Η ουρά στο οδόφραγμα του Αγίου Δομετίου εκτείνεται μέχρι το εργοστάσιο της Κόκα Κόλα και μου θυμίζει τις ουρές που για τελευταία φορά είδα στη Σοβιετική Ένωση. Ημέρα Κυριακή. Θα περάσουν στον βορρά. Θα πάνε στην Κερύνεια, στην Καρπασία, στη Μόρφου; Κάνει ζέστη. Πολλή ζέστη. Αξίζει να περιμένεις στην ουρά; Αφού περιμένουν με υπομονή, αξίζει σίγουρα. Είναι ευτυχισμένοι οι Κύπριοι; Απαντώ ο ίδιος στην ερώτηση αυτή που μου έρχεται στο μυαλό. Ο μόνος δρόμος για να γίνει ευτυχισμένος ένας Κύπριος είναι να ξεχάσει εντελώς την Κύπρο! Να την βγάλει εντελώς από τη ζωή του. Πρέπει να ζει σε ένα τέτοιο μέρος που να μην υπάρχει καθόλου η «Κύπρος» εκεί. Δεν πρέπει καν να συναντιέται το όνομά της. Κανενός Κύπριου πολιτικού. Καμίας διαπραγμάτευσης. Κανενός κυπριακού συνθήματος. Είναι δυνατόν αυτό; Είδα κάποιους που το κατάφεραν και αυτό. Κάποιους που έφυγαν απ’ εδώ πριν εξήντα χρόνια και δεν πάτησαν το πόδι τους ποτέ ξανά. Ένα από τα ανίψια μου πέθανε στη Νέα Ζηλανδία. Θάφτηκε στη Νέα Ζηλανδία. Έφυγε μια φορά από την Κύπρο και αυτό ήταν. Δεν πέρασε ποτέ ξανά απ’ εδώ. Κάποια ανίψια μου ζουν εδώ και χρόνια στη χερσόνησο Πόρτλαντ στην Αγγλία. Ούτε ενδιαφέρονται για την Κύπρο, ούτε ρωτούν γι’ αυτήν. Μήπως είναι δυνατόν να είναι κανείς ευτυχισμένος σκεπτόμενος την Κύπρο; Η Κύπρος είναι πάντα ένα ντέρτι. Πάντα ένα πρόβλημα. Είναι γλυκό να τη νοσταλγείς. Το παρόν της είναι βρισιά από την αρχή μέχρι το τέλος. Το μέλλον της σκοτάδι. Μια κοινωνία που πιάνεται πάντοτε από την ελπίδα επειδή πάντοτε είναι απελπισμένη. Ενδοτική. Υπάκουη. Μια κοινωνία που δεν υπάρχει στην παράδοσή της ο ξεσηκωμός και οι επαναστάσεις. Όμως, δεν χρειάζεται να πάει κανείς μακριά. Στην Κύπρο υπάρχουν τόσο μακρινά χωριά, που οι άνθρωποι και εκεί ζουν στον δικό τους κόσμο. Αν δεν παρακολουθούν τηλεόραση, αν δεν ακούνε ραδιόφωνο και αν δεν διαβάζουν εφημερίδα, δεν είναι ενήμεροι για απολύτως τίποτα. Δεν χαλούν άδικα τα νεύρα τους.
Το μέσα μου και το έξω μου είναι Κύπρος. Δεν είναι δυνατόν να ζήσω ξεχνώντας την Κύπρο. Όπου πήγα, την κουβαλούσα και αυτήν μαζί μου. Ήταν το πιο βαρύ φορτίο, όμως κανένας τελωνιακός δεν το αντιλήφθηκε αυτό και δεν μου ζήτησε να πληρώσω περισσότερα κιλά. Κοιτάξαμε μαζί τη Μεσόγειο από το αεροπλάνο. Περάσαμε μαζί από τη γέφυρα του Δνείπερου. Γυρίσαμε μαζί τα βουνά του Καυκάσου, τις λεωφόρους της Γιάλτας και καθίσαμε μαζί στα πέτρινα σκαλοπάτια της Οδησσού. Καθώς έπαιρνα μια ανάσα απέναντι στον Δούναβη σε έναν από τους λόφους στον δρόμο του Κάστρου Εστεργκόν, μου ψιθύρισε στο αφτί: «Θέλω να είμαι και εγώ τόσο ελεύθερη όσο αυτό το ποτάμι. Κοίτα, εκείνο σώθηκε από την αιχμαλωσία. Σώσου και εσύ». Το θυμηθήκαμε αυτό κοιτάζοντας τις αχανείς στέπες στα τρένα που ταξίδευαν στην Κεντρική Ασία. Έγινε η παντοτινή αγαπημένη μου που δεν με εγκατέλειψε ποτέ. Όπου και αν κοίταξα, κοίταξα με τα δικά της μάτια. Αντιλήφθηκα ότι ζήλεψε τους θαυμάσιους δρόμους στις πόλεις, τα κτήρια και τα πάρκα. Μελαγχόλησα όταν αντιλήφθηκα ότι κοίταζε με νοσταλγία όσους ζούσαν ειρηνικά. «Γιατί γυρίζεις τα μουσεία;», με ρώτησε στο Λένινγκρατ, «Μήπως εγώ δεν είμαι μουσείο για εσένα από τη μια άκρη μέχρι την άλλη;» Πάντα με παρηγορούσε στις στιγμές που ασφυκτιούσα από την απελπισία. Και μια μέρα είπε το εξής: «Αν μια μέρα βαρεθείς να ζεις μακριά από εμένα σαν μια σκοτεινή βροχή, επέστρεψε στην Τέρα και κοίτα τη θάλασσα από εκείνους τους ψηλούς λόφους. Κάθισε κάτω από τη συκιά που βρίσκεται στην αυλή του παππού σου. Άσε τη θλίψη για τα μυστήρια που προσπαθείς να λύσεις εδώ και χρόνια και δεν μπορείς. Ξέχνα ακόμα και εμένα. Κοίτα μόνο τη θάλασσα».
Η κυριακάτικη γραμμή είναι από το οδόφραγμα στον Άγιο Δομέτιο μέχρι το εργοστάσιο της Κόκα Κόλα. Είσαι ευτυχισμένος Κύπριε; Ιδού ο Ιούλιος. Πόνος από την αρχή μέχρι το τέλος. Δάκρυ από την αρχή μέχρι το τέλος. Αυτές είναι μέρες δολοφονιών. Κοίτα, κάνουν τις τελευταίες τους ετοιμασίες για τη δολοφονία εκείνοι που σχεδίαζαν να σκοτώσουν τον Κουτλού Ανταλί. Μοιράζουν καθήκοντα. Εσύ θα στέκεσαι εκεί. Εσύ θα παρακολουθείς τη γύρω περιοχή. Το αυτοκίνητο στο οποίο θα επιβιβαστούμε και θα φύγουμε θα είναι έτοιμο. Εσύ θα τραβήξεις τη σκανδάλη. Δεν γίνεται να αστοχήσεις! Η βολή θα είναι θανατηφόρα!
Μια φωτογραφία. 62 χρονών. Ένας άντρας σε ένα σοκάκι στο Λονδίνο πουλά την εφημερίδα «Evening Standart». Μια ηλικιωμένη σικάτη γυναίκα αγοράζει εφημερίδα από αυτόν. Μπροστά από τον πωλητή υπάρχει μια τεράστια επιγραφή. «Cyprus good news», γράφει. Καλά νέα από την Κύπρο. Ποιο είναι το καλό νέο; Ιδρύθηκε η Δημοκρατία! Εδώ και εξήντα χρόνια δεν μπορέσαμε να δούμε ποτέ ξανά καλό νέο εδώ…