Οι εξωτερικές συνθήκες επιμένουν να κρατούν στον αναπνευστήρα την ελπίδα για ευόδωση των προσπαθειών επανέναρξης των συνομιλιών. Σκεφτόμαστε πως δεν είναι δυνατόν να μην λειτουργήσουν καταλυτικά υπέρ της λύσης μια σειρά από υφιστάμενες και επερχόμενες εξελίξεις – από τις επαφές Λουτ, μέχρι το χάος από ενδεχόμενη αποχώρηση της Unficyp, την αλλαγή βάσης του Κυπριακού ή τα ενεργειακά, χωρίς λύση.
Στην πραγματικότητα, όλα αυτά λειτουργούν ως άλλοθι συντήρησης προσδοκιών. Για να μην δούμε κατάματα την πραγματικότητα, και συνακόλουθα για να μην υποχρεωθούμε να δώσουμε απάντηση στο ερώτημα «τι κάνουμε τώρα;». Όσοι πολίτες έχουν διαλεκτική αντίληψη και ανάλογο κύτταρο σκέψης, όσοι έχουν σαφή προτίμηση υπέρ της λύσης στη βάση της ΔΔΟ, έχουν συνήθως και το σύμφυτο χαρακτηριστικό της υπομονής, της προσδοκίας, της αποχής από τις λαϊκιστικές φοβίες, από την απολυτότητα, και από τον φανατισμό. Αυτά, γενικά, είναι θετικά χαρακτηριστικά. Όμως, στην προκειμένη περίπτωση λειτουργούν με αρνητικό τρόπο: Αναστέλλουν τον σαφή σχηματισμό εικόνας, άρα αναστέλλουν και την τελεσίδικη προσωπική στάση απέναντι στα πράγματα.
Παραδοχές
Πρέπει να ξεκινήσουμε τη σκέψη μας με συγκεκριμένες παραδοχές, τις οποίες να χρησιμοποιήσουμε ως προκείμενες για να καταλήξουμε σε αληθή και ορθά συμπεράσματα:
- Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ξεκίνησε τις διαπραγματεύσεις με τον κ. Ακκιντζί το 2015 με συγκρατημένη θετική διάθεση και μετρημένες κινήσεις. Σταδιακά, μόνιμο κριτήριό του για το πόσο και προς τα πού προχωρεί έγινε η παθητική ερμηνεία των μετρήσεων κοινής γνώμης. Σε καμία φάση δεν ηγήθηκε της κοινωνίας διαμορφωτικά.
- Το φθινόπωρο του 2016, η πλάστιγγα μέσα του έγειρε προς τη μη λύση. Οι ερμηνείες γι’ αυτό είναι ποικίλες, και εκτείνονται από την παθητικά απαισιόδοξη ανάγνωση των ερευνών κοινής γνώμης, μέχρι την επιρροή από παράγοντες που δεν έχουν άμεση σχέση με την κυπριακή κοινωνία και το Κυπριακό. Η ιστορική έρευνα θα δείξει κάποτε ποιοι ήταν οι πραγματικοί λόγοι. Η διαφορά με το σήμερα είναι ότι, από τότε μέχρι το Κραν Μοντανά (Ιούλιος του 2017), ενδιαφερόταν ακόμη για την εικόνα του στη διεθνή κοινότητα, ώστε να μην πληγεί μέσω αυτής η εικόνα του στην ελληνοκυπριακή κοινωνία.
- Έχοντας αντιμετωπίσει σχεδόν αλώβητος μέσα στην ελληνοκυπριακή κοινωνία τους κραδασμούς από την καταβύθιση της διαδικασίας στο Κραν Μοντανά, γεμάτος αυτοπεποίθηση πια, έκανε όλες τις γενναίες κινήσεις άλωσης των δομών προς την κατεύθυνση της μη λύσης. Από το Προεδρικό μέχρι τα περιθώρια δράσης των τεχνικών επιτροπών, από τις κρατικές υπηρεσίες μέχρι τους διαμορφωτές των ειδήσεων στα κρίσιμα ΜΜΕ, δεν έμεινε ίντσα χωρίς έλεγχο από την πολιτική της μη λύσης.
- Από εκεί και πέρα ήταν σχετικά εύκολη η αντιμετώπιση κάθε προσπάθειας για αναβίωση των διαπραγματεύσεων, μέσα από τακτικές κινήσεις (άδειασμα της πρότασης Ακιντζί για συμφωνία στη βάση του πλαισίου Γκουτέρες, άδειασμα του ίδιου του πλαισίου μέσω αυθαίρετων ερμηνειών, υπερδιόγκωση του ενδεχομένου παραμονής 650 Τούρκων στρατιωτών στην Κύπρο, κατάργηση της βάσης λύσης μέσα από «χαλαρές και αποκεντρωμένες» προτάσεις, κ.λπ.).
- Ο Πρόεδρος δικαιώθηκε για την πρόβλεψή του ότι η κυπριακή κοινωνία θα εξακολουθούσε να βρίσκεται σε σύγχυση και ανοχή. Επανεκλογή, ενεργειακό πρόγραμμα, «κυπροαμερικανική συμμαχία», ξεπέταγμα της αρνητικότατης έκθεσης του γ.γ. του ΟΗΕ, του απέδειξαν ότι εύκολα χειρίζεται την ελληνοκυπριακή κοινωνία.
- Μετά από όλα αυτά, ο Πρόεδρος έχει αποκτήσει πλέον το σύνδρομο Μακαρίου: «Αφού όλα μου βγαίνουν, μπορώ να κάνω τα πάντα, τους έχω όλους στο τσεπάκι μου». Επομένως, πλέον δεν τον φοβίζει καμία Λουτ, κανένας Γκουτέρες, κανένας Γιούνκερ που δεν θέλει να τον δει μπροστά του, καμιά Μογκερίνι που φτύνει τον κόρφο της όποτε ακούει το όνομά του.
- Εν ολίγοις, το Κυπριακό θα οδεύσει προς λύση μέσα στο 2019-20 μόνο αν έρθουν τα πάνω κάτω.
Ευθύνες
Από τα πιο πάνω δεν προκύπτουν μόνο διαπιστώσεις για τον Πρόεδρο, αλλά και για εμάς ως κοινωνία. Είχαμε άπειρες ευκαιρίες να δούμε τα πράγματα κατάματα και να αναλάβουμε το προσωπικό μας μερίδιο ευθύνης για δράση ο κάθε πολίτης, κι όμως δεν το κάναμε. Το Κραν Μοντανά δεν ήταν απλώς άλλη μια χαμένη ευκαιρία για το Κυπριακό. Ήταν και άλλη μια χαμένη ευκαιρία για εμάς τους πολίτες. Αποτύχαμε παταγωδώς, σε οποιοδήποτε στάδιο, να δώσουμε ένα σαφές στίγμα προς τον Πρόεδρο. Του είπαμε με κάθε τρόπο: «Είσαι ο αφέντης, κάνε ό,τι θέλεις».
Οι προσωπικές μας ευθύνες ως πολίτες είναι ακόμη πιο βαριές από τη στιγμή που έχουμε δύο πολιτικά δεδομένα: Η ηγεσία του ΑΚΕΛ σταθερά προσπαθεί να δώσει τις πραγματικές διαστάσεις στα πράγματα, και δεν κουράζεται να επισημαίνει τις διολισθήσεις του Προέδρου. Την ίδια στιγμή, το γεγονός ότι η ηγεσία του ΔΗΣΥ πήρε προφανή απόφαση να μην ακολουθεί τον κ. Αναστασιάδη στις τακτικές του περιπλανήσεις – πλην μερικών εξαιρέσεων – και το γεγονός ότι δείχνει, ιδιαίτερα τους τελευταίους μήνες, να έχει πάρει ξεκάθαρη απόφαση ειλικρινούς εμμονής στη ΔΔΟ, αποτελούν αξιοπρόσεχτη συγκυρία: Τα δύο μεγάλα κόμματα δεν ταυτίζονται με τον Πρόεδρο, ταυτίζονται με τους πολίτες που επιθυμούν λύση. Εμείς οι πολίτες, πότε θα διαχωρίσουμε τη θέση μας από τον κ. Αναστασιάδη;
Η μπάλα στα πόδια των πολιτών
Στις δεκαετίες του 1980 και του 1990, ως αποτέλεσμα μιας προϋπάρχουσας ευρωπαϊκής τάσης, αναπτύχθηκε και στην Κύπρο η αντίληψη της ανάγκης για αποτελεσματικότερη συμμετοχή των πολιτών στα κοινωνικά και πολιτικά δρώμενα: Άρχισαν να αναπτύσσονται οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών που διεκδικούσαν λόγο και ρόλο στις εξελίξεις. Η απλή αναθετική λογική (ψηφίζω κάθε 4-5 χρόνια και αναθέτω τη μοίρα μου σε κάποιους άλλους, χωρίς στο μεσοδιάστημα να κάνω οτιδήποτε για τα κοινά) άρχισε να αμφισβητείται έντονα. Όμως, η δεκαετία του 2000 ήταν ένα Βατερλό γι’ αυτήν τη λογική στην Κύπρο. Η προεδρία Τάσσου Παπαδόπουλου, μεθοδικά και ηγεμονικά, τσάκισε στην πράξη αυτήν την προοπτική. Ρόλος αναγνωριζόταν πια μόνο στις καθαρά φιλανθρωπικές οργανώσεις της κοινωνίας. Όλα τα υπόλοιπα τύγχαναν ανοχής μόνον εφόσον υπάγονταν στο αυτοκρατορικό ή στο κομματικό σύστημα. Και ενώ αυτό άρχισε να αντιστρέφεται τη δεκαετία του 2010, τώρα κινδυνεύουμε να επιστρέψουμε – και σε αυτόν τον τομέα – στην εποχή Τάσσου Παπαδόπουλου.
Εν τέλει, εμείς οι πολίτες θα δώσουμε την απάντηση, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Είτε με την περαιτέρω ενεργοποίησή μας, είτε με την απάθειά μας. Το Κυπριακό θα λυθεί ή δεν θα λυθεί ανάλογα με το ποιαν απάντηση θα δώσουμε στην καθημερινότητά μας. Και στο πώς θα απαντήσουμε στο κάτι παραπάνω, που πάντα μπορούμε να κάνουμε – και πάντα ξέρουμε ποιο είναι.
Καλάθι
- Η κ.α Λουτ είδε εντελώς στα πεταχτά τους Κατρούγκαλο και Τσαβούσογλου, μόνο και μόνο για να μην συνεχίσουμε την γκρίνια ότι αντιστρατεύεται το αφήγημά μας. Ξέρει πως η κυβέρνησή μας ποντάρει πολύ εσωτερικά στο ότι «το κλειδί είναι στην Άγκυρα». Για να μην μας δώσει αφορμή, λοιπόν, είδε τυπικά τον Τσαβούσογλου πριν έρθει Κύπρο. Ίσα για να μην ξεφύγουμε και πάλιν εύκολα, βαφτίζοντάς την κι αυτήν «τουρκόφιλο Άιντε». Δύσκολος αντίπαλος αυτή η Λουτ, Πρόεδρε…
- Η διαδικασία μετατόπισης του Προέδρου από τον κόσμο της λύσης στον κόσμο της μη λύσης συνοδεύεται και από αντίστοιχη σταδιακή έμφαση στην τακτική, αντί στην ουσία. Και αυτό με τη σειρά του συνοδεύεται από σταδιακή μονιμοποίηση κάποιων χαρακτηριστικών στη γλώσσα του σώματος και στις εκφράσεις, που προσιδιάζουν περισσότερο σε άλλα επαγγέλματα. Επί όλων αυτών των παράλληλων μετατοπίσεων ο Πρόεδρος είναι απολύτως συνεπής.
- Τσιελεπής και Μαρκίδης δεν πήγαν στη διαπραγματευτική ομάδα. Ε, και; Γιατί τόσος χαμός; Αφού έτσι κι αλλιώς είναι γνωστό πως εδώ και χρόνια δεν εμπιστεύονται τον Πρόεδρο. Απλούστατα, επειδή και οι δύο είναι αξιόπιστα σύμβολα: Ο Μαρκίδης εκπροσωπεί το κομμάτι της φιλελεύθερης Δεξιάς που τάσσεται ανυστερόβουλα υπέρ της λύσης. Κι ο Τσιελεπής το ηθικά δικαιωμένο τμήμα της Αριστεράς που με προσωπικό και παραταξιακό κόστος παραμένει μόνιμα αφοσιωμένο στη λύση. Συμβολίζουν ό,τι ακριβώς λείπει από την εικόνα του Προέδρου. Γιατί περί εικόνας ο αγών.