωποι», την ώρα που η Εκκλησία ΛΤΔ πολλαπλασιάζει τον πλούτο της αδιαφορώντας και κτίζοντας ενίοτε… κρύπτες ασφαλείας για τα φέρετρα των μελών της, μαζεύοντας λεφτά στο όνομα των φτωχών και της βοήθειάς τους.
Το πρόβλημα; Το πρόβλημα είναι ότι ο κόσμος είναι αυτό που ο μακαρίτης ο Δέρβης τόσο ποιητικά περιέγραψε με τη λέξη «ζοππόβορτοι». Και πως αντιδρά για όλα όσα είναι εύκολα και δεν θα έπρεπε αντί για όλα τα άλλα.
Και πως ως τέτοιος, όσα και να του κάνουν μάλλον τα αξίζει.
Υστερόγραφο: Στη φωτογραφία (σ.σ. από τον «Φιλελεύθερο») διακρίνει κανείς ότι υπάρχουν και γρίλιες κλιματιστικού στον τάφο. Γιατί αλήθεια; Wifi έβαλαν; Και εάν όχι, προλαβαίνουν;