«Α, μάνα μου! Δοξάζω τον Πλάστην μου! Τζαι αν μεν σε είχαμεν τζαι σέναν! Τι θα εκάμναμεν;», φώναξε η γυναίκα, γύρω στα 70.
Εκείνη, το άκουσε, έκανε τάχα μια γκριμάτσα σαν να έλεγε, «έλα, έλα υπερβολές», έφτασε στη μισή γκριμάτσα αλλά, πριν το υπόλοιπο το, «...αλλά πε μου τζι άλλα, ψοφώ για τούτα» κατάλαβε ότι θα καεί (μεταφορικά ναι) και αρκέστηκε στο κλασικό της μισοκατεψυγμένο χαμόγελο. Όσο δηλαδή δεν κατάφερε ακόμη να παγώσει η σιγουριά της ότι -ε ναι!- αφού αυτό της αξίζει. Να την θαυμάζουν τόσο.
Και όχι μόνο τόσο. Και όχι μόνο οι δικοί της. Και οι υπόλοιποι. Οι πολλοί. Εκείνοι οι οποίοι δεν έχουν ακόμη καταλάβει ποία μεγαλοφυΐα τους χάρισε η φύση. Εκείνην!
«Έφερα σου μιαν φίζαν χαλλούμια!», πετάχτηκε ένας άλλος. «Να τα φάεις να δυναμώσεις τζαι θωρώ σε τζίτρινην τελευταίως. Μα ’ν’ τρώεις σιόρ;».
Ένα σκανδαλιάρικο «λάμνε σιυλλοΰρεφκε» πήγε να ξεγλιστρήσει ως απάντηση έξω από το semi frozen στόμα της. Εκείνη το άρπαξε, το «λάμνε…», και το κατάπιε με μιας. Έκανε πως δεν άκουσε το σχόλιο για το κίτρινο. Ίσως γιατί σκέφτηκε μια εξήγηση. Όπως και οι πολλοί, εκείνοι που δεν κατάλαβαν ακόμα τα της μεγαλοφυΐας της.
«Εν με αφήνει η αγωνία μου να φάω! Εν τζιαιρός του φαγιού τωρά; Δαμέ κινδυνεύουμε να χάσουμε κόμματα, μισθούς, καριέρες, συντάξεις, επιδόματα!», είπε. Η αίθουσα πάγωσε. Όλοι κοίταξαν σοκαρισμένοι. Σαν να τα είχε κατεβάσει ο παπάς την ώρα της μετάληψης.
«Ου! Εν το κρασίν της Πάφου!», το έσωσε εκείνη. «Να χάσουμε την πατρίδα μας!», εννοούσα. Ανακούφιση στην αίθουσα. Όλα καλά. Τι άλλο να εννοούσε άλλωστε; Την πατρίδα! Τόσα χρόνια για αυτήν δεν υπέμενε καρτερικά στο κόμμα του ακατονόμαστου; Δύο δεκαετίες! Αλλά ούτε ένα ευχαριστώ δεν της είπαν. Αυτό λένε όλοι στο κόμμα.
Το καλό το κόμμα, το καινούργιο. Αυτό που είχε πει ότι δεν θα έκανε διότι δεν την ενδιέφερε να κατέβει στις βουλευτικές, όπου πάντα συνεπής κατέβηκε. Και με το κόμμα που δεν θα έκανε. Τότε που, στο ερώτημα εάν θα μείνει βουλευτίνα ή εάν θα πάει πίσω, είχε απαντήσει: ο ψηφοφόρος δεν θα ξεγελαστεί. Θα το μάθει πριν την κάλπη!
Αλλά δεν του το είπε. Για αυτό την κατηγορούν αυτοί οι άθλιοι, λένε όλοι στο κόμμα. Όχι για το ότι τους ξεγέλασε εκείνους με βάση τα δικά της λεχθέντα. Όχι. Για αυτό. Και για το ότι περίμενε να παντρέψει πρώτα την κόρη της και να καλέσει όλο τον ΔΗΣΥ με τη λίστα που πήρε από το κόμμα, να έρθουν με τα φακελάκια τους όλοι αυτοί οι ενδοτικοί και μετά να παραιτηθεί... Καλά να τους κάνει! Λένε στο κόμμα. Δεν λένε εάν ήταν σωστό ή όχι. Όχι.
Ένας τρίτος την πλησίασε προσεκτικά. «Έβαλα σου λλίον τραχανάν να πάρεις μιτά σου να κάμνεις καμιά σούπαν τζαι εν κρυάδα τζει κάτω», της είπε. «Εν συνταγή της στετές μου! Έκαμνεν τον τζαι του Διγενή τότες που ήρτεν με τον Άη Γιώρκην στη Χλώρακα!».
«Ο Διγενής!...», αναφώνησε εκείνη και η κραυγή της γέμισε την αίθουσα. Έσφιξε τα χείλη προσπαθώντας να δακρύσει κιόλας. Σαν την Μάρθα Βούρτση στο «Αυτή που δεν λύγισε». Ο ρόλος δεν της έκατσε, τα δάκρυα δεν βγήκαν, γαμ…έ τα.
Άλλαξε σκηνή. Πάλι το ημι-παγωμένο χαμόγελο Μπουμπουλίνα meets Τζοκόντα. Έκανε να φύγει. Ο τύπος (δες, «τραχανάς της στετές μου») την άρπαξε από το χέρι. Έβγαλε ένα μεγάλο φάκελο, της τον έδωσε συνωμοτικά και της ψιθύρισε: «Χώσ’ τον! Εν ο χάρτης που θα δώκει ο Αναστασιάδης τους Τούρκους!».
Χθες το μεσημέρι, όσοι δεν το είδατε, στο ΡΙΚ ΕΝΑ, η Λασκαρίνα Φλαμπεχάρους, η καμένη (μελλοντικά) ηγέτιδα της Αλληλεγγύης, εκστόμισε το πιο απίστευτο ίσως πράγμα που ειπώθηκε από πολιτικό, ακόμη και Κύπριο, εδώ και δεκαετίες. Υποστήριξε πως τον χάρτη της δεύτερης διαρροής στη Γενεύη τής τον είχαν δώσει… κάτι δικοί της στην Πάφο!
Δεν είπε εάν εκείνη όντως τον έδωσε σε δημοσιογράφους, όπως την είχαν κατηγορήσει -κατά τα λεγόμενα της ίδιας πάντα- όταν επί 48 ώρες είχε στήσει την άλλη παράσταση: «Η Φλαμπίκο Ποκουπίσι». Με ηρωίδα μια πανέτοιμη (κατά την ίδια) για τη θυσία καμικάζι η οποία κατηγορήθηκε… τόσο άδικα. Και φώναζε για την αξιοπρέπειά της!
Μυστήριο: Στην 48ωρη παράσταση η Φλαμπίκο δεν είπε πουθενά τη σουρεάλ αυτή εκδοχή για τον χάρτη που κυκλοφορούσε, τάχα, στην Πάφο! Φυσικά και δεν το συζητάμε σοβαρά αυτό! Είναι στα όρια της μεταγωγής το πράγμα, αυτό έλειπε. Αλλά θα ήταν μια κάποια υπεράσπιση. Δεν τα είπε όμως.
Αυτά προστέθηκαν στο σενάριο μετά το τέλος της παράστασης, όταν η Λασκαρίνα επέστρεψε στην Κύπρο με το νέο της έργο. Για να εξηγήσει, τάχα, πως για άλλη μια φορά εκείνη (σ.σ. παγώστε τη σκέψη και δείτε την να χαμογελά γεμάτη σιγουριά για το φοβερό της μυαλό), εκείνη λοιπόν τα είχε προβλέψει. Όλα. Πάλι. Πάντα. Ναι.
Απροσδόκητο τέλος Στήλης.
Διότι εγώ ώς εδώ μπορούσα να σχολιάσω. Από εδώ και κάτω, είναι δουλειά άλλων.