Ρώτησε κάποτε μια κυρία τον Βενιαμίν Φραγκλίνο, έναν από τους συντάκτες του αμερικανικού Συντάγματος, σε επιθετικό τόνο: «Τι είδους διακυβέρνηση θέλετε να μας προσφέρετε μέσα από το Σύνταγμα και τους νόμους που έχετε συντάξει»; Κι αυτός απάντησε με το γνωστό στωικό του ύφος: «Δημοκρατία κυρία μου, αν μπορείτε να την προστατεύσετε».
Το ερώτημα της κυρίας και η απάντηση του Βενιαμίν Φραγκλίνου από το 1776 και εξής εξακολουθούν να είναι πάντοτε στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας. Με μια διαφορά. Ότι η ερώτηση της κυρίας είναι στερεότυπη και μονίμως επαναλαμβανόμενη, σε αντίθεση με την απάντηση των πολιτικών η οποία ποικίλλει. Η ερώτηση της κυρίας, που εκπροσωπεί τον μέσο πολίτη, είναι διερευνητική, υποκρύπτει ανασφάλεια και φόβο για το τι θα φέρει η επόμενη μέρα. Οι απαντήσεις των πολιτικών καθορίζουν διαχρονικά τους statesmen από τους πολιτικάντηδες. Με λίγα λόγια η δημοκρατία ανήκει σε όλους, κατά τον Βενιαμίν Φραγκλίνο. Στους πολίτες, κυρίως, αλλά και στους πολιτικούς. Αυτοί που προστατεύουν τη δημοκρατία είναι οι πολίτες. Διά της ψήφου τους. Διά της εμπλοκής τους στα κοινά, διά της ζώσας πολιτικής παρουσίας του στη διαδικασία λήψης αποφάσεων. Όσοι λειτουργούν με αυτόν τον τρόπο, θέλουν να αντιπροσωπεύονται από statesmen. Statesman είναι ο πολιτικός που βλέπει μακρύτερα από τον μέσο πολίτη, όχι όμως τόσο μακριά ώστε να μπορεί να τον πιάσει από το χέρι και να τον οδηγήσει ένα ακόμα βήμα μπροστά. Αυτοί που απλώς ρωτούν χωρίς να κάνουν τίποτε, αντιπροσωπεύονται από τους πολιτικάντηδες. Πολιτικάντης είναι ο πολιτικός που αρπάζεται από τους φόβους του μέσου πολίτη, τους κάνει πολιτική και παραμένει στάσιμος ή μαζί κάνουν βήματα πίσω. Στην καλύτερη περίπτωση λειτουργεί ως γιδοβοσκός. Τους βάζει στο μαντρί, δήθεν για να τους προστατέψει από τον κακό λύκο.
Οι πρακτικές
Το 2016 ομολογουμένως ζήσαμε κακές δημοκρατικές πρακτικές. Οι statesmen της πολιτικής αποδείχθηκαν είδος υπό εξαφάνιση και οι λαοί κινήθηκαν περισσότερο από φόβο και ανασφάλεια, προσφέροντας χώρο στους πολιτικάντηδες.
Οι πολιτικάντηδες και αρχιμανδρίτες της πολιτικής περίσσεψαν το 2016. Εξελέγη στις ΗΠΑ ο Ντόναλντ Τραμπ. Η λογική του καλού βοσκού ήταν αυτή που επικράτησε στην προεκλογική του εκστρατεία, αφού δεσμεύτηκε ότι θα κτίσει ένα τείχος για να προστατεύσει τους Αμερικανούς από τους μετανάστες. Ο μέσος Αμερικανός τον πίστεψε. Ο Βρετανός πολιτικός Νάιτζελ Φάρατζ υποσχέθηκε στους Βρετανούς ότι «θα ξαναπάρουμε πίσω την πατρίδα μας» από την κακή Ευρώπη, ότι οι μετανάστες δεν θα έρχονται πλέον στη Βρετανία να παίρνουν τις δουλειές των αυτοχθόνων και ότι όλες οι εισφορές της Βρετανίας στον κοινοτικό προϋπολογισμό θα διατεθούν για τα ταμεία συντάξεως των Βρετανών. Τον πίστεψαν οι Βρετανοί. Την ίδια χρονιά οι Κολομβιανοί δεν στήριξαν την ειρηνευτική διαδικασία στη χώρα, οι Ιταλοί έστειλαν στο σπίτι του τον Ρέντσι, ενώ και οι Αυστριακοί παρ’ ολίγο να εκλέξουν φασίστα στην ηγεσία τους. Σταθεροί κομματάρχες και λαϊκιστές παραμένουν εδώ και χρόνια πολιτικοί, όπως ο Βλαδίμηρος Πούτιν και ο Ταγίπ Ερντογάν. Διά του εθνικισμού, του λαϊκισμού και κυρίως του αυταρχισμού έχουν μετατρέψει τις χώρες τους σε τεράστιες στάνες τις οποίες κυβερνούν με τα τσοπανόσκυλά τους, εφευρίσκοντας συνεχώς εχθρούς, για να αναδεικνύονται αυτοί σε προστάτες.
Πώς προστατεύουμε τη δημοκρατία; Το ερώτημα βέβαια δεν το κατανοούν όλοι. Στις πλείστες χώρες του πλανήτη η δημοκρατία είναι μια λέξη χωρίς περιεχόμενο, στις δε δημοκρατικές χώρες η ελευθερία της σκέψης και της δράσης έχει σε μεγάλο βαθμό υποκατασταθεί από την ανάγκη αυτοπροστασίας, από τις επιπτώσεις μιας άναρχης παγκοσμιοποίησης. Οι βασικές ανθρώπινες ελευθερίες δεν ασκούνται αλλά προστατεύονται με αποτέλεσμα σταδιακά να εκφυλίζονται. Τα μαθήματα του 2016 είναι ότι χάθηκαν σημαντικές μάχες και σημειώθηκαν σημαντικά πισωγυρίσματα τα οποία παραπέμπουν στην πολιτική και ιδεολογική κρίση του Μεσοπολέμου. Για αυτό σήμερα στη μάχη μεταξύ αυταρχισμού και δημοκρατικών θεσμών οφείλουμε να υψώσουμε ανάστημα και να θέσουμε τις κόκκινες γραμμές μας. Θα εξακολουθήσουμε να ζούμε σε μια ελεύθερη κοινωνία ή θα αρχίσουμε να κτίζουμε τείχη; Θα υποδουλωθούμε στις παραδοσιακές φοβίες μας, επαναφέροντας τον εθνικισμό και τον ρατσισμό ή θα ανοιχθούμε στις καθημερινές προκλήσεις της ζωής μας ως ελεύθεροι πολίτες του κόσμου;
Πώς προστατεύουμε λοιπόν τη δημοκρατία; Διευρύνοντάς την. Στηρίζοντάς την. Διαλαλώντας την. Η δημοκρατία και η καθημερινή μας ελευθερία δεν κατοχυρώνονται από μια ψήφο κάθε 4 ή 5 χρόνια. Είναι στάση ζωής. Και ταυτόχρονα συνεπής αντιπαράθεση με όσους προσπαθούν να την καταλύσουν. Να το πούμε κι αλλιώς. Η φιλελεύθερη δημοκρατία είναι το πιο σημαντικό brand που διαθέτει αυτός ο πλανήτης και έτσι χρειάζεται ένα αξιόπιστο marketing για να κατακτήσει ξανά τις αγορές και τις καρδιές μας.
Δημοκρατία σημαίνει πλουραλισμός και ανοχή. Κάθε άποψη είναι αποδεκτή αλλά κρίνεται και σχολιάζεται με κοσμιότητα πάντα, για να αποδειχθεί αν αντέχει στη βάσανο της αλήθειας. Δεν μπορεί για παράδειγμα ένας ευρωβουλευτής να χαρακτηρίζει μια δημοσιογράφο πράκτορα μιας τρίτης χώρας επειδή διαφωνεί μαζί της.
Η δημοκρατία προωθεί την ισότητα των γυναικών, στηρίζει τα δικαιώματα των γκέι, κατοχυρώνει τη διαφορετικότητα στην καταγωγή, τη γλώσσα και το θρήσκευμα σε μια κοινωνία. Δεν μπορεί για παράδειγμα ο Αρχιεπίσκοπος να καταγγέλλει δημοσίως τους γκέι ότι είναι ψυχικά και σωματικά ασθενείς.
Η δημοκρατία αγαπά και σέβεται τους πρόσφυγες και τους μετανάστες. Κάποτε σε αυτόν τον πλανήτη ήμασταν όλοι πρόσφυγες και μετανάστες, βορά στις ορδές των ατάκτων. Δεν μπορεί ολόκληρη ΕΕ στην οποία ανήκουμε να έχει μετατρέψει κάποιες χώρες σε νεκροταφεία ψυχών για να αποφύγει να αντιμετωπίσει το πρόβλημα.
Η δημοκρατία είναι ταυτόσημη με την κοινωνική δικαιοσύνη και την ίση κατανομή βαρών. Μια οικονομία ευνομούμενης χώρας δεν μπορεί να καθιστά κάποιους όλο και πιο πλούσιους και τους πολλούς όλο και πιο φτωχούς. Σύμφωνα με το Bloomberg οι μεγαλύτερες περιουσίες του κόσμου αυξήθηκαν, παρά τις μεγάλες αυξομειώσεις, κατά 5,7%, δηλ. στα 4,4 τρισ. δολάρια μέχρι το τέλος του χρόνου, τη στιγμή που το ένα τρίτο του πλανήτη δεν έχει πρόσβαση σε καθαρό νερό.
Η δημοκρατία είναι ταυτόσημη με την ελευθερία, τον συνεχή διαφωτισμό και τη μάχη απέναντι σε κάθε ολοκληρωτισμό που απειλεί να εξοντώσει τις αξίες του ανθρωπισμού. Η δημοκρατία λοιπόν πρέπει να είναι συνεπής και εντός και εκτός. Δεν μπορεί μια χώρα να δηλώνει δημοκρατική, αλλά διά της εξωτερικής της πολιτικής να προάγει τον πόλεμο, να υποκινεί γενοκτονίες και εθνικό ξεκαθάρισμα σε τρίτες χώρες.
Σε μια χώρα όπου επικρατεί φόβος και ανασφάλεια δεν μπορεί να υπάρξει δημοκρατία, διότι οι άνθρωποί της δεν μπορούν να αποφασίσουν ελεύθερα. Σε μια χώρα που η αποκλίνουσα σκέψη χαρακτηρίζεται προδοσία, δεν υπάρχει δημοκρατία. Σε μια χώρα όπου οι ελάχιστοι σκεπτόμενοι προτείνουν λύσεις και η πλειοψηφία τούς καθυβρίζει χωρίς να προτείνει κάτι διαφορετικό, δεν υπάρχει δημοκρατία αλλά οχλοκρατία. Σε μια χώρα όπου κάνουν κουμάντο οι φοβικοί, οι ρατσιστές, οι μισαλλόδοξοι και εν γένει οι ηλίθιοι δεν υπάρχει δημοκρατία. Σε μια χώρα που οι συγγραφείς, οι δημοσιογράφοι και εν γένει οι διανοούμενοι χαρακτηρίζονται σπιούνοι και πράκτορες τρίτων χωρών, δεν υπάρχει δημοκρατία. Σε μια χώρα στην οποία οι ιστορικοί, είτε διότι είναι ανύπαρκτοι, είτε διότι φοβούνται, δεν έχουν καταφέρει να πουν την Ιστορία της, δεν υπάρχει δημοκρατία. Σε μια χώρα όπου ο λαός αποφασίζει μόνο συναισθηματικά και όχι λογικά, δεν υπάρχει δημοκρατία, αλλά δημαγωγία. Σε μια χώρα όπου το εκπαιδευτικό της σύστημα παράγει παπαγάλους και όχι άτομα με κριτική σκέψη δεν μπορεί να υπάρξει δημοκρατία.
Εν κατακλείδι, πώς προστατεύουμε τη δημοκρατία στον κόσμο και στην Κύπρο; Το επιτυγχάνουμε αν κάθε μέρα γινόμαστε λίγο καλύτεροι. Η δημοκρατία δεν χαρίζεται, κτίζεται.