Δεν νομίζω να υπάρχει σοβαρός άνθρωπος ο οποίος να τάσσεται ενάντια στην παροχή στην Αστυνομία όλων όσων χρειάζεται προκειμένου να καλύψει τα κενά της και να μπορέσει να δουλέψει καλύτερα.
Όμως αυτό που καταγράφεται τα τελευταία 24ωρα με εξοργίζει.
Ειδικά ως έναν άνθρωπο ο οποίος θεωρεί, επίσης, αδιανόητο να μένουν λ.χ. περιφερειακοί αστυνομικοί σταθμοί με… ένα άτομο βάρδια τη νύχτα (!), να υπάρχουν μονομελείς περιπολίες ή να μην αντιλαμβάνονται κάποιοι πως οι γερές περικοπές σε μισθούς αστυνομικών φέρουν κι άλλα πατατράγουδα, χωρίς αυτό να είναι δικαιολογία για το τι συμβαίνει.
Άλλωστε, η Πέμπτη Φάλαγγα πάντα υπήρχε στην Αστυνομία. Και πολύ πριν από την κρίση. Όπως προϋπήρχαν και ποτέ δεν έγιναν πράξη οι υποσχέσεις για αντιμετώπισή της, πέρα από ελάχιστα μεμονωμένα περιστατικά επιόρκων τα οποία αποκαλύφθηκαν, τυχαία συνήθως.
Αλλά το να ακούει κανείς τον πρόεδρο το Συνδέσμου Αστυνομικών να λέει πράγματα όπως «φεύγουμε το πρωί από τα σπίτια μας και δεν ξέρουμε πλέον εάν θα γυρίσουμε σώοι», διαβρώνοντας ακόμη περισσότερο το αίσθημα ασφάλειας αυτού του πελλότοπου με την αδιανόητη έφεση στην υπερβολή και την κατανάλωσή της, αυτό ναι, παραπάει.
Περιόδους έξαρσης του εγκλήματος είχαμε και σε περασμένες δεκαετίες. Για την ακρίβεια, αυτό που ζούμε τώρα δεν είναι μια τέτοια περίοδος, πέρα από μια σειρά περιστατικών: μία ακόμη έξαρση στις διαρρήξεις, την υπόθεση του Στροβόλου και της ηλικιωμένης που λήστεψαν και τη δράση μίας -όπως φαίνεται- σπείρας που έκανε ληστείες και η οποία μάλλον εξαρθρώνεται μετά από τα όσα έγιναν προχθές στη Λεμεσό.
Οι Κυπραίοι τρομάζουν εύκολα με το παραμικρό και πανικοβάλλονται πολύ πρόθυμα και ίσως αυτός να είναι ο λόγος και του νέου τροπαρίου της τρομοκράτησης. Όμως όσοι θέλουν να ενσπείρουν αυτόν τον πανικό, είτε για να καλύψουν τις δικές τους ευθύνες είτε για να αποσπάσουν «νέα όπλα» από την πολιτεία, δεν προσφέρουν καμία υπηρεσία στον τόπο.
Ναι, δεν μπορεί να παίρνει κανείς στα σοβαρά ανοησίες όπως το «φεύγουμε το πρωί από τα σπίτια μας και δεν ξέρουμε πλέον εάν θα γυρίσουμε σώοι»… στην Κύπρο! Και πολλά άλλα που λέγονται. Θα εκπλαγείτε, ωστόσο, πόσος κόσμος όχι μόνο τα παίρνει, αλλά και πανικοβάλλεται.
Άστε που η δουλειά του αστυνομικού αυτά έχει. Σε άλλες χώρες, υπάρχει και ένας κίνδυνος. Εδώ σπανιότατα, αλλά, άνθρωπέ μου, κίνδυνοι και μάλιστα μεγαλύτεροι υπάρχουν και για τους πυροσβέστες, λ.χ., και για έναν σωρό άλλους τομείς του Δημοσίου.
Είναι καιρός όσοι πηγαίνουν στην Αστυνομία να πηγαίνουν… πλέον διότι θέλουν να γίνουν αστυνομικοί, όχι απλώς διότι είναι μια σίγουρη δουλειά. Τότε θα συμβιβαστούν και με τον -απειροελάχιστο- κίνδυνο. Αλλιώς να μην πηγαίνουν. Κανείς δεν έχει δικαίωμα να πανικοβάλλει με αρλούμπες τον κόσμο και να προσθέτει στο ήδη βαρύ και το τοξικό κλίμα της χώρας.
Στο ίδιο καταγέλαστο μήκος κύματος ήταν βεβαίως χθες και ο υπουργός. Αναλαμβάνω την ευθύνη που μου αναλογεί ως πολιτικού προϊστάμενου της Αστυνομίας, μας είπε. Και η οποία ευθύνη στη χώρα μας αναλαμβάνεται ανέξοδα και φραστικά, θα συμπλήρωνα. Και ώς εκεί πάντα.
Τόσο, που ούτε καν το ορθότερο, το «αναγνωρίζω την ευθύνη που μου αναλογεί», δεν μπορεί να σταθεί εδώ. Διότι η ανάληψη, Ιωνά μου, είναι κουβέντα μεγάλη. Τούτου λεχθέντος, ΔΕΝ θεωρώ ότι πρέπει να παραιτηθεί ο υπουργός για όσα έγιναν.
Το ζήτημα είναι βαθύτερο. Δεν λύνεται έτσι.
Αυτό που θεωρώ είναι πως ούτε και αυτός δεν μπορεί να καλύπτει την πολύ μεγάλη ευθύνη που του αναλογεί, παραπλανώντας την κοινή γνώμη ότι και πάλι είναι τάχα θέμα αλλαγής των νόμων και της παροχής στην Αστυνομία δυνατοτήτων που δήθεν δεν έχει.
Όταν μια χαρά τις έχει μετά από την τελευταία τροποποίηση του Συντάγματος αλλά και την αλλαγή της νομοθεσίας. Πώς να το κάνουμε; Δεν γίνεται να μπορεί να λέει ψέματα… ειδικά ο υπουργός Δικαιοσύνης.
Έστω κι αν το κάνει για να καλυφθεί. Ή -ίσως και χειρότερα- εάν το κάνει για να καλυφθεί. Ούτε θα πρέπει να τα ανοίξουμε όλα και να γίνουμε αστυνομικό κράτος εδώ μέσα, διότι ο Ιωνάς και η Αστυνομία καταγράφουν αυτού του είδους τις αποτυχίες και βρέθηκε τώρα η εύκολη οδός.
Διότι δεν είμαστε σοβαρό κράτος και απλούστατα θα γίνουμε ακόμη περισσότερο μπουρδέλο. Όταν, λ.χ., άκουγα τον υπουργό Δικαιοσύνης να εξηγεί γιατί πρέπει να επιτραπεί η παρακολούθηση και του περιεχομένου των τηλεπικοινωνιών κ.τ.λ., ώστε να μπορούν να κατατεθούν ως τεκμήρια στο δικαστήριο, και να λέει εν τη ρύμη του λόγου του ότι τώρα τα έχεις παράνομα αλλά δεν μπορείς να τα καταθέσεις…
… και στην ουσία να παραδέχεται ότι το κράτος όντως παρανομεί και όντως ψαχουλεύει τα τηλέφωνα, χωρίς καμία εγγύηση ότι αυτό αφορά κακοποιούς, τότε ναι, ένιωσα μια τεράστια ανασφάλεια, μην σας πω και έναν τρόμο να με διαπερνά για το τι μπορεί να προκληθεί σε ένα τέτοιο κράτος εάν αυτά γίνουν και νόμιμο modus operandi.
Που δεν χρειάζεται να γίνουν διότι ήδη τους έχουν δοθεί πολλά όπλα, για να κάνουν τη δουλειά τους. Τα αιτήματα είναι σεβαστά και λογικά τα περισσότερα. Έως και σκανδαλωδώς αυτονόητα κάποτε. Και πρέπει να ικανοποιηθούν. Αλλά όχι με το να ζούμε εμείς σε κατάσταση τρόμου νομίζοντας ότι κινδυνεύουμε από στιγμή σε στιγμή.
Είμαστε που είμαστε φοβικοί σσυλλόπελλοι σ’ αυτό το νησί.
Δεν είναι ανάγκη να τρελάνουν εντελώς τους μισούς και να κάνουν τον τόπο το 1984 του Όργουελ προκειμένου να δικαιολογηθούν και να αυξηθούν τα περίπολα ή να στελεχωθούν οι βάρδιες ή να τους πάρουν κι άλλα γιλέκα.
Η διεκδίκηση έχει και ένα όριο. Μην χάσουμε και τα μυαλά μας εντελώς.