Οι επιδόσεις του 2023, με την αυξημένη κερδοφορία, παρέχουν στον κυπριακό τραπεζικό τομέα εφόδια για να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις που έχει μπροστά του. Ωστόσο το λειτουργικό περιβάλλον παραμένει δύσκολο.
Οι επιδόσεις
Ο τραπεζικός τομέας κατέγραψε υψηλά κέρδη το πρώτο εξάμηνο του 2023, κυρίως λόγω μιας αύξηση των καθαρών εσόδων από τόκους (NII). Κατά τη διάρκεια του πρώτου εξαμήνου του έτους, οι κυπριακές τράπεζες ανέφεραν συνολικά κέρδη ύψους 612 εκατ. ευρώ, που αντιστοιχούν σε μια εξαιρετικά υψηλή απόδοση ιδίων κεφαλαίων της τάξης του 25% (σε ετήσια βάση), σε σύγκριση με 172 ευρώ εκατ. ευρώ για το σύνολο του 2022. Τα καθαρά έσοδα από τόκους των κυπριακών τραπεζών επωφελήθηκαν από τα υψηλότερα επιτόκια πολιτικής και την αργή μετακύλιση των αυξήσεων των επιτοκίων στις καταθέσεις. Από αυτή την άποψη, το μεγαλύτερο μέρος των κερδών προήλθε από την πλεονάζουσα ρευστότητα των τραπεζών που τοποθετήθηκε στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), και σε μικρότερο βαθμό από τα υψηλότερα επιτόκια των δανείων με κυμαινόμενο επιτόκιο. Τα έξοδα για τόκους αυξήθηκαν λιγότερο από τα έσοδα από τόκους το πρώτο εξάμηνο του 2023, καθώς οι τράπεζες δεν έχουν αυξήσει σημαντικά τα επιτόκια καταθέσεών τους μέχρι στιγμής. Η βελτίωση των καθαρών εσόδων από τόκους αντισταθμίστηκε εν μέρει από τους αυξημένους τόκους που καταβλήθηκαν για εκδοθέντα χρεόγραφα.
Τα έσοδα των τραπεζών από αμοιβές και προμήθειες παρέμειναν σταθερά, σε παρόμοια επίπεδα με εκείνα της ίδιας περιόδου του 2022, τα οποία ήταν τα υψηλότερα από την κυπριακή τραπεζική κρίση το 2012-2013. Οι προβλέψεις απομείωσης μειώθηκαν, βελτιώθηκε η ποιότητα του ενεργητικού, ενώ το προσωπικό και τα άλλα διοικητικά έξοδα ήταν χαμηλότερα από ό,τι σε προηγούμενα έτη λόγω των προγραμμάτων εθελούσιας εξόδου που εκτελέστηκαν από τράπεζες τα προηγούμενα χρόνια και τη μείωση του αριθμού των υποκαταστημάτων.
Ο δείκτης κόστους προς έσοδα βελτιώθηκε σημαντικά σε 36% το β΄ τρίμηνο του 2023 από 71% το 4ο τρίμηνο του 2022 κυρίως χάρη στην αύξηση του εσόδων από τόκους, αλλά και με τη στήριξη του κόστους εξοικονόμησης. Παρά τα κέρδη αποδοτικότητας που παρατηρήθηκαν τα πρόσφατα χρόνια, υπάρχει ακόμη περιθώριο για περαιτέρω εξοικονόμηση, κυρίως μέσω της ψηφιοποίησης των λειτουργιών.
Οι οίκοι
Η αναβάθμιση του δημόσιου χρέους της Κύπρου σε επενδυτική βαθμίδα από όλους τους κύριους οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης ακολούθησε η αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας των αξιολογήσεων των δύο μεγαλύτερων τραπεζών από τον οίκο Moody's σε επενδυτική βαθμίδα.
Τον Οκτώβριο του 2023, η Τράπεζα Κύπρου και η Ελληνική Τράπεζα είδαν τις μακροπρόθεσμες αξιολογήσεις των καταθέσεών τους σε Baa3 από Ba1 και οι βασικές αξιολογήσεις πιστοληπτικής τους ικανότητας (BCA) και οι προσαρμοσμένες BCA αναβαθμίστηκαν σε Ba2 από Ba3. Οι βελτιωμένες αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας, σε συνδυασμό με τις ισχυρές κερδοφορίες και τη βελτιωμένη ποιότητα του ενεργητικού θα επιτρέψει στις τράπεζες να εξασφαλίσουν χρηματοδότηση με χαμηλότερο κόστος στις Κεφαλαιαγορές. Η Τράπεζα Κύπρου κατέβαλε μέρισμα για πρώτη φορά από το 2011, γεγονός που θα πρέπει επίσης να οδηγήσει σε βελτιωμένη πρόσβαση στις αγορές.
Κεφάλαια
Τα πιστωτικά ιδρύματα της Κύπρου διατηρούν ισχυρή κεφαλαιακή θέση, υπερβαίνοντας άνετα τις ελάχιστες απαιτήσεις.
Τον Ιούνιο του 2023 το πρωτοβάθμιο κεφάλαιο CET1 στον τραπεζικό τομέα αυξήθηκε σε 18,9% από 17,8% τον Δεκέμβριο του 2022, λόγω της βελτίωσης της κερδοφορίας που ενίσχυσε τα παρακρατηθέντα κέρδη, με μικρή μόνο αύξηση των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο στοιχείων ενεργητικού.
Ο δείκτης συνολικών ιδίων κεφαλαίων ανήλθε σε 23,3% τον Ιούνιο του 2023 (έναντι 21,3% τον Δεκέμβριο του 2022) το οποίο αποτελεί υψηλό ρεκόρ. Είναι κρίσιμο ότι αυτός ο δείκτης συνολικών ιδίων κεφαλαίων αποτελείται από κεφάλαια υψηλής ποιότητας.
Το κεφαλαιακό απόθεμα ασφαλείας του τομέα ξεπερνά τον πυλώνα 2 (P2G) κατά 6,2 ποσοστιαίες μονάδες. Συνολικά, το ενεργητικό του τραπεζικού τομέα ανέρχεται σε 64 δισ. ευρώ, επίπεδο παρόμοιο με αυτό του Δεκέμβριο του 2022 και χωρίς σημαντική μεταβολή στην κατανομή των περιουσιακών στοιχείων.
Ο συνολικός δείκτης μόχλευσης αυξήθηκε σε 7,1% τον Ιούνιο του 2023 (από 6,8% τον Δεκέμβριο του 2022), πολύ πάνω από την ελάχιστη απαίτηση του 3% και τον μέσο όρο της ΕΕ που είναι 5,6%.
Οι μεγαλύτερες τράπεζες, η Τράπεζα της Κύπρου και η Ελληνική Τράπεζα ανέφεραν δείκτη CET1 15,6% και 20,8%, αντίστοιχα (από 15,2% και 18,3%, αντίστοιχα, στο τέλος του 2022). Και οι δύο τράπεζες συμμορφώνονται ώς το 2025 με την απαίτηση για τα ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις (MREL), μετά από επιτυχείς εκδόσεις επιλέξιμων τίτλων MREL το 2023.
«Κόκκινα» δάνεια
Οι κυπριακές τράπεζες σημείωσαν περαιτέρω πρόοδο στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων τους, αλλά με βραδύτερο ρυθμό από ό,τι τα προηγούμενα έτη. Το απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων μειώθηκε από 2,3 δισ. ευρώ (δείκτης μη εξυπηρετούμενων δανείων 9,4%) στο τέλος του 2022 σε 2,1 δισ. ευρώ τον Ιούνιο του 2023, που αντιστοιχεί σε δείκτη μη εξυπηρετούμενων δανείων 8,7%. Ελλείψει πωλήσεων μη εξυπηρετούμενων δανείων από τον Ιανουάριο του 2022, η μείωση οφείλεται κυρίως σε οργανικές ενέργειες, όπως αποπληρωμές δανείων, θεραπεύσεις (μη εξυπηρετούμενα δάνεια που μετατρέπονται σε εξυπηρετούμενα) και διαγραφές.
Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια των νοικοκυριών ανήλθαν σε 1,2 δισ. ευρώ τον Ιούνιο του 2023 (11,2% του συνόλου των δανείων προς νοικοκυριά, από 12,1% τον Δεκέμβριο του 2022), ενώ στον τομέα των NFCs τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια ανήλθαν σε 0,9 δισ. ευρώ (7,3% του συνόλου των δανείων προς NFCs, από 7,9% τον Δεκέμβριο του 2022). Η μέτρια επίλυση των παλαιών μη εξυπηρετούμενων δανείων μπορεί να αποδοθεί στην έλλειψη προόδου που επιτεύχθηκε από τα λιγότερο σημαντικά ιδρύματα (LSI), των οποίων οι δείκτες μη εξυπηρετούμενων δανείων υπερβαίνουν επίμονα εκείνους των συστημικών τραπεζών.
Τα μικρότερα χαρτοφυλάκια των LSI και η περιορισμένη ικανότητα απορρόφησης ζημιών δημιουργούν προκλήσεις για τις πωλήσεις χαρτοφυλακίων.
Για να διατηρηθεί ο συνολικός δείκτης μη εξυπηρετούμενων δανείων σε πτωτική πορεία, οι LSI πρέπει επίσης να σημειώσουν σημαντική πρόοδο.
Εν τω μεταξύ, η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου (ΚΤΚ) διερευνά πιθανές πρωτοβουλίες, όπως ένα σχέδιο τιτλοποίησης, για την περαιτέρω μείωση του αποθέματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων στο τραπεζικό σύστημα.
Ο κυπριακός τραπεζικός τομέας άντεξε την πανδημία και την ενεργειακή κρίση καλά και δεν υπήρξε σημαντική επιδείνωση της ποιότητας του ενεργητικού του, παρόλο που προέκυψαν προκλήσεις.
Παρά την ΑΤΑ που ισχύει στην Κύπρο και αντισταθμίζει εν μέρει την απώλεια αγοραστικής δύναμης, ο πληθωρισμός παραμένει πάνω από τον μακροχρόνιο μέσο όρο του και διαβρώνει το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών. Οι επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν επίσης αυξανόμενο λειτουργικό κόστος και μειωμένο κύκλο εργασιών.
Αντιμετωπίζοντας, επιπλέον, υψηλότερο κόστος εξυπηρέτησης του χρέους λόγω των υψηλότερων επιτοκίων, ο κίνδυνος αθέτησης των δανειοληπτών αυξάνεται επίσης. Αύξηση των επιτοκίων είναι επομένως ένα «δίκοπο μαχαίρι» για τις τράπεζες.
Από τη μια πλευρά ενισχύουν τα κέρδη, αλλά από την άλλη, δημιουργούν προκλήσεις στην εξυπηρέτηση του χρέους για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις και συνεπώς εγκυμονούν κινδύνους για την ποιότητα του ενεργητικού των τραπεζών.
Οι τράπεζες παραμένουν σε εγρήγορση και διαθέτουν συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης για τον εντοπισμό και την επιδείνωση της πιστοληπτικής ικανότητας για να αποφύγουν νέες εισροές μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Η αύξηση των επιτοκίων το 2023 έχει προκαλέσει ένα κύμα αιτήσεων για επαναδιαπραγμάτευση δανείων με κυμαινόμενο επιτόκιο σε όλη την πελατειακή βάση των περισσότερων κυπριακών πιστωτικών ιδρυμάτων και οι επαναδιαπραγματεύσεις ως ποσοστό των συνολικών χαρτοφυλακίου δανείων είναι μεγαλύτερα στην Κύπρο από ό,τι σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες της ζώνης.
Αν και οι επαναδιαπραγματεύσεις αυτές φαίνεται να συνδέονται με τις δυνάμεις του ανταγωνισμού και την προσπάθεια των δανειοληπτών να επιτύχουν καλύτερους όρους σύμβασης, πρέπει να παρακολουθούνται στενά, καθώς ορισμένες από αυτές μπορεί να αποτελούν ένδειξη επικείμενων οικονομικών δυσκολιών για τους πελάτες.
Το γενικότερο λειτουργικό περιβάλλον παραμένει απαιτητικό για τις κυπριακές τράπεζες. Τα επίπεδα του χρέους των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων συνεπάγονται περιορισμένες προοπτικές δανεισμού στο μέλλον. Ο εσωτερικός ανταγωνισμός είναι έντονος, οπότε υπάρχουν λιγότερες ευκαιρίες για επέκταση των χορηγήσεων. Ως εκ τούτου, οι τράπεζες θα πρέπει να συνεχίσουν να αναζητούν εναλλακτικές επενδύσεις για τη δημιουργία κερδών, αφού τα περιθώρια από τα υψηλότερα επιτόκια συρρικνώνονται.
Πηγή: 15η Έκθεση Μεταπρογραμματικής Αξιολόγησης της Κύπρου
Πολιτική Δημοσίευσης Σχολίων
Οι ιδιοκτήτες της ιστοσελίδας www.politis.com.cy διατηρούν το δικαίωμα να αφαιρούν σχόλια αναγνωστών, δυσφημιστικού και/ή υβριστικού περιεχομένου, ή/και σχόλια που μπορούν να εκληφθεί ότι υποκινούν το μίσος/τον ρατσισμό ή που παραβιάζουν οποιαδήποτε άλλη νομοθεσία. Οι συντάκτες των σχολίων αυτών ευθύνονται προσωπικά για την δημοσίευση τους. Αν κάποιος αναγνώστης/συντάκτης σχολίου, το οποίο αφαιρείται, θεωρεί ότι έχει στοιχεία που αποδεικνύουν το αληθές του περιεχομένου του, μπορεί να τα αποστείλει στην διεύθυνση της ιστοσελίδας για να διερευνηθούν. Προτρέπουμε τους αναγνώστες μας να κάνουν report / flag σχόλια που πιστεύουν ότι παραβιάζουν τους πιο πάνω κανόνες. Σχόλια που περιέχουν URL / links σε οποιαδήποτε σελίδα, δεν δημοσιεύονται αυτόματα.