Είμαστε στο σκοτάδι. Χωρίς φάρμακα. Στο θεοσκόταδο χωρίς φάρμακα. Οι άρρωστοι περιμένουν τον θάνατο. Στο φως του κεριού. Λένε ας αναπαύεται σε τόπο φωτεινό. Μήπως υπάρχει κάτω από τη γη το φως το οποίο δεν υπάρχει πάνω σε αυτήν; Είμαστε στο σκοτάδι. Λέτε καλά να πάθουμε; Πείτε. Δεν θίγομαι, δεν με πειράζει καθόλου. Πείτε, δεν θα γράφατε ποτέ «κρατημένο» σε εκείνες τις πόρτες; Θα φροντίζατε καλά εκείνους που αντιστέκονταν για να μην πάρουν τον δρόμο της προσφυγιάς κρατώντας σφικτά τη γη τους; Θα τους προστατεύατε από τους τυράννους; Δεν θα γιορτάζατε κάθε 20 Ιουλίου την ώρα που εμείς δακρύζουμε; Δεν θα επιτρέπατε εκείνη την τεράστια σημαία που βάφτηκε στα βουνά για να σκαλίζει τον πόνο μας; Δεν θα θέλατε να μείνουν εδώ εσαεί εκείνοι που μοίρασαν την πατρίδα μας και την έθεσαν υπό κατοχή;
Είμαστε στο σκοτάδι. Χωρίς φάρμακα. Είμαστε σε δρόμους θεοσκότεινους. Είμαστε κουρασμένοι. Άρρωστοι. Στο φως του κεριού. Λέτε καλά να πάθουμε; Πείτε το. Δεν θίγομαι καθόλου. Δεν με πειράζει καθόλου. Πείτε, δεν αναζητήσατε ποτέ το δίκαιο για τον Ισαάκ, του οποίου έγινε λιώμα το κεφάλι με σιδερένιους λοστούς; Δεν είπατε απολύτως τίποτα για το γεγονός ότι το Βαρώσι προσφέρθηκε στα φίδια και στις σαρανταποδαρούσες; Δεν υψώσατε καθόλου τη φωνή σας κατά του κατοχικού στρατιωτικού διοικητή, ο οποίος θεώρησε υπερβολικό ένα μέρος για τάφο για τον συμπολίτη μας που ήθελε να ταφεί στο χωριό του; Δεν ρωτήσατε τι υπέφερε η Δέσποινα που πέθανε στο μοναστήρι του Αποστόλου Αντρέα; Δεν ρωτήσατε καθόλου γιατί αποκαλείται «Πλατεία Μπουλέντ Ετζεβίτ» η πλατεία του μοναστηριού; Φωνάξατε πολλές φορές ότι «Η Ειρήνη στην Κύπρο δεν μπορεί να εμποδιστεί», όμως πάντοτε ήσασταν υπέρ του εγγυητή; Κατηγορούσατε πάντα εμάς για τη μη λύση και δεν αναζητήσατε ποτέ φταίξιμο στον εαυτό σας. Και στο τέλος είπατε για τον μεταφερόμενο πληθυσμό ότι «είναι αδέλφια μας, είναι εργάτες» και τους αγκαλιάσατε. Λέτε καλά να πάθουμε; Πείτε. Πείτε, εσείς γκρεμίσατε τον συνεταιρισμό σε αυτή τη Δημοκρατία; Πείτε, εσείς βάλατε βόμβες στα τζαμιά και το ρίξατε πάνω μας; Αν εμείς κάναμε λάθος και ζητήσαμε ένωση, ζητήσατε και εσείς διχοτόμηση. Λεηλατήσατε τα εδάφη μας από τα οποία εκδιωχθήκαμε με τη βία των όπλων. Τα μεταγράψατε με ψεύτικους τίτλους ιδιοκτησίας σε εκείνους που μεταφέρθηκαν εδώ από το εξωτερικό. Παραμείνατε θεατές σε εκείνους που μετέτρεψαν την ωραία Κερύνεια μας σε μπετόν. Πάντα εκλέγατε επικεφαλής σας τους πιο φανατικούς εθνικιστές. Δεν αντισταθήκατε καθόλου ενάντια στον κατακτητή της χώρας μας και, είτε φιμώσατε είτε συκοφαντήσατε εκείνη τη μια χούφτα ανθρώπους οι οποίοι αντιστάθηκαν. Δεν διαταράξατε τη σιωπή σας έναντι του γεγονότος ότι ανακηρύχθηκαν προδότες εκείνοι που αγωνίζονται για να ενωθεί η μοιρασμένη πατρίδα μας και σύρθηκαν στα δικαστήρια. Μόλις είδατε χρήματα, ξεχάσατε τη λύση και την ειρήνη, τη θυμηθήκατε μόλις είχατε δυσκολίες. Πικραθήκατε μαζί μας επειδή είπαμε όχι στο δημοψήφισμα και δεν καταλάβατε ότι αυτό το σχέδιο ήταν παγίδα για όλους μας. Ναι, δεν είχαν υπόθεση και οι δικοί μας διοικούντες, όμως οι δικοί σας δεν είχαν καθόλου και, παρά το γεγονός ότι τους καθόριζε ο κατακτητής, εσείς πάντα νομίζατε ότι κάνετε δημοκρατικές εκλογές. Σας άρεσε πολύ το παιχνίδι της δημοκρατίας και της κυβέρνησης κάτω από κατοχή. Στηρίξατε τη δημοκρατία - φάντασμα που υποχρεωθήκατε να σηκώσετε το χέρι ψηλά κατά την ίδρυσή της και αρχίσατε να την υπερασπίζεστε.
Είμαστε στο σκοτάδι. Είμαστε χωρίς φάρμακα. Είμαστε χωρίς φάρμακα στο θεοσκόταδο. Οι άρρωστοι περιμένουν τον θάνατο. Στο φως του κεριού. Βρίσκουμε ο ένας τον άλλον, είτε στο νοσοκομείο πλέον είτε σε κηδείες. Είτε στην ταβέρνα είτε το δικαστήριο. Μια μέρα μπορεί να βρεθούμε και στο τρελοκομείο. Σαν εκείνο τον τρελό που κοιτούσε από μια τρύπα στον τοίχο επί 48 χρόνια, όμως δεν μπορούσε να δει τίποτα. Τρέχουν και φεύγουν από τη ζωή μας οι μέρες μας οι οποίες περνάνε χωρίς αύριο σε ένα πειρατικό κομμάτι γης. Πώς ζει κανείς σε αυτό τον τόπο που πιστεύουμε ότι οι ένοχοι, οι οποίοι βρίσκονται έξω από τη φυλακή, είναι πολύ περισσότεροι από εκείνους που βρίσκονται μέσα; Λέτε καλά να πάθουμε; Πείτε. Δεν θίγομαι καθόλου…