Όσες φορές η Βουλή επιχείρησε να νομοθετήσει για τη δικαστική εξουσία χωρίς τη συγκατάθεσή της βρήκε το Σύνταγμα απέναντί της. Όλοι οι νόμοι που ψηφίστηκαν μέχρι σήμερα και περιλάμβαναν τους δικαστές στον κατάλογο των αξιωματούχων που υπέχουν υποχρέωση κατάθεσης δήλωσης «Πόθεν Έσχες» κρίθηκαν αντισυνταγματικοί, καθότι οι νόμοι αυτοί συνιστούσαν επέμβαση στον τομέα της αποκλειστικής αρμοδιότητας και δικαιοδοσίας της δικαστικής εξουσίας κατά παράβαση της αρχής της διάκρισης των εξουσιών. Από την άλλη, οι δικαστές δεν μπορούσαν να συνεχίσουν να παραβλέπουν την απαίτηση της κοινωνίας για έλεγχο των προσώπων που κατέχουν δημόσιο αξίωμα για τον σκοπό πρόληψης και καταπολέμησης της διαφθοράς στη δημόσια ζωή. Έτσι, οι δικαστές αποφάσισαν την αυτορρύθμισή τους, με την εισαγωγή της υποχρεωτικής κατάθεσης δήλωσης περιουσιακής κατάστασης και οικονομικών συμφερόντων κατά τρόπο όμως «που να διασφαλίζεται πλήρως η δικαστική ανεξαρτησία και να προστατεύεται η δικαστική αξιοπρέπεια». Η πρώτη δήλωση «Πόθεν Έσχες» αναμένεται θα υποβληθεί σε ειδικό έντυπο (βλέπε φωτό) από όλους τους υπηρετούντες δικαστές με τον νέο χρόνο.
Μετά την απόφαση της δικαστικής εξουσίας για αυτορρύθμιση και τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Δημοκρατίας του διαδικαστικού Κανονισμού που θα διέπει την κατάθεση και τον έλεγχο των δηλώσεων «Πόθεν Έσχες», οι βουλευτές της Επιτροπής Θεσμών αποφάσισαν να κάνουν πίσω και να μην συμπεριλάβουν τους δικαστές στον αναθεωρημένο νόμο που δρομολογούν για το «Πόθεν Έσχες».
Την ίδια αντιμετώπιση με τους δικαστές ζητούν να έχουν οι δύο επικεφαλής της Νομικής Υπηρεσίας, οι οποίοι με βάση το άρθρο 112 του Συντάγματος υπηρετούν υπό τους ίδιους όρους όπως και οι δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου και δεν απολύονται παρά μόνο υπό τους όρους και κατά τον τρόπο που απολύονται οι δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Άλλωστε, αποτελεί προϋπόθεση που καθορίζεται στο ίδιο το Σύνταγμα τα πρόσωπα που διορίζονται στη θέση του Γενικού Εισαγγελέα και του βοηθού Γενικού Εισαγγελέα να κατέχουν τα προσόντα διορισμού για τις θέσεις των δικαστών του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Πώς θα ελέγχονται οι δικαστές
Η υποχρέωση για κατάθεση δήλωσης «Πόθεν Έσχες» βαραίνει όλους τους δικαστές, όλων των βαθμίδων. Πρόσθετα, θα καλύπτει συζύγους και ανήλικα τέκνα. Ο σχετικός διαδικαστικός Κανονισμός που εκδόθηκε από τους εννέα δικαστές του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου και τους επτά δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου στις 6 Ιουλίου 2023 και τέθηκε σε εφαρμογή με τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Δημοκρατίας προβλέπει δικαστές να ελέγχουν δικαστές για αθέμιτο πλουτισμό ενώ οι δηλώσεις περιουσιακών στοιχείων που θα υποβάλλονται τόσο από τους δικαστές όσο και από τους/τις συζύγους και τα ανήλικα τέκνα να μην δημοσιοποιούνται.
Ειδικότερα, όπως αναφέρουν οι 16 δικαστές του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου και του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην αιτιολογική έκθεσή τους για την οικειοθελή εφαρμογή του «Πόθεν Έσχες» στη δικαστική εξουσία, «δεν θα ήταν ορθό να παραβλέψουμε την απαίτηση της κοινωνίας για έλεγχο των προσώπων που κατέχουν δημόσιο αξίωμα για τον σκοπό πρόληψης και καταπολέμησης της διαφθοράς στη δημόσια ζωή. Τέτοιος έλεγχος, αντίθετα, θα ενισχύσει το κύρος της δικαιοσύνης και θα την προστατεύσει από αόριστες και αβάσιμες σπερμολογίες. […] Την απαίτηση, όμως, της κοινωνίας θα πρέπει να την προσαρμόσουμε στις καθ’ ημάς συνθήκες της δικαστικής λειτουργίας, να την ιεραρχήσουμε με βάση τη δικαστική ανεξαρτησία και να τη θέσουμε υπό το μέτρο που απαιτούν οι πραγματικές ανάγκες του σκοπού στον τόπο μας». Έτσι, λοιπόν, οι δικαστές αποφάσισαν την εισαγωγή της υποχρέωσης δήλωσης περιουσιακής κατάστασης και οικονομικών συμφερόντων από όλους τους δικαστές κατά τρόπο όμως «που να διασφαλίζεται πλήρως η δικαστική ανεξαρτησία και να προστατεύεται η δικαστική αξιοπρέπεια». Αυτό σημαίνει στην πράξη ότι:
Πρώτον, οι δικαστές θα αυτοελέγχονται για να μην τους ελέγχουν τρίτα άτομα και παραβιαστεί η ανεξαρτησία τους.
Δεύτερον, δεν θα δημοσιοποιούν τις περιουσιακές τους δηλώσεις για να μην αποτελούν αντικείμενο δημόσιας συζήτησης και χλευασμού, προστατεύοντας έτσι την αξιοπρέπειά τους.
Πότε θα υποβάλλονται
Η δήλωση περιουσιακής κατάστασης θα περιέχει τα υφιστάμενα, κατά την ημερομηνία που θα καθοριστεί, περιουσιακά στοιχεία των δικαστών στην Κύπρο και το εξωτερικό. Θα συμπληρώνονται οι ακόλουθες δηλώσεις:
1. Η αρχική δήλωση θα υποβάλλεται σε ειδικό έντυπο από όλους τους υπηρετούντες δικαστές εντός τεσσάρων μηνών από τη δημοσίευση του Κανονισμού και από κάθε νέο δικαστή εντός τεσσάρων μηνών από τον διορισμό του.
2. Για σκοπούς απλοποίησης και συνεπώς ευχερέστερου και αποτελεσματικότερου ελέγχου δεν θα υποβάλλεται από τους δικαστές εξ υπαρχής δήλωση «Πόθεν Έσχες» ανά τριετία αλλά θα κατατίθεται μια επικαιροποιημένη δήλωση στην οποία θα περιλαμβάνεται οποιαδήποτε διαφοροποίηση των περιουσιακών τους στοιχείων ως επίσης των συζύγων και των ανήλικων τέκνων τους. Η εν λόγω δήλωση θα υποβάλλεται μαζί με επαρκείς εξηγήσεις που να δικαιολογούν τη διαφοροποίηση στα περιουσιακά στοιχεία καθώς και κατάσταση των χρεών των ιδίων και των συζύγων τους. Εάν δεν υπάρχει διαφοροποίηση στην κινητή και ακίνητη περιουσία, θα υποβάλλεται δήλωση περί τούτου.
3. Θα προβλέπεται μια τελική δήλωση από τους δικαστές με την αφυπηρέτηση ή παραίτηση ή την απώλεια άλλως πως των θέσεών τους.
Ποιοι θα ελέγχουν ποιους
Όσον αφορά την Αρχή στην οποία οι δικαστές θα υποβάλλουν τις δηλώσεις «Πόθεν Έσχες», ο Κανονισμός ορίζει ως αρμόδια όργανα τους εξής:
*Προκειμένου για τον πρόεδρο και τα μέλη του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου τον πρόεδρο του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
*Προκειμένου για τον πρόεδρο και τα μέλη του Ανωτάτου Δικαστηρίου ως επίσης όλους τους υπόλοιπους δικαστές της Κυπριακής Δημοκρατίας τον πρόεδρο του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου.
Διενέργεια έρευνας
Οι δηλώσεις «Πόθεν Έσχες» θα τηρούνται σε ειδικό αρχείο και θα θεωρούνται εμπιστευτικά έγγραφα. Θα καταστρέφονται μετά την παρέλευση τριών χρόνων από την ημερομηνία αφυπηρέτησης ή παραίτησης ή απώλειας του αξιώματος από τον υπόχρεο δικαστή. Ο πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου ή ο πρόεδρος του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου, ανάλογα με την περίπτωση, κατ' αρχάς θα ελέγχει κατά πόσον υπάρχει συμμόρφωση προς την υποχρέωση υποβολής δήλωσης και αν αυτή είναι σύμφωνη με τις διατάξεις του Κανονισμού. Ο πρόεδρος δύναται, σε περίπτωση που εύλογα δικαιολογείται κατά την κρίση του, να ζητήσει περαιτέρω στοιχεία και διευκρινίσεις από τον υπόχρεο δικαστή και εν ανάγκη να διατάξει έρευνα από εξειδικευμένα προς τούτο πρόσωπα. Η ηθελημένη παράλειψη υποβολής δήλωσης «Πόθεν Έσχες» από δικαστές θα αποτελεί πειθαρχικό παράπτωμα.
Δικαστές: «Δεν είμαστε πολιτικοί»
Στο καίριο ερώτημα κατά πόσον θα δημοσιοποιούνται οι δηλώσεις «Πόθεν Έσχες» των δικαστών όπως συμβαίνει, άλλωστε, με τους κρατικούς και αιρετούς αξιωματούχους, οι 16 δικαστές του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου και του Ανωτάτου Δικαστηρίου απαντούν ευθαρσώς με ένα βροντερό «όχι». «Η απάντηση πρέπει να είναι αδιαμφισβήτητα αρνητική», αναφέρουν οι δικαστές στην αιτιολογική τους έκθεση που συνοδεύει τον διαδικαστικό Κανονισμό και εξηγούν το γιατί: «Στο προοίμιο του Νόμου 50(Ι)/2004 (σ.σ. «Πόθεν Έσχες») που αφορά τα δημόσια εκτεθειμένα πρόσωπα και αξιωματούχους της Δημοκρατίας η ανάγκη για δημοσιοποίηση των προσωπικών τους στοιχείων κρίθηκε τέτοια ώστε να κατισχύει της ανάγκης για προστασία των προσωπικών δεδομένων με το σκεπτικό ότι «η αυξημένη έκθεση στη δημοσιότητα των προσώπων που κατέχουν δημόσια θέση καθώς και η άσκηση από μέρους του ενός σημαντικότατου τμήματος δημόσιας εξουσίας επεκτείνουν σαφώς τα όρια της θεμιτής πληροφόρησης των πολιτών». Οι δικαστές δεν έχουν αυξημένη έκθεση σε δημοσιότητα, ενώ η άσκηση της εξουσίας τους, ακόμα και η επιβολή της μικρότερης χρηματικής ποινής, αιτιολογείται δημοσίως και πλήρως κατά συνταγματική επιταγή και υπόκειται σε έλεγχο από ανώτερο δικαστικό όργανο. Είναι εντελώς διαφορετικές η φύση και η ζωή του δικαστή η οποία επιβάλλει, ακριβώς, να μην βρίσκεται σε «αυξημένη έκθεση σε δημοσιότητα». Εντελώς διαφορετικός είναι και ο δικαιοδοτικός του ρόλος που υπόκειται εκ του Συντάγματος, σε πλήρη διαφάνεια, δημοσιότητα και έλεγχο. Η δημοσιοποίηση των προσωπικών του δεδομένων, υπό τη μορφή περιουσιακών στοιχείων, δεν θα εξυπηρετούσε τη διαφάνεια, αλλά αντίθετα θα υπέβαλλε τον δικαστή στην άσκοπη και αδικαιολόγητη υποχρέωση να εκτίθεται πλέον ωσάν να ήταν πολιτικό πρόσωπο στη δημοσιότητα και θα τον υποχρέωνε σε δημόσιο διάλογο προς αποκατάσταση της αλήθειας ώστε να αντιμετωπίσει κακόπιστα αναληθή σχόλια και τη δημιουργία της οποιασδήποτε εσφαλμένης και παραπλανητικής εικόνας».
Συνεπώς, καταλήγουν οι δικαστές, η δημοσιοποίηση των δικών τους δηλώσεων «Πόθεν Έσχες» «δεν θα εξυπηρετούσε τη διαφάνεια αλλά θα ενείχε κινδύνους για την εικόνα ακεραιότητας και την αξιοπρέπειά τους, που είναι ακριβώς το αντίθετο από το ζητούμενο. Ο σκοπός εξυπηρετείται πλήρως με τις εισηγούμενες πρόνοιες. Η δημοσιοποίηση θα ήταν όχι μόνο δυσανάλογη του σκοπού αλλά θα έπληττε αυτό τούτο τον σκοπό».
Επιμένουν βουλευτές
Παρά τις ενστάσεις και τις διαφωνίες του Γενικού Εισαγγελέα και του βοηθού Γενικού Εισαγγελέα, βουλευτές της Επιτροπής Θεσμών είναι αποφασισμένοι να νομοθετήσουν με σκοπό να τους συμπεριλάβουν στη νέα νομοθεσία για το «Πόθεν Έσχες» που βρίσκεται στα σκαριά. Συγκεκριμένα, οι Γιώργος Σαββίδης και Σάββας Αγγελίδης θα περιληφθούν στον κατάλογο των αξιωματούχων που θα είναι υποχρεωμένοι να υποβάλλουν «Πόθεν Έσχες» ενώπιον της Βουλής με σκοπό να ελέγχονται για αθέμιτο πλουτισμό από ανεξάρτητη επιτροπή. Μάλιστα, η βουλεύτρια του ΑΚΕΛ κ. Ειρήνη Χαραλαμπίδου σε πρόσφατη συνεδρία της Επιτροπής Θεσμών της Βουλής έστειλε ένα σαφέστατο μήνυμα προς τον Πρόεδρο Χριστοδουλίδη μέσω της υφυπουργού κ. Ειρήνης Πικής που συμμετείχε στη συνεδρία: «Αν ο Πρόεδρος θέλει να ικανοποιήσει τα τερτίπια του Γενικού Εισαγγελέα και του βοηθού Γενικού Εισαγγελέα ας αναπέμψει τον νόμο που θα ψηφίσουμε και θα λάβει ηχηρή απάντηση από τη Βουλή προς την κατεύθυνση της διαφάνειας». Η κ. Χαραλαμπίδου, ξεκάθαρα, διεμήνυσε στον Πρόεδρο Χριστοδουλίδη ότι θα εκτεθεί και ο ίδιος στην περίπτωση που δεν υπογράψει τον νέο νόμο για το «Πόθεν Έσχες» επειδή στους ελεγχόμενους αξιωματούχους θα περιλαμβάνονται ο Γενικός Εισαγγελέας και ο βοηθός Γενικός Εισαγγελέας, οι οποίοι μέχρι και σήμερα δεν υπέχουν καμία υποχρέωση κατάθεσης δήλωσης «Πόθεν Έσχες».
Θέλουν αυτοέλεγχο
Ο Γενικός Εισαγγελέας Γιώργος Σαββίδης και ο βοηθός Γενικός Εισαγγελέας Σάββας Αγγελίδης δεν απορρίπτουν την απαίτηση των βουλευτών για να καταθέτουν και οι ίδιοι δηλώσεις «Πόθεν Έσχες» αλλά διαφωνούν ως προς τον έλεγχό τους από μια ανεξάρτητη επιτροπή καθότι θα παραβιάζεται η ανεξαρτησία τους και υποστηρίζουν ότι αυτό μπορεί να γίνει με την αυτορρύθμιση. Δεν θα ελέγχει ο ένας τον άλλον αλλά οι δηλώσεις των περιουσιακών τους στοιχείων θα κατατίθενται στο Ανώτατο Δικαστήριο και θα ελέγχονται μαζί με τις δηλώσεις των δικαστών.
Άλλωστε, για τους κ. Γιώργο Σαββίδη και Σάββα Αγγελίδη το θέμα δεν είναι προσωπικό αλλά θεσμικό. Δεν είναι προσωπικό, διότι έχουν ήδη δημοσιευθεί τα περιουσιακά τους στοιχεία και εξακολουθούν να είναι αναρτημένα στην ιστοσελίδα της Βουλής στην κατηγορία «Πρώην υπουργοί». Όπως διαμηνύουν οι δύο επικεφαλής της Νομικής Υπηρεσίας οφείλουν να διαφυλάξουν την ανεξαρτησία της Νομικής Υπηρεσίας.
Η επιστολή
Ενεργώντας ως αναπληρωτής Γενικός Εισαγγελέας ο κ. Σάββας Αγγελίδης απέστειλε στις 3/10/2023 στην πρόεδρο της Βουλής και στους αρχηγούς των κοινοβουλευτικών κομμάτων επιστολή με θέμα: «Δήλωση και έλεγχος των περιουσιακών στοιχείων του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας και του βοηθού Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας». Με την εν λόγω επιστολή, ο κ. Αγγελίδης τους ενημερώνει ότι μαζί με τον Γενικό Εισαγγελέα κ. Γιώργο Σαββίδη αποφάσισαν να προωθήσουν διαδικασία αυτορρύθμισης του «Πόθεν Έσχες» κατά τον ίδιο τρόπο με τους δικαστές.
Το περιεχόμενο της εν λόγω επιστολής αναμένεται να συζητηθεί στην επόμενη συνεδρία της Επιτροπής Θεσμών της Βουλής που θα πραγματοποιηθεί την ερχόμενη Τετάρτη.
Στην επιστολή του ο κ. Αγγελίδης ενημερώνει την πρόεδρο της Βουλής και τους αρχηγούς των κομμάτων με τα ακόλουθα:
«Σε συνέχεια συνάντησης του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας και του βοηθού Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας με τον πρόεδρο της κοινοβουλευτικής Επιτροπής Θεσμών, Αξιών και επιτρόπου Διοικήσεως κ. Δημήτρη Δημητρίου, κατόπιν δικής του πρωτοβουλίας αναφορικά με το ανωτέρω θέμα, συζητήθηκε η επιλογή της 'αυτορρύθμισης' του Πόθεν Έσχες του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας και του βοηθού Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας.
Αφού λήφθηκε υπόψη ότι, στο πλαίσιο Αξιολόγησης της Κύπρου για τον Τέταρτο Γύρο Αξιολόγησης της Ομάδας Κρατών Μελών κατά της Διαφθοράς του Συμβουλίου της Ευρώπης (γνωστή ως 'GRECO'), συστάσεις σε σχέση με την απόκτηση περιουσιακών στοιχείων ('Πόθεν Έσχες') έχουν εκδοθεί μόνο για τα μέλη του Κοινοβουλίου, που είναι εξάλλου εκλελεγμένοι αξιωματούχοι και συνεπώς πολιτικά εκτεθειμένα πρόσωπα και αφού αξιολογήθηκαν τα διαμειφθέντα κατά τη συζήτηση με τον κ. Δημητρίου και αφουγκραζόμενοι την απαίτηση της κοινωνίας για έλεγχο των προσώπων που κατέχουν δημόσιο αξίωμα τηρουμένης της αρχής της αναλογικότητας, για λόγους δημοσίου συμφέροντος και προστασίας της αξιοπρέπειας της Νομικής Υπηρεσίας, η Νομική Υπηρεσία έχει αποφασίσει να προωθήσει διαδικασία 'αυτορρύθμισης' του Πόθεν Έσχες του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας και του βοηθού Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας κατά τον ίδιο τρόπο όπως και οι δικαστές, καθώς υπηρετούν με τους ίδιους όρους που υπηρετούν και οι δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Στο πλαίσιο αυτό, θα υποβάλλεται δήλωση των περιουσιακών στοιχείων του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας και του βοηθού Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας και των συζύγων τους και των ανηλίκων τέκνων τους με τα ίδια ακριβώς στοιχεία που ζητούνται από τους δικαστές στον πρόεδρο του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου, ο οποίος έχει ενημερώσει τον γενικό εισαγγελέα ότι αποδέχεται και θα τηρεί ειδικό αρχείο προς τον σκοπό αυτόν, όπως αυτό των δικαστών. Ειδικότερα, θα υποβάλλεται δήλωση κατά την ανάληψη των καθηκόντων τους και επικαιροποιημένη δήλωση ανά τριετία καθώς επίσης και τελική κατά την αφυπηρέτηση/παραίτησή τους από το αξίωμα. Δήλωση θα υποβάλλεται και από τους υπηρετούντες Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας και βοηθό Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας εντός καθορισμένου χρόνου από τη δημοσίευση της σχετικής πρόνοιας. Ο πρόεδρος του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου κατά ανάλογο τρόπο της ρύθμισης για τους δικαστές θα ασκεί έλεγχο κατά πόσον υπάρχει συμμόρφωση προς την υποχρέωση υποβολής της δήλωσης και δύναται να ζητά διευκρινίσεις αναφορικά με τη δήλωση. Τα περιουσιακά αυτά δεδομένα υπό τη μορφή δήλωσης περιουσιακών στοιχείων δεν θα δημοσιοποιούνται, κατά τον ίδιο τρόπο όπως και αυτά των δικαστών, καθώς ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας και ο βοηθός Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας διαφοροποιούνται από τα πολιτικά εκτεθειμένα πρόσωπα, αφού υπηρετούν έναν ανεξάρτητο θεσμό μακριά από οποιαδήποτε πολιτική επιρροή».
Διαφωνούν με τη δημοσιοποίηση και οι Σαββίδης και Αγγελίδης
Στην επιστολή του ο κ. Αγγελίδης προς την πρόεδρο της Βουλής και τους αρχηγούς των κομμάτων τους ενημερώνει ότι τόσο ο ίδιος όσο και ο Γενικός Εισαγγελέας τάσσονται εναντίον της δημοσιοποίησης των δηλώσεων περιουσιακών τους στοιχείων και εξηγεί το γιατί: «Η δημοσιοποίηση των προσωπικών τους δεδομένων, υπό τη μορφή περιουσιακών στοιχείων, δεν θα εξυπηρετούσε τη διαφάνεια, αλλά αντίθετα θα υπέβαλλε τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας και τον βοηθό Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας στην άσκοπη και αδικαιολόγητη υποχρέωση να εκτίθενται πλέον ωσάν να ήταν πολιτικά εκτεθειμένα πρόσωπα στη δημοσιότητα και θα τους υποχρέωνε σε δημόσιο διάλογο προς αποκατάσταση της αλήθειας ώστε να αντιμετωπίσουν κακόπιστα αναληθή σχόλια και τη δημιουργία της οποιασδήποτε εσφαλμένης και παραπλανητικής εικόνας. Περαιτέρω, η δημοσιοποίηση των στοιχείων αυτών θα παραβίαζε τα συνταγματικά εχέγγυα ανεξαρτησίας και αυτονομίας του Γενικού και του βοηθού Γενικού Εισαγγελέα».
Πολιτική Δημοσίευσης Σχολίων
Οι ιδιοκτήτες της ιστοσελίδας www.politis.com.cy διατηρούν το δικαίωμα να αφαιρούν σχόλια αναγνωστών, δυσφημιστικού και/ή υβριστικού περιεχομένου, ή/και σχόλια που μπορούν να εκληφθεί ότι υποκινούν το μίσος/τον ρατσισμό ή που παραβιάζουν οποιαδήποτε άλλη νομοθεσία. Οι συντάκτες των σχολίων αυτών ευθύνονται προσωπικά για την δημοσίευση τους. Αν κάποιος αναγνώστης/συντάκτης σχολίου, το οποίο αφαιρείται, θεωρεί ότι έχει στοιχεία που αποδεικνύουν το αληθές του περιεχομένου του, μπορεί να τα αποστείλει στην διεύθυνση της ιστοσελίδας για να διερευνηθούν. Προτρέπουμε τους αναγνώστες μας να κάνουν report / flag σχόλια που πιστεύουν ότι παραβιάζουν τους πιο πάνω κανόνες. Σχόλια που περιέχουν URL / links σε οποιαδήποτε σελίδα, δεν δημοσιεύονται αυτόματα.