Της Ισμήνης Γεωργίας Διονυσίου*
Κατά τη διάρκεια των πανεπιστημιακών μου σπουδών είχα την ευκαιρία να εργαστώ εθελοντικά ως βοηθός έρευνας στο έργο InPeace, το οποίο χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) στο πλαίσιο του προγράμματος ενίσχυσης της τουρκοκυπριακής κοινότητας και υλοποιείται από το ICLAIM (Διεπιστημονικό Κέντρο για το δίκαιο, τις εναλλακτικές και καινοτόμες μεθόδους) και τη Human Rights Platform (Πλατφόρμα για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα - HRP). Το έργο εστίασε στις Δικοινοτικές Τεχνικές Επιτροπές. Προηγουμένως δεν γνώριζα για την ύπαρξη και το εύρος του έργου των εν λόγω επιτροπών. Ωστόσο, μέσω της ενασχόλησής μου με την έρευνα αυτή, έμαθα δύο σημαντικά στοιχεία, τα οποία αφορούν: πρώτο, τις εκτενείς προσπάθειες που καταβάλλουν οι επιτροπές αυτές για τη διεκπεραίωση των καθηκόντων τους και, δεύτερο, την έλλειψη αναγνώρισής τους, παρά τον βαθύτατο αντίκτυπό τους στην καθημερινότητα των πολιτών.
Υπάρχουν συνολικά 12 Δικοινοτικές Τεχνικές Επιτροπές. Οι πρώτες επτά συστάθηκαν το 2008 από τους ηγέτες της ελληνοκυπριακής (ε/κ) και της τουρκοκυπριακής (τ/κ) κοινότητας για την αντιμετώπιση των ζητημάτων που επηρεάζουν την καθημερινή ζωή των πολιτών, μέσω της ενθάρρυνσης και της διευκόλυνσης της αλληλεπίδρασης και της αλληλοκατανόησης μεταξύ των δύο κοινοτήτων. Οι επιτροπές καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα θεμάτων κρίσιμης σημασίας και για τις δύο κοινότητες. Επιπρόσθετα των αρχικών επτά επιτροπών -οι οποίες ασχολούνται με τομείς όπως το περιβάλλον, η εγκληματικότητα και η υγεία- συστάθηκαν άλλες πέντε το 2015, αυξάνοντας τον συνολικό τους αριθμό σε 12. Οι αρμοδιότητές τους διευρύνθηκαν, προκειμένου να περιλαμβάνουν την ισότητα μεταξύ των φύλων, την εκπαίδευση και τον πολιτισμό, κάτι το οποίο αντικατοπτρίζει την αυξανόμενη κατανόηση των ποικίλων προκλήσεων που απορρέουν από την «παγωμένη σύγκρουση» στην Κύπρο. Παρά τον σημαντικό αντίκτυπό τους, το έργο των Δικοινοτικών Τεχνικών Επιτροπών συχνά περνά απαρατήρητο, λαμβάνοντας λίγη προσοχή ή αναγνώριση από το ευρύ κοινό. Όμως, η συνεισφορά τους είναι καθοριστική για την αντιμετώπιση πρακτικών θεμάτων που πηγάζουν από τη διαίρεση του νησιού, εφόσον παρέχουν έναν μοναδικό χώρο για συνεργασία μεταξύ της ε/κ και της τ/τ κοινότητας εν μέσω πολιτικής στασιμότητας.
Το έργο της Τεχνικής Επιτροπής για το Έγκλημα και την Εγκληματικότητα, και ιδιαίτερα η Κοινή Αίθουσα Επικοινωνίας (Joint Communications Room - JCR), αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα επιτεύγματα των εν λόγω φορέων. Η πρωτοβουλία αυτή διευκόλυνε την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των δύο κοινοτήτων σε πάνω από 1.000 υποθέσεις, ενώ κατέστησε δυνατή τη μεταφορά υπόπτων για ποινικά αδικήματα. Η διαδικασία συνίσταται στην παροχή πληροφοριών από την Κυπριακή Δημοκρατία προς τον Ελληνοκύπριο εθελοντή στην Κοινή Αίθουσα Επικοινωνίας, ο οποίος στη συνέχεια τις κοινοποιεί στον Τουρκοκύπριο ομόλογό του. Έπειτα, ο Τουρκοκύπριος αρμόδιος μεταβιβάζει τις πληροφορίες στην τουρκοκυπριακή αστυνομία. Η εν λόγω διαδικασία πραγματοποιείται και αντίστροφα, διασφαλίζοντας με τον τρόπο αυτό την αποτελεσματική συνεργασία μεταξύ των κοινοτήτων.
Άλλο αξιοσημείωτο επίτευγμα το οποίο διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην οικοδόμηση εμπιστοσύνης υπήρξε η επιστροφή 219 πινάκων ζωγραφικής, οι οποίοι θεωρούνταν χαμένοι ή κλεμμένοι από το 1974, από Τουρκοκυπρίους στους νόμιμους ιδιοκτήτες τους. Ανάμεσά τους βρίσκονται ορισμένα από τα σημαντικότερα έργα Ελληνοκυπρίων καλλιτεχνών. Τον Φεβρουάριο του 2020 έλαβε χώρα ανταλλαγή, στο πλαίσιο της οποίας επιστράφηκαν στην Κυπριακή Δημοκρατία οι εν λόγω πίνακες, ενώ η τουρκοκυπριακή κοινότητα έλαβε αρχειακό υλικό στην τουρκική γλώσσα, παραγωγής ΡΙΚ μεταξύ των ετών 1960-1963. Στις εν λόγω μαγνητοταινίες καταγράφονται πολιτιστικές και αθλητικές εκδηλώσεις ιστορικής σημασίας για την τουρκοκυπριακή κοινότητα, συμβάλλοντας περαιτέρω στην ενδυνάμωση της συνεργασίας και της αλληλοκατανόησης.
Άλλο σημαντικό ορόσημο αποτέλεσε η σύσταση της Δικοινοτικής Τεχνικής Επιτροπής για την Ισότητα των Φύλων. Παρά τις αντιξοότητες και τα εμπόδια με τα οποία βρέθηκε αντιμέτωπη η επιτροπή, η ίδια η ύπαρξή της είναι ένα σημαντικό βήμα προόδου όσον αφορά τις προσπάθειες οικοδόμησης ειρήνης στην Κύπρο. Έχοντας θεσπιστεί στο πλαίσιο ενός πατριαρχικού συστήματος, το οποίο διαχρονικά έθετε στο περιθώριο τη διάσταση του φύλου κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων, η επιτροπή αποτελεί ένα κρίσιμο βήμα προς την κατάργηση των αποκλεισμών, εφόσον είναι επιφορτισμένη με τη διασφάλιση της πλήρους, ίσης και ουσιαστικής συμμετοχής των γυναικών στη διαδικασία διευθέτησης της σύγκρουσης. Παρόλο που αντιμετωπίζει δομικές προκλήσεις, περιορισμένη χρηματοδότηση και απουσία πολιτικής βούλησης για την υποστήριξη της αποστολής της, οι προσπάθειές της καταδεικνύουν τη δέσμευσή της ως προς την ισότητα των φύλων στο πλαίσιο της επίλυσης της σύγκρουσης. Η δημιουργία της επιτροπής σηματοδοτεί την αναγνώριση ότι δεν μπορεί να επιτευχθεί βιώσιμη ειρήνη χωρίς την πλήρη και ουσιαστική συμμετοχή των γυναικών και των περιθωριοποιημένων ταυτοτήτων φύλου. Παρά την κριτική που έχει δεχτεί λόγω της ασάφειας του αντικειμένου των εργασιών της και της περιορισμένης συνεργασίας της με την κοινωνία των πολιτών, η θέσπισή της έχει ήδη συμβάλει στην ευαισθητοποίηση του κοινού ως προς τη σχέση μεταξύ της διάστασης του φύλου και της ειρηνευτικής διαδικασίας. Το γεγονός ότι η ισότητα των φύλων αποτελεί πλέον μέρος του ευρύτερου πλαισίου διαπραγματεύσεων θέτει υπό αμφισβήτηση την καθιερωμένη τάξη πραγμάτων και ασκεί τουλάχιστον κάποια πίεση στους πολιτικούς αρχηγούς για να αναγνωρίσουν την ανάγκη μιας πιο συμμετοχικής προσέγγισης. Παρόλο που απομένουν να γίνουν πολλά, η επιτροπή έχει θέσει τα θεμέλια για μελλοντική πρόοδο, καταδεικνύοντας ότι η αλλαγή είναι δυνατή και απαραίτητη για την επίτευξη βιώσιμης ειρήνης και σταθερότητας, ακόμα και εντός βαθιά ριζωμένων πατριαρχικών δομών.
Το έργο των επιτροπών, παρόλο που συχνά παραβλέπεται, έχει απτό αντίκτυπο στην καθημερινότητά μας. Από την πρόληψη του εγκλήματος και τη δικαιοσύνη στην πολιτιστική αποκατάσταση και την ίση συμμετοχή των φύλων, η συνεισφορά τους αφορά πραγματικά ζητήματα της κοινωνίας τα οποία επηρεάζουν και τις δύο κοινότητες. Οι Τεχνικές Επιτροπές δεν διευκολύνουν μόνο τη συνεργασία μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, αλλά επίσης ασχολούνται με την αντιμετώπιση πρακτικών ανησυχιών και ενισχύουν τον διάλογο. Το έργο τους αποδεικνύει ότι, ακόμα και εν απουσία πολιτικής διευθέτησης, η ουσιαστική συνεργασία δεν είναι μόνο εφικτή, αλλά και αναγκαία για την επίτευξη προόδου.
Η παρούσα δημοσίευση χρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Το περιεχόμενό της αποτελεί αποκλειστική ευθύνη του ICLAIM και της Human Rights Platform, ενώ δεν αντικατοπτρίζει κατ’ ανάγκη τις θέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
*Εκπαιδευόμενης στο ICLAIM