Θα είναι
Γλυκός. Ήρεμος και δίκαιος. Κάθε φορά που θα βλέπει μαθητές θα χαμογελά. Κάθε φορά που θα συναντά δάσκαλους και καθηγητές θα τους σφίγγει το χέρι. Θα τους ρωτά πώς τα πάνε και πώς βλέπουν τα πράματα. Θα επιμένει να ακούει την αλήθεια. Θα κρατά σημείωση το όνομα και το τηλέφωνο της κυρίας Σοφίας για να την ξαναπιάσει πιο μετά να τα πουν πιο αναλυτικά. Όταν τον καλούν στα σχολεία για καμιά γιορτή θα κάθεται με τους μαθητές. Θα βγαίνει στα καφέ που συχνάζουν οι νέοι με ένα ποδήλατο και θα συζητά μαζί τους. Θα πιστεύει στο διαφορετικό. Θα θέλει καινοτομίες. Θα παροτρύνει τους εκπαιδευτικούς να βγάζουν συχνά έξω από την τάξη τους μαθητές τους για μάθημα στην αυλή (μεγάλε Πεύκιε, τώρα σε θυμήθηκα που το είπες κάποτε σε κάποιο λύκειο και όσοι σε άκουσαν σύντομα μετά από σένα την πάτησαν…).
Θα θέλει
Τους εκπαιδευτικούς να συζητούν δύο περιόδους την εβδομάδα ελεύθερα θέματα που αφορούν τους μαθητές. Θα τα επιλέγουν οι ίδιοι οι μαθητές. Οι πιο καλοί μπορούν να ετοιμάζουν και παρουσιάσεις επί τούτου. Για παράδειγμα... «Η λογοτεχνία του χιπ χοπ». Θα θέλει οι μαθητές να γράφουν ελεύθερα την έκθεση και τις ιδέες τους από την πρώτη δημοτικού και να μην ακολουθούν τους… σκελετούς των φροντιστηρίων και του κυρίου Πατάτα. Θα θέλει τα σχολεία ανοιχτά τα βράδια, να μπορούν οι μαθητές να περάσουν την ώρα τους βλέποντας ταινίες και ακούγοντας χαλαροί μουσικοί. Σε κάποιες τάξεις θα γίνονται και βοηθητικές για τα μαθήματα συζητήσεις, κάτι σαν cafe academia. Θα θέλει να μιλήσει στον κύριο Δημήτρη που το σύστημα τον έκανε μούργο και θλιβερό, σχεδόν άπιστο στον εαυτό του. Να τον βοηθήσει να θυμηθεί όλα αυτά που ονειρευόταν για την παιδεία και τώρα πια, μετά από 15 χρόνια αγωνίας για αλλαγή, τα ξέχασε και πέφτει στον βούρκο της αίσθησης της αχρηστίας. Μα μέσα του βαθιά βράζει ακόμα η φλόγα της ελπίδας και ο υπουργός θα τη δει, θα τη νιώσει και θα τον ρωτήσει κι αυτόν. Θα θέλει λιγότερες παρελάσεις, λιγότερο ταμταμ τουμ, και περισσότερη ουσία, δηλαδή ιστορική γνώση που ποτέ δεν υπήρξε στους μαθητές μας αν και το ζητούν με αγωνία. Το μόνο που θυμούνται από τον Κολοκοτρώνη είναι μάλλον το μουστάκι του. Οι άριστοι, ένας δυο, θα σου πουν πως ο Μακρυγιάννης είχε και ταμπουρά, μα δεν θα ξέρουν τι είναι αυτό, ούτε ποτέ θα ρωτήσουν. Θα θέλει να τα αλλάξει όλα αυτά και πολλά πολλά άλλα.
Μα…
Ας ξυπνήσουμε. Τίποτε από αυτά δεν θα συμβεί μάλλον. Η ελπίδα μέσα στα σχολεία δεν υπάρχει ούτε κατά διάνοια. Τα σεμινάρια και οι ιδέες είναι καταστάσεις βαριές σαν τον ουρανό του Άτλαντα. Οι εκπαιδευτικοί αγέλαστοι κρατούν έναν δείκτη, μια ύλη αρχαία και προχωρούν. Σαν μια πομπή που περπατά σε μια σπηλιά. Που όλο βαθαίνει και στενεύει και στο τέλος θα χάσουν ο ένας τον άλλο και μαζί θα χαθεί και η παιδεία του τόπου. Το οξυγόνο και το φως στη σπηλιά τούτη το δίνει το υπουργείο. Την ποσότητα του παρεχόμενου αέρα την αποφασίζουν… οι από πάνω, σε συνεργασία με τους πράκτορες συνδέσμους φιλολόγων και μαθηματικών από κάτω. Και είναι ελάχιστη προκειμένου να παραμείνει η πομπή ζαλισμένη απ' το λιγοστό οξυγόνο. Και να υπηρετεί πιστά τη φωνή που ακούγεται μέσα από μαύρα αόρατα μεγάφωνα. Αν κάποιος από την πομπή κατά σύμπτωση καταλάβει τι συμβαίνει και φωνάξει, ανοίγει μια καταπακτή από κάτω του και τον καταπίνει.