Η κυπριακή οικονομία έχει επιδείξει φέτος αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα παρά το ιδιαίτερα δυσμενές περιβάλλον, πετυχαίνοντας υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης τους οποίους αναμένεται να διατηρήσει και την επόμενη χρονιά.
Ωστόσο, το εξωτερικό περιβάλλον επιβαρύνεται και η ύφεση χτυπά την πόρτα της ευρωζώνης, καθώς οι πληθωριστικές πιέσεις δεν υποχωρούν (η Eurostat εκτιμά τον πληθωρισμό στην ευρωζώνη ακόμη υψηλότερο τον Σεπτέμβριο, στο 10%) και το νομισματικό περιβάλλον έχει πάψει να είναι φιλικό προς την ανάπτυξη. Το φάρμακο για την αντιμετώπιση του πληθωρισμού, μία πραγματική απειλή για την πραγματική οικονομία, είναι πρακτικά η μείωση της ζήτησης μέσω του περιορισμού της ανάπτυξης και της άνοδο των επιτοκίων. Ένα φάρμακο που πονά κυριολεκτικά την πραγματική οικονομία.
Οι επιδόσεις της κυπριακής οικονομίας δείχνουν ανθεκτικότητα, αλλά μπροστά μας -όχι πολύ μακριά μας- έχουμε μία περίοδο προκλήσεων, καθώς κράτος, νοικοκυριά και επιχειρήσεις καλούνται να προσαρμοστούν σε ένα περιβάλλον υψηλότερων επιτοκίων. Η πρόκληση είναι μεγάλη.
Ο ιδιωτικός τομέας καλείται ήδη να πληρώσει υψηλότερες δόσεις δανείων, οι οποίες θα γίνουν μεγαλύτερες τους επόμενους μήνες.
Η άνοδος του πληθωρισμού στην ευρωζώνη στο 10% τον Σεπτέμβριο δίνει επιχειρήματα στους υποστηρικτές εντός της ΕΚΤ της συνέχισης μιας επιθετικής ανόδου των επιτοκίων στις 27 Οκτωβρίου και στις 15 Δεκεμβρίου. Το δ.σ. της ΕΚΤ λαμβάνει αποφάσεις νομισματικής πολιτικής περίπου κάθε έξι εβδομάδες. Το σενάριο που υποστηρίζουν επενδυτικοί οίκοι και αναλυτές είναι ότι υπό το βάρος του πληθωρισμού τα επιτόκια θα αυξηθούν και στις δύο συνεδριάσεις κατά 0,75%. Αυτό σημαίνει ότι η χρονιά θα κλείσει με το επιτόκιο της ΕΚΤ στο 2,75%. Αναλυτές βλέπουν σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα τα βασικά επιτόκια ή επιτόκια «πολιτικής» στο 2,5%. Τι σημαίνει αυτό στην πράξη; Άνοδος των δόσεων σε υφιστάμενα δάνεια συνδεδεμένα με τα επιτόκια της ΕΚΤ κατά περίπου 20% έως 30% (δάνεια κοντά στη λήξη τους θα δουν μικρότερη αύξηση στη δόση) και ανάλογα θα προσαρμοστούν τα επιτόκια των νέων χορηγήσεων. Ένα νέο στεγαστικό θα τιμολογείται στο 4,5%, τα καλά επιχειρηματικά δάνεια στο 5,5% και τα καταναλωτικά δάνεια πέραν του 7-8%.
Ο διευθύνων σύμβουλος της Ελληνικής Τράπεζας, Όλιβερ Γκάτσκε, στη γενική συνέλευση της τράπεζας αναφέρθηκε στα επιτόκια των νέων δανείων λέγοντας ότι «βρισκόμαστε στη διαδικασία διαμόρφωσης της νέας μας τιμολόγησης, η οποία πρέπει να αντανακλά τη νέα πραγματικότητα».
Ο διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας, Κωνσταντίνος Ηροδότου, μιλώντας στο ετήσιο συνέδριο της Deloitte Κύπρου αναφέρθηκε στον κίνδυνο νέων αθετήσεων, με τον διευθύνοντα σύμβουλο της Τράπεζας Κύπρου, Πανίκο Νικολάου, να βλέπει ήδη πιέσεις στο χαρτοφυλάκιο των δανείων. Ας μην ξεχνάμε ότι ο υψηλός δανεισμός του ιδιωτικού τομέα αποτελεί μία από τις ευπάθειες της κυπριακής οικονομίας.
«Ο κίνδυνος νέων αθετήσεων είναι αυξημένος στις τρέχουσες οικονομικές προοπτικές», προειδοποίησε ο κ. Ηρόδοτου και προσέθεσε ότι «τα αυξημένα επίπεδα πληθωρισμού σε συνδυασμό με την αύξηση των επιτοκίων αναμένεται να μειώσουν το καθαρό εισόδημα των νοικοκυριών, γεγονός που μπορεί τελικά να δυσχεράνει την ικανότητα αποπληρωμής των δανειοληπτών. Ο τραπεζικός τομέας θα πρέπει να συνεχίσει να εφαρμόζει συνετές πολιτικές και λογική διαχείριση των κινδύνων, ενώ, παράλληλα, θα πρέπει να είναι ευέλικτος για την αντιμετώπιση των προκλήσεων που θα προκύψουν. Σε μία μάλλον ασταθή περίοδο μετά από δύο διαδοχικές κρίσεις, είναι ζωτικής σημασίας ο τραπεζικός τομέας να προσαρμόσει τις επιχειρηματικές του στρατηγικές στα νέα δεδομένα. Αυτό θα είναι ένα δύσκολο έργο, καθώς απαιτεί σημαντικές επενδύσεις, αλλαγή κουλτούρας και τη συμβολή διαφόρων ενδιαφερομένων».
Ο Πανίκος Νικολάου μιλώντας στο «S&P Global Market Intelligence» ανέφερε ότι «η αποτροπή της επιδείνωσης της ποιότητας του ενεργητικού, καθώς η γεωπολιτική αβεβαιότητα και ο αυξανόμενος πληθωρισμός επιβαρύνουν την εγχώρια οικονομία, θα αποτελέσει βασική πρόκληση για την τράπεζα τα επόμενα τρίμηνα. Υπάρχει ήδη κάποια πίεση στο χαρτοφυλάκιο δανείων, αλλά η ανθεκτικότητα της κυπριακής οικονομίας στο τρέχον περιβάλλον δίνει στην Τράπεζα Κύπρου την πεποίθηση ότι οι νέες αθετήσεις θα παραμείνουν περιορισμένες και διαχειρίσιμες», είπε ο διευθύνων σύμβουλος της Τράπεζας Κύπρου.
Η άνοδος των επιτοκίων θα φέρει και κάμψη στις χορηγήσεις νέων δανείων, με τη μείωση της πιστωτικής επέκτασης να έχει αντανάκλαση στον ρυθμό μεγέθυνσης του ΑΕΠ.
Στο 4% το δεκαετές
Το περιβάλλον των υψηλών επιτοκίων «χτυπά» και το κράτος. Την περασμένη εβδομάδα το κυπριακό δεκαετές ομόλογο (λήξη το 2032) ξεπέρασε το 4% και το βράδυ της Παρασκευής διαμορφώθηκε στο 3,955%. Η τελευταία έκδοση 10ετούς ομολόγου έγινε στις 20 Ιανουαρίου 2022 με επιτόκιο 0,95%. Η απόσταση που χωρίζει τις δύο αποδόσεις είναι μεγάλη.
Κίνδυνος αναχρηματοδότησης δεν τίθεται, αλλά στο εξής το κόστος εξυπηρέτησης θα είναι «αλμυρό». Σήμερα το μέσο σταθμικό κόστος του χρέους είναι στο 1,5% και η μέση σταθμική διάρκεια τα 7,7 έτη. Το 2023 λήγει ομόλογο ύψους 1 δισ. ευρώ και το 2024 δύο ομόλογα ύψους 1,85 δισ. ευρώ. Το 43% του χρέους πρέπει να αποπληρωθεί την προσεχή πενταετία σε ένα περιβάλλον ανόδου του κόστους δανεισμού.
Οι δαπάνες για την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους (τόκοι) και για αποπληρωμές δανείων (εξωτερικού και εσωτερικού) υπολογίζονται για το 2023 σε €1.914,5 εκατ. σε σύγκριση με €2.441,5 εκατ. το 2022 (μείωση 21,5%). Ένα μέρος αυτού του ποσού θα πρέπει να αναχρηματοδοτηθεί από τις αγορές.
Η έκθεση δημοσιονομικών κινδύνων που συνοδεύει τον προϋπολογισμό του 2023 καταγράφει την προοπτική αύξησης του κόστους δανεισμού.
«Παρά το γεγονός ότι το μεγαλύτερο μέρος του δημόσιου χρέους της Κύπρου φέρει σταθερά επιτόκια και με τον τρόπο αυτό συγκρατεί το κόστος εξυπηρέτησής του, οι αυξήσεις στο κόστος ανάληψης νέων δανείων αναμένεται να οδηγήσουν σταδιακά σε ουσιαστική αύξηση του μέσου κόστους εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους. Το αποτέλεσμα αυτό μπορεί να μετριασθεί μόνο με αυξημένη κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών από δημοσιονομικά πλεονάσματα, γεγονός που προϋποθέτει την υλοποίηση συντηρητικής δημοσιονομικής πολιτικής».
«Επιβάλλεται», αναφέρεται, «η διατήρηση μίας συνετής οικονομικής πολιτικής, υιοθετώντας την κατάλληλη περιοριστική δημοσιονομική πολιτική για αντιμετώπιση των πληθωριστικών πιέσεων και παράλληλα την προώθηση στοχευμένων μεταρρυθμιστικών και επενδυτικών δράσεων που θα ενισχύσουν την ανθεκτικότητα της κυπριακής οικονομίας, θα δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας υψηλής προστιθέμενης αξίας και θα απεγκλωβίσουν την οικονομία από τα ορυκτά καύσιμα».
Πράγματι, ως ασπίδα προστασίας για την εξυπηρέτηση του χρέους λειτουργεί η πρόβλεψη για δημιουργία υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων και η ίδια πτωτική πορεία του χρέους.
Το δημόσιο χρέος αναμένεται ότι θα συνεχίσει την πτωτική του πορεία και να μειωθεί περαιτέρω στο 89,3% του ΑΕΠ το 2022 και μέχρι το τέλος του 2025 εκτιμάται ότι θα περιοριστεί κάτω από το 75% του ΑΕΠ.
Το πρωτογενές πλεόνασμα (πριν, δηλαδή, τις δαπάνες εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους) θα ανέλθει φέτος στα 720 εκατ. ευρώ, στα 830,2 εκατ. ευρώ το 2023, στο 1,04 δισ. ευρώ το 2024 και τα 1,111 δισ. ευρώ το 2025, σύνολο 2,57 δισ. ευρώ, ένα ποσό σημαντικό.
Η πιστοληπτική αξιολόγηση
Η Κύπρος, όμως, έχει ένα εργαλείο για να περιορίσει την άνοδο του κόστους δανεισμού κράτους και ιδιωτικού τομέα: τη συνεχή άνοδο της πιστοληπτικής αξιολόγησης της χώρας. Σήμερα η αξιολόγηση παραμένει κοντά στη ζώνη υποβιβασμού στην κατηγορία «σκουπίδια». Αν θέλουμε να ξεφύγουμε από την «παρέα» της Ελλάδας και της Ιταλίας πρέπει να μειωθεί το ρίσκο της οικονομίας ώστε να μειωθεί και το κόστος δανεισμού.
Το κόστος δανεισμού της ιδιωτικής οικονομίας συνδέεται με το κόστος δανεισμού του κράτους και οι τράπεζες δεν μπορούν να αγνοήσουν αυτή τη σχέση, όπως εξήγησε o διευθύνων σύμβουλος της Ελληνικής Τράπεζας:
«Πρέπει να αναφέρω εδώ ότι όσον αφορά την τιμολόγηση των δανείων υπάρχει ένα παράδοξο στην Κύπρο σε σύγκριση με την υπόλοιπη Ευρώπη. Η πραγματική απόδοση του 10ετούς κρατικού ομολόγου 3,5% (σ.σ. την Τρίτη, την ημέρα διεξαγωγής της γενικής συνέλευσης) είναι σημαντικά υψηλότερη από το μέσο επιτόκιο των εταιρικών δανείων. Ως εκ τούτου, ο εταιρικός πιστωτικός κίνδυνος δεν αντικατοπτρίζεται επί του παρόντος σωστά στην τιμολόγηση των νέων δανείων στην Κύπρο. Τα επιτόκια θα πρέπει να αντικατοπτρίζουν το μακροοικονομικό περιβάλλον λειτουργίας, επομένως η αύξηση από τα ιστορικά χαμηλά επιτόκια είναι αναπόφευκτη».
Αν θέλουμε να δούμε τα στεγαστικά δάνεια με επιτόκιο κάτω από το 3%, η Κυπριακή Δημοκρατία πρέπει να τρέξει για να αποκτήσει χαρακτηριστικά μιας οικονομίας «ΑΑ» για να ανέλθει στην κατηγορία των χωρών με υψηλή πιστοληπτική αξιολόγηση. Η επίτευξη αυτού του στόχου απαιτεί ένα σερί έξι αναβαθμίσεων και άλλες τρεις απαιτούνται για την ένταξη στην ελίτ των χωρών με αξιολόγηση «ΑΑΑ». Ένα εγχείρημα απαιτητικό, αλλά αναγκαίο. Η επίτευξη του στόχου προϋποθέτει μία οικονομική πολιτική μακράς πνοής εστιασμένη σε μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις για την άνοδο της παραγωγικότητας της οικονομίας.
Πολιτική Δημοσίευσης Σχολίων
Οι ιδιοκτήτες της ιστοσελίδας www.politis.com.cy διατηρούν το δικαίωμα να αφαιρούν σχόλια αναγνωστών, δυσφημιστικού και/ή υβριστικού περιεχομένου, ή/και σχόλια που μπορούν να εκληφθεί ότι υποκινούν το μίσος/τον ρατσισμό ή που παραβιάζουν οποιαδήποτε άλλη νομοθεσία. Οι συντάκτες των σχολίων αυτών ευθύνονται προσωπικά για την δημοσίευση τους. Αν κάποιος αναγνώστης/συντάκτης σχολίου, το οποίο αφαιρείται, θεωρεί ότι έχει στοιχεία που αποδεικνύουν το αληθές του περιεχομένου του, μπορεί να τα αποστείλει στην διεύθυνση της ιστοσελίδας για να διερευνηθούν. Προτρέπουμε τους αναγνώστες μας να κάνουν report / flag σχόλια που πιστεύουν ότι παραβιάζουν τους πιο πάνω κανόνες. Σχόλια που περιέχουν URL / links σε οποιαδήποτε σελίδα, δεν δημοσιεύονται αυτόματα.