Το Εφετείο απέρριψε έφεση και παραμέρισε πρωτόδικη απόφαση κατά της Τουρκίας, βασιζόμενο στην αρχή της κυριαρχικής ασυλίας που ισχύει στο διεθνές δίκαιο, σύμφωνα με την οποία η Τουρκία δεν μπορούσε να εναχθεί ενώπιον ημεδαπού, κυπριακού Δικαστηρίου.
Πρόκειται για έφεση σε απόφαση του 2019 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας - Κερύνειας με την οποία είχαν επιδικαστεί αποζημιώσεις για απώλεια χρήσης και/ή εκμετάλλευσης και/ή ανάπτυξης και/ή εκμίσθωσης των ακινήτων ύψους €33.440.000 υπέρ του εφεσείοντος 1 και €38.370.000 υπέρ της εφεσείουσας 2, καθώς και τόκους και έξοδα.
Παρά την πλήρη αποδοχή των οικονομικών τους αξιώσεων και την επιδίκαση τεράστιου χρηματικού ποσού αποζημιώσεων, η πρωτόδικη απόφαση δεν άφησε ικανοποιημένους τους εφεσείοντες επειδή δεν εκδόθηκαν τα αιτούμενα αναγνωριστικά διατάγματα για την κυριότητα των ακινήτων και κατά της Τουρκίας και διάταγμα που θα αναγνωρίζει το «παράνομο» της «επιτροπής ακίνητης περιουσίας» στα κατεχόμενα, αλλά και μεταξύ άλλων σχετικών αποσπασμάτων αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ).
Καταχώρησαν ειδοποίηση έφεσης (εφετήριο) στις 30 Μαΐου 2018, προβάλλοντας πέντε λόγους έφεσης, οι οποίοι μαζί με την αιτιολογία τους, καταλαμβάνουν 135 σελίδες.
«Δεν υπάρχει Έλληνας Κύπριος που δεν υπέφερε και δεν υποφέρει από την εισβολή και κατοχή ενός πολύ μεγάλου μέρους της Κύπρου, από την Τουρκία. Πολύ περισσότερο, όσοι έζησαν από κοντά τα γεγονότα της τουρκικής εισβολής του 1974, ειδικά οι συγγενείς των πεσόντων και αγνοουμένων, οι εγκλωβισμένοι, οι εκτοπισθέντες, αλλά και οι πρόσφυγες που είδαν τα σπίτια και τις περιουσίες τους να υφαρπάζονται από τον εισβολέα, και εντολοδόχοι, έποικοι και σφετεριστές να τις νέμονται και εκμεταλλεύονται ασύστολα», αναφέρει το Εφετείο στην απόφασή του.
Περί αυτού, προσθέτει, «δεν υπάρχει αμφιβολία και τα μέλη του Δικαστηρίου μας - σε ανθρωπιστικό επίπεδο - κατανοούν και συμπάσχουν με τα θύματα». Σημειώνει ότι στην κατηγορία των εκτοπισθέντων και προσφύγων εμπίπτουν και οι ενάγοντες/εφεσείοντες της παρούσας υπόθεσης.
Εκ των πραγμάτων, αναφέρεται στην απόφαση του Εφετείου, «αφετηρία θα πρέπει να αποτελέσει η καλά εμπεδωμένη αρχή του διεθνούς δικαίου, γνωστή ως κυριαρχική ή κρατική ασυλία (sovereign immunity)».
Η κυριαρχική ή κρατική ασυλία, επεξηγείται, «είναι αρχή του διεθνούς δικαίου που προστατεύει τα κράτη από το να ενάγονται ή διώκονται σε δικαστικές διαδικασίες άλλου κράτους, χωρίς τη συγκατάθεσή τους».
«Η αρχή εκτείνεται τόσο σε αστικές όσο και σε ποινικές διαδικασίες. Εδράζεται στην ισότητα και την ανεξαρτησία των κρατών και συναρτάται με την έννοια της κρατικής κυριαρχίας», προστίθεται.
Σήμερα, σημειώνεται, «επικρατεί στο διεθνές σκηνικό η αρχή της «περιορισμένης ασυλίας» (restricted immunity), βάσει της οποίας θα πρέπει να γίνεται διάκριση μεταξύ κυριαρχικών πράξεων (acta jure imperii) και εμπορικών πράξεων (commercial - acta jure gestionis)».
Το Εφετείο αναφέρεται εκτενώς σε κυπριακή, αγγλική και διεθνή νομολογία σε σχέση με την αρχή της κυριαρχικής ασυλίας. Ειδική αναφορά, γίνεται μεταξύ άλλων, στην «πολύ σημαντική υπόθεση» του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης (International Court of Justice [ICJ]) στην υπόθεση Γερμανία v. Ιταλία ημερ. 3 Φεβρουαρίου 2012.
Στην υπόθεση αυτή, η Γερμανία ζήτησε διακήρυξη του Δικαστηρίου ότι η Ιταλία παραβίασε την κυριαρχική της ασυλία που απολαμβάνει δυνάμει του διεθνούς δικαίου (α) διότι επέτρεψε την εναντίον της προώθηση αστικών υποθέσεων από μέρους θυμάτων/δικαιούχων στα ιταλικά δικαστήρια για τη διεκδίκηση αποζημιώσεων για εγκλήματα πολέμου και παραβιάσεις του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, (β) για περιοριστικά μέτρα που εκδόθηκαν κατά γερμανικού ακινήτου που βρισκόταν στην Ιταλία, και (γ) διότι κήρυξε ως εκτελεστέες στην Ιταλία, αντίστοιχων δικαστικών αποφάσεων που είχαν εκδοθεί στην Ελλάδα, πάλι σε σχέση με ανοσιουργήματα που είχαν διαπραχθεί από τους Γερμανούς κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και ειδικά τις σφαγές στο ελληνικό χωριό Δίστομο.
«Το Δικαστήριο επιβεβαίωσε ότι η κρατική ασυλία αποτελεί βασική αρχή του διεθνούς δικαίου, σύμφωνα με την οποία ένα κράτος δεν μπορεί να διωχθεί ενώπιον των δικαστηρίων άλλου κράτους για πράξεις που αφορούν την άσκηση κυριαρχικής εξουσίας ("acta jure imperii"). Αυτό αποτελεί θεμέλιο της διεθνούς έννομης τάξης και της κυριαρχικής ισότητας των κρατών», αναφέρεται.
«Ακόμα και σε περιπτώσεις σοβαρών παραβιάσεων του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου (όπως εγκλημάτων πολέμου), δεν μπορεί να παρακαμφθεί η αρχή της κρατικής ασυλίας. Το Δικαστήριο έκρινε περαιτέρω ότι το διεθνές δίκαιο δεν αναγνωρίζει εξαιρέσεις στην κρατική ασυλία σε τέτοιες περιπτώσεις, παρά την ηθική σοβαρότητα των παραβιάσεων», σημειώνεται.
Το Δικαστήριο, αναφέρεται, «αποφάσισε συναφώς ότι η Ιταλία παραβίασε το δικαίωμα ασυλίας της Γερμανίας, επιτρέποντας σε θύματα εγκλημάτων πολέμου να ασκήσουν αγωγές εναντίον της Γερμανίας στα ιταλικά δικαστήρια. Αυτές οι ατομικές αξιώσεις δεν μπορούσαν να αντικαταστήσουν τη διακρατική διευθέτηση τέτοιων ζητημάτων».
Η Ιταλία, προστίθεται μεταξύ άλλων, «υποχρεώθηκε να θεσπίσει ειδική νομοθεσία που ακύρωνε τη δυνατότητα εκτέλεσης τόσο των ιταλικών αποφάσεων, όσο και των αποφάσεων άλλων δικαστικών αρχών που παραβίαζαν την ασυλία που απολάμβανε η Γερμανία δυνάμει του διεθνούς δικαίου».
Σε σχέση με επιχειρηματολογία των εφεσειόντων για εξαίρεση που υπάρχει στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση περί Κρατικού Προνομίου Ετεροδικίας και Πρόσθετον Πρωτόκολλον του 1972 του Συμβουλίου της Ευρώπης, το Εφετείο παραθέτει το λεκτικό της Σύμβασης και σημειώνει ότι «από την πιο πάνω ερμηνευτική/επεξηγηματική διάταξη, αλλά και από τα παραδείγματα που παρατίθενται, είναι πρόδηλο ότι τα «δικαιώματα», «συμφέροντα», «χρήση» ή «κατοχή» ακινήτου για τα οποία γίνεται λόγος, εντάσσονται στο πλαίσιο του εμπορικού/ιδιωτικού δικαίου και όχι ως έκφανση εγκλημάτων πολέμου, παραβίασης του διεθνούς δικαίου ή και της καταπάτησης ανθρωπίνων δικαιωμάτων».
«Τούτο συνάδει και με την επικρατούσα, σύγχρονη αντίληψη περί «περιορισμένης κυριαρχικής ασυλίας» όπως την έχουμε εξηγήσει πιο πάνω», αναφέρει.
Συνακόλουθα, προσθέτει, «θεωρούμε ότι η πιο πάνω εξαίρεση δεν εφαρμόζεται στην παρούσα περίπτωση. Θα πρέπει όμως να λεχθεί και τούτο – όχι μόνον δεν εφαρμόζεται η εξαίρεση, αλλά και η πρόκληση σε συζήτηση ενός τέτοιου ενδεχομένου από κυπριακό Δικαστήριο είναι, φρονούμε, εγχείρημα επικίνδυνο».
Η Τουρκία πριν από μισό αιώνα, κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου, εισέβαλε και κρατά μέχρι σήμερα το σχεδόν 37% του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ως εισβολέας και κατοχική δύναμη, κατέχει παράνομα, υπό την ευρύτερη, συνολική έννοια (de facto), όλες τις περιουσίες των προσφύγων στο κατεχόμενο μέρος της Κύπρου και όχι μόνον την περιουσία των εφεσειόντων, συνεχίζει το Εφετείο στην απόφασή του.
Συνεπώς, επισημαίνει, «το να υποβιβαστούν και να εξισωθούν οι πράξεις και οι ευθύνες της Τουρκίας με αυτές του αδικοπραγήσαντος (tortfeasor), του χρεώστη (debtor), του παρανόμως κατέχοντος (trespasser) και ούτω καθεξής υπό την έννοια του αστικού-εμπορικού-ιδιωτικού δικαίου, ώστε να επιτραπεί να εναχθεί υπό τέτοια ιδιότητα, ενώπιον κυπριακού Δικαστηρίου, μόνον επιζήμια φρονούμε μπορεί να αποδειχθεί για τα δικαιώματα των εφεσειόντων, αλλά και των προσφύγων ευρύτερα».
«Το κατάλληλο «forum» για τέτοιες υποθέσεις ήταν και είναι, τηρουμένων της νομολογίας, τα αρμόδια διεθνή Δικαστήρια», σημειώνει.
Την ίδια ώρα διευκρινίζει ότι «δεν ισχύει κατ’ ανάγκη το ίδιο για τα πρόσωπα (νομικά ή φυσικά) που κατέχουν, διαχειρίζονται, σφετερίζονται ή εμπορεύονται «επί του εδάφους» παράνομα τις περιουσίες των προσφύγων, όπου εκεί, τόσο σε αστικό επίπεδο όσο και σε ποινικό, δύναται να παρθούν στα δικαστήρια μας, ένδικα μέτρα».
«Επανερχόμενοι στα γεγονότα της υπόθεσης αυτής, επαναλαμβάνουμε, η Τουρκία, κατ’ εφαρμογή της αρχής της κυριαρχικής ασυλίας που ισχύει κατά το διεθνές δίκαιο που εφαρμόζεται και στην Κύπρο, δεν μπορούσε να εναχθεί ενώπιον ημεδαπού, κυπριακού Δικαστηρίου», αναφέρει το Εφετείο.
Πολιτική Δημοσίευσης Σχολίων
Οι ιδιοκτήτες της ιστοσελίδας www.politis.com.cy διατηρούν το δικαίωμα να αφαιρούν σχόλια αναγνωστών, δυσφημιστικού και/ή υβριστικού περιεχομένου, ή/και σχόλια που μπορούν να εκληφθεί ότι υποκινούν το μίσος/τον ρατσισμό ή που παραβιάζουν οποιαδήποτε άλλη νομοθεσία. Οι συντάκτες των σχολίων αυτών ευθύνονται προσωπικά για την δημοσίευση τους. Αν κάποιος αναγνώστης/συντάκτης σχολίου, το οποίο αφαιρείται, θεωρεί ότι έχει στοιχεία που αποδεικνύουν το αληθές του περιεχομένου του, μπορεί να τα αποστείλει στην διεύθυνση της ιστοσελίδας για να διερευνηθούν. Προτρέπουμε τους αναγνώστες μας να κάνουν report / flag σχόλια που πιστεύουν ότι παραβιάζουν τους πιο πάνω κανόνες. Σχόλια που περιέχουν URL / links σε οποιαδήποτε σελίδα, δεν δημοσιεύονται αυτόματα.