Του Χρίστου Πουργουρίδη
Εγώ είχα την τύχη να παρακολουθήσω μια διάλεξη του Στίβεν Χόκινγκ αρχές της δεκαετίας του ’90. Η κατάσταση της υγείας του ήταν τότε σχετικά καλή και του επέτρεπε να εκδηλώνει και το θαυμάσιο βρετανικό χιούμορ του. Στο τέλος δέχθηκε ερωτήσεις και μου δόθηκε η ευκαιρία να του υποβάλω μια ερώτηση που είχε σαν πηγή της την πρώτη και τότε πρόσφατη επίσκεψή μου στο Άγιον Όρος.
Μια ομάδα αποτελούμενη από τον τότε πρόεδρο του ΔΗΣΥ Γιαννάκη Μάτση, τρεις υπουργούς της πρώτης κυβέρνησης Κληρίδη, μερικούς άλλους και τον γράφοντα, επισκεφθήκαμε με πρωτοβουλία του μακαρίτη πατέρα του Χάρη Λοϊζίδη το Άγιον Όρος.
Από την Ουρανούπολη φθάσαμε με το καραβάκι στην ιερά μονή Διονυσίου, που ήταν η βάση μας κατά τη διάρκεια της παραμονής μας. Μας υποδέχθηκαν με κάθε επισημότητα στην είσοδο της μονής ο ηγούμενος ιερομόναχος Πέτρος και όλοι οι πατέρες της μονής. Εν πομπή οδηγηθήκαμε στο καθολικό της μονής όπου εψάλη δοξολογία. Στο κέντρο του καθολικού (έτσι αποκαλούν τον κεντρικό ναό στις μονές) υπήρχαν τράπεζες με πάρα πολλές λειψανοθήκες που περιείχαν λείψανα πολλών γνωστών και αγνώστων αγίων. Η δεξιά χείρα του Προδρόμου ήταν μεταξύ των πιο εντυπωσιακών ιερών λειψάνων.
Εισερχόμενος στο καθολικό αισθάνθηκα μια απερίγραπτη υπέροχη ευωδία. Και όσο πλησίαζα προς τις τράπεζες, η ευωδία γινόταν εντονότερη. Όσο και να προσπαθήσω, δεν θα τα καταφέρω να περιγράψω ικανοποιητικά αυτή την ευωδία. Οι άλλοι της ομάδας, όταν τους ρώτησα μετά, δεν αισθάνθηκαν τίποτα.
Έκαμα, λοιπόν, σύντομη αναφορά στην εμπειρία μου αυτήν και ρώτησα τον σπουδαίο αυτό επιστήμονα: υποστηρίζετε ότι δεν χρειάζεται Θεός για να εξηγηθεί τον σύμπαν; Ποια επιστημονική εξήγηση μπορεί να δοθεί στο περιστατικό που μόλις σας περιέγραψα; Και μου απάντησε πως «υπάρχουν πολλά φαινόμενα που συμβαίνουν στο σύμπαν για τα οποία δεν υπάρχει ακόμα επιστημονική εξήγηση. Και μάλλον πολλά φαινόμενα θα μείνουν για πάντα χωρίς επιστημονική εξήγηση».
Σ’ αυτά τα φαινόμενα που θα μείνουν για πάντα χωρίς επιστημονική απόδειξη είναι η ύπαρξη ή ανυπαρξία του Θεού. Σέβομαι την απιστία ή τον διστακτικό σκεπτικισμό όσων δεν νιώθουν στον νου και στην καρδιά τους την παρουσία της αγάπης του Θεού.
Αυτή η μυστική σχέση του νου και της καρδιάς μας με το υπερβατικό, ασφαλώς, δεν μας εμποδίζει να έχουμε επίγνωση τού ότι «στον κόσμο της Μοριακής Χημείας συναντούμε ένα πλήθος από στοιχεία, καθώς δε διεισδύουμε στα ενδότερα του υποατομικού κόσμου, καταλήγουμε σε ποικίλα στοιχειώδη σωμάτια, όπου το καθένα έχει την αποστολή του και επιτελεί τον μοναδικό σκοπό του. Άλλα από αυτά είναι υλικά (όπως τα λεπτόνια και τα κουάρκς), άλλα είναι φορείς δυνάμεως και άλλα πολύ βαρύτερα, τα υπερσωματίδια, τα οποία, καθώς φαίνεται, συμπληρώνουν την απαιτούμενη συμμετρία… Μπορούμε να ακούμε, να λαμβάνουμε ερεθίσματα – μπορούμε να μιλάμε – να στέλλουμε μηνύματα… αλλά και αυτό που βλέπουμε, με όλων των ειδών τα τηλεσκόπιά μας, είναι μόλις το 4% του σύμπαντος. Το υπόλοιπο 23% είναι σκοτεινή ύλη και το 73% είναι σκοτεινή ενέργεια. Και εκεί κρύβεται το μυστικό του κόσμου μας».
Αυτό το απρόσιτο μυστικό προσπάθησε να διερευνήσει ο κορυφαίος επιστήμονας της εποχής μας Στίβεν Χόκινγκ. Η θεωρία του για τις μαύρες τρύπες έδωσε κάποιες απαντήσεις για το 23% της σκοτεινής ύλης, αλλά το 73% της σκοτεινής ενέργειας βρίσκεται ακόμη στο σκοτάδι…
Οι σύγχρονες θετικές επιστήμες εφιστούν βέβαια την προσοχή μας στην παραδοχή ότι είμαστε εφήμερα νοήμονα πλάσματα που κατοικούμε σ’ έναν μικροσκοπικό πλανήτη, ο οποίος περιφέρεται γύρω από τον ζωοδότη του ήλιο, ο οποίος με τη σειρά του είναι ένα από τα εκατοντάδες παρόμοια άστρα του γαλαξία μας, που και αυτός είναι μέλος ενός από τα πολυάριθμα σμήνη γαλαξιών οι οποίοι πλημμυρίζουν τον ασύλληπτα εκτεταμένο, αν και πεπερασμένο, κοσμικό χωροχρόνο, έτσι που ο νους και η καρδιά μας ευαισθητοποιούνται και, σε έξαρση, να ψιθυρίζουν τους στίχους του ψαλμού ότι «οι ουρανοί διηγούνται δόξαν Θεού», όχι μόνο αν όντως είναι, αλλά και ακόμη κι αν δεν είναι «έργον των χειρών Αυτού».
Σ’ αυτόν τον πολίτη του κόσμου που πρόσφερε στην ανθρωπότητα ένα μεγαλειώδες επιστημονικό έργο, αφιερώνω τους στίχους του Ευριπίδη (Στοβ. 3.1.4): «Ακόμη κι όταν πεθαίνουμε, η αρετή δεν χάνεται, συνεχίζει να ζη ασώματη. Ενώ, αντίθετα των κακών όλα, όντας μάταια, χάνονται μέσα στο χώμα».