Του δρος Ανδρέα Σεραφείμ*
Είμαι σαφής: για μένα, ο Φ. Παναγιώτου δεν είναι πρωτοφανέρωτο «φαινόμενο». Μεγαλύτερο «φαινόμενο» είναι ο Φ. Φαίδωνος και πολιτικοί της ίδιας ποιότητας: δεν κρύφτηκε, δεν σιώπησε, δεν κανάκεψε κανένα, δεν συμβιβάστηκε με παρανομίες δεκαετιών, τόλμησε, άνοιξε μέτωπα, αλλά ωφέλησε την πόλη της Πάφου και νίκησε, κερδίζοντας ξανά την εμπιστοσύνη των πολιτών παρά το ακραία πολωτικό προεκλογικό κλίμα. Αυτούς τους πολιτικούς δεν θέλουμε; Με σχέδιο, με απαντήσεις στις προκλήσεις των καιρών, αλλά και με το τσαγανό της δημόσιας τοποθέτησης;
Επανέρχομαι στην αρχική θέση: πρωτοφανέρωτο «φαινόμενο» στη χώρα μας δεν είναι ο Φειδίας. Πολλοί απέκτησαν πολιτική σταδιοδρομία με γενικολογίες. Να θυμίσω, για παράδειγμα, ότι το ΔΗΚΟ για πολλά χρόνια ζητούσε να δοθεί το «σωστό περιεχόμενο» στη μορφή λύσης του Κυπριακού, δίχως να ξεκαθαρίζει ποτέ ποιο είναι αυτό. Δεν θα κρυφτώ: για μένα αυτή είναι η απόλυτη γενικολογία, που προσβάλλει τους ανθρώπους που επιζητούν λύση στο εθνικό πρόβλημα. Το επεσήμανε σε δημόσια παρέμβασή του πριν από χρόνια, με την παρρησία που τον διακρίνει, ο Γ. Κασουλίδης. Άλλο ένα παράδειγμα «δοξαζόμενης γενικολογίας» είναι και ο σημερινός Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Διότι, στο δικό μου μυαλό, μία ευχάριστη έκθεση ιδεών που αντικαθιστά στιβαρά πολιτικά επιχειρήματα για εφαρμόσιμες πολιτικές πρακτικές είναι ευθέως ανάλογη με την ανυπαρξία πολιτικών τοποθετήσεων.
Αλλά προσοχή: δεν ισχυρίζομαι ότι ο Φειδίας δεν έχει απόψεις. Μπορεί να μην έχει τα λόγια των «σοβαρών», που είναι σοβαροφανείς κι ασόβαροι στην πραγματικότητα, αλλά έχει απόψεις. Το θέμα είναι ότι στρατηγικά τις απέκρυψε από τους εκλογείς. Μία άποψη μπορεί ταυτόχρονα να σου προσθέσει και να σου αφαιρέσει ψήφους. Ο Φειδίας δεν θέλησε να μπει στη διαλεκτική διαδικασία, ακολουθώντας τη γραμμή των υπολοίπων. Έμεινε στο σύνθημα: εύληπτο και πειστικό. Και είναι ένα σύνθημα φαινομενικά εικονοκλαστικό: που αμφισβητεί ό,τι χυδαίο ζούμε. Γιατί ορισμένοι πολιτικοί έχουν εκχυδαΐσει την πολιτική λειτουργία στη χώρα και γι' αυτό δεν ευθύνεται ο Φειδίας. Δεν είναι δυνατόν, για παράδειγμα, να περιπαίζεις τον κόσμο που δεν τα βγάζει πέρα με μέτρα περί μηδενικού ΦΠΑ. Στην πραγματική ζωή, έξω από τα γραφεία των περισπούδαστων συσκέψεων, αυτή είναι σκέτη κοροϊδία. Και τώρα πληρώθηκε το αντίτιμο μίας μακροχρόνιας τέτοιας κοροϊδίας. Η κοινωνία δεν αποδοκίμασε τα κόμματα ως θεσμικό πυρήνα της δημοκρατίας. Να το καταλάβουμε. Η κοινωνία αποδοκίμασε ανίκανες ηγεσίες που προώθησαν κομματόσκυλα, αγνόησαν την τοπική κοινωνία, ξέχασαν τους νέους ανθρώπους που αξίζουν, και προσπάθησαν να την περιπαίξουν με ψεύτικα αφηγήματα επιτυχίας. Η κοινωνία, για πρώτη ίσως φορά, δεν συγχώρεσε το ψέμα και τη δηθενιά ενός ξεχαρβαλωμένου πολιτικού συστήματος.
Πέρα από τη φαινομενική αντισυστημικότητα του κεντρικού συνθήματος του Φειδία, πέρα από την αηδία που νιώθει ο κόσμος για το πολιτικό σύστημα, που δίνει ελπίδα, για να την αφαιρέσει την επομένη ακριβώς των εκλογών ―κι ο Ν. Χριστοδουλίδης, ο οποίος επέχει τεράστιας ευθύνης για την κατάρρευση των συγκυβερνώντων κομμάτων και τη σαρωτική αλλαγή του πολιτικού σκηνικού στη χώρα― έχουμε και τρεις άλλες παραμέτρους που έκριναν το σεισμικό αποτέλεσμα της κάλπης:
1. Καταγράφηκε μεγάλη αποχή, πράγμα που σημαίνει ότι οι παραδοσιακοί ψηφοφόροι των κομμάτων δεν πήγαν στην κάλπη. Αν πήγαιναν, το αποτέλεσμα θα ήταν ίσως διαφορετικό. Αυτό βέβαια δεν δίνει άλλοθι στα κόμματα, κάθε άλλο: δεν έπεισαν, δεν ενέπνευσαν, δεν κινητοποίησαν τον κόσμο και αυτό είναι το μεγάλο, το υπαρξιακό για ορισμένους σχηματισμούς, όπως είναι το ΑΚΕΛ, το ΔΗΚΟ, η ΕΔΕΚ και οι Οικολόγοι, πρόβλημα.
2. Οι νεαρότεροι ψηφοφόροι βρήκαν, για πρώτη φορά ίσως, έναν απόλυτο καθρέφτη τους: έναν υποψήφιο στην ηλικία τους, με τους τρόπους τους και τις αντιλήψεις τους, με τον λόγο τους και τη μορφή τους επακριβώς. Αυτοί που πήγαν, τον ψήφισαν. Και φαίνεται ότι ήταν η πρώτη φορά που πήγαν αρκετοί.
3. Δεν έχει ακόμα ακουστεί όσο ηχηρά θα έπρεπε στη δημοσιολογία το ενδεχόμενο κατευθυνόμενης ψήφου. Άνθρωποι των κομμάτων, ακόμα και πρωτοκλασάτα στελέχη, που λάμβαναν τυπικά μέρος στις κομματικές συγκεντρώσεις, ψιθυριστά ή φωναχτά, μιλούσαν για τον Φειδία. Ήταν το μέσο αποστολής μηνύματος προς τις ηγεσίες των κομμάτων τους, κυρίως προς αυτήν του ΔΗΣΥ. Προσωπική κατοχύρωση; Αντίδραση στην απώλεια πολιτικού στίγματος; Ίσως και τα δύο. Το σίγουρο είναι πάντως ότι αναζητούσαν μία «απολίτικη» και πρόσκαιρης δημοφιλίας βάση ψηφοφόρων ―δεν είναι ο Φειδίας τέτοιος, απλώς διαβάζω την αφελή σκέψη των κομματικών― που δεν θα ταυτίζεται με κανένα άλλο κόμμα και δεν θα διεκδικείται από αυτό. Αυτό πίστεψαν και πιστεύουν ότι τους βολεύει. Διατηρώ σοβαρές αμφιβολίες. Η στόχευσή τους ήταν διπλή πάντως: να μην επιτρέψουν καθαρή νίκη στη νέα ηγεσία του ΔΗΣΥ, αλλά να κρατήσουν όρθιο το κόμμα ως υπολογίσιμο θεσμικό αντίβαρο στην κυβέρνηση Χριστοδουλίδη. Μέχρι να έρθει το πλήρωμα του χρόνου για άλλες, σοβαρότερες από τις ευρωεκλογές, πολιτικές διεργασίες. Επομένως, δεν μπορώ να αποκλείσω ένα μέρος των 71.000+ ψήφων να είναι και αποτέλεσμα κατευθυνόμενης ψήφου. Γιατί υπάρχει, την έχουμε υποστεί ξανά, έστω κι αν μας προσβάλλει ως πολίτες: δεν μπορούμε να σκεφτούμε, να κρίνουμε, να αξιολογήσουμε και ανεχόμαστε να γίνουμε ψηφαλάκια του ενός και του άλλου;
Μία τελευταία σημείωση: δεν επιχειρώ να απομειώσω την επιτυχία του Φ. Παναγιώτου. Έλαβε πολλές χιλιάδες ψήφους, κατέδειξε την αδυναμία παραδοσιακών παικτών του πολιτικού συστήματος, κλόνισε αρχηγικές και μελλοντικές προεδρικές βεβαιότητες και επανακαθόρισε το πολτικό σκηνικό στη χώρα. Αυτό το γεγονός δεν αλλάζει. Εγώ απλώς προσπάθησα πιο πάνω να επεξηγήσω τρεις παραμέτρους της πιο ανατρεπτικής και ενδιαφέρουσας εκλογικής αναμέτρησης της τελευταίας δεκαετίας.
*Πανεπιστημιακού