Στην επιστολή που απέστειλαν σήμερα ζητώντας τη μετακίνηση τους από τις Φυλακές, η Α. Αριστοτέλους και η Α. Δημητρίου, εξηγούν τους λόγους της απόφασης τους. Η επιστολή εστάλει στους υπουργούς Οικονομικών, και Δικαιοσύνης, τον Πρόεδρο της ΕΔΥ και κοινοποιήθηκε στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και τον Γενικό Ελεγκτή. Εκφράζουν την επιθυμία να μετακινηθούν άμεσα και να τοποθετηθούν στην Ελεγκτική Υπηρεσία.
Ο «Π» εξασφάλισε το περιεχόμενο της επιστολής το οποίο μεταξύ άλλων αναφέρει:
Φοβόμαστε να μπούμε στο αυτοκίνητο
«Παρόλο ότι κατά την οκταετή υπηρεσία μας στο Τμήμα Φυλακών έγιναν διάφορες τομές και αλλαγές με τη θετική συμμετοχή των κρατουμένων και χωρίς να προκληθεί οποιαδήποτε αρνητική αντίδραση από αυτούς, σημειώνεται ότι ουδέποτε στο παρελθόν υπήρξαν ανάλογες συμπεριφορές ή απειλές από κατάδικο ή κρατούμενο στις Κεντρικές Φυλακές ή από ανώτερο αξιωματικό της αστυνομίας.
Όπως είναι γνωστό, στη Φυλακή κρατούνται εκατοντάδες άτομα που σήμερα φθάνουν τα 1000, για διάφορα αδικήματα, άλλοι για σοβαρότερα και άλλοι λιγότερο σοβαρά αδικήματα. Παρά την καθημερινή επαφή μας με όλους αυτούς τους ανθρώπους, που για πολλούς στην έξω κοινωνία αντιμετωπίζονται όλοι ως εγκληματίες, ουδέποτε σε αυτά τα οκτώ χρόνια που βρισκόμαστε στη Διεύθυνση των Φυλακών, απειληθήκαμε, που να εκφράζονται φόβοι για τη ζωή μας, όπως συμβαίνει μετά την καταγγελία μας εναντίον του ανώτερου αξιωματικού για πράξεις διαφθοράς. Ουδέποτε προηγουμένως σε αυτά τα οκτώ χρόνια, νιώσαμε να φοβόμαστε για τη ζωή μας την ώρα που εισερχόμαστε στα αυτοκίνητα ή στα σπίτια μας και ουδέποτε σε αυτά τα οκτώ χρόνια νιώσαμε πως θα πρέπει να προσέχουμε τις διακινήσεις μας καθ’ όλο το 24ωρο».
Να μετακινηθούμε άμεσα
«Έχοντας υπόψη τους λόγους που επεξηγούνται κατωτέρω και λαμβανομένων ειδικότερα υπόψη των σοβαρών κινδύνων που ελλοχεύουν κατά της ζωής μας μετά την καταγγελία μας εναντίον ανώτερου αξιωματικού της αστυνομίας οι οποίοι επαυξάνονται μετά τον χειρισμό των καταγγελιών μας και τους λόγους για τους οποίους κρίθηκε ότι δεν θα έπρεπε να διωχθεί ποινικά ο καταγγελλόμενος, επικαλούμενοι το δημόσιο συμφέρον, είναι βέβαιο πλέον ότι η περαιτέρω παραμονή μας στις θέσεις Διευθύντριας Φυλακών και Ανώτερης Λειτουργού Φυλακών, αυξάνει τους κινδύνους κατά της ζωής μας. Ο χειρισμός και το σκεπτικό της ανακοίνωσης όχι μόνο πλήττει σοβαρά τα θεμελιώδη δικαιώματα μας που αφορούν την ανθρώπινη μας αξιοπρέπεια και την προσωπική μας ζωή, αφού οι προσπάθειες του ήταν να βρει βίντεο από την προσωπική μας ζωή με σκοπό να μας πλήξει, αλλά επιβραβεύει την κατάχρηση εξουσίας και συνομωσία, επικροτεί ενέργειες που υποσκάπτουν τα καθήκοντα και τις ευθύνες της Διεύθυνσης των Φυλακών και θέτει σε σοβαρούς κινδύνους την ασφάλεια μας έναντι του οργανωμένου εγκλήματος το οποίο μπορεί να παρακινεί κρατούμενους με ανταλλάγματα για να δίδουν καταθέσεις εναντίον της Διεύθυνσης στην Αστυνομία. Το γεγονός ότι αναγνωρίζεται στην Αστυνομία ως ενδιαφέρον και καθήκον να ανταποκρίνεται σε τέτοιες ενέργειες από κρατούμενους ή από το οργανωμένο έγκλημα, περιλαμβανομένων και ενεργειών που στοχεύουν την Διευθύντρια και την προσωπική μας ζωή, συνιστά αλόγιστη πράξη στα θεμέλια της ασφάλειας και λειτουργίας των Φυλακών και ειδικότερα εκθέτει σε σοβαρούς κινδύνους την προσωπική μας ασφάλεια, και τη ζωή μας. Έχοντας υπόψη τους πιο πάνω σοβαρούς λόγους ασφάλειας και τους κινδύνους που ελλοχεύουν και διατρέχουμε από την περαιτέρω παραμονή μας στο χώρο των Φυλακών, οποιαδήποτε καθυστέρηση στη μετακίνηση μας ενδεχομένως να επιφέρει απρόβλεπτες αρνητικές συνέπειες στην προσωπική μας ασφάλεια και στη ζωή μας».
Μένος και από τη Νομική Υπηρεσία
«Σύμφωνα με πληροφορίες που έρχονταν σε γνώση μας από διαφορετικές πηγές, ο Κατσουνωτός εκφραζόταν με μένος εναντίον μας και απειλητικά προς τα πρόσωπα μας, και εκδικητικά υποστήριζε ότι σύντομα θα δείτε τι θα γίνει και ότι θα διατασσόταν έρευνα σε βάρος μας, ενώπιον της οποίας μάλιστα θα έστελνε 40 μάρτυρες για να καταθέσουν εναντίον μας, γεγονός το οποίο τελικά διατάχθηκε από την Νομική Υπηρεσία. Επίσης, εκδικητικά διατάχθηκε εναντίον μας από την Αστυνομία η έρευνα για διαρροή ενός email, στο οποίο αδικαιολόγητα και καταχρηστικά κάποιοι κατάγγειλαν ότι περιείχε εμπιστευτικές πληροφορίες, και στην οποία έρευνα κατά τρόπο απαράδεκτο και καταχρηστικό υποβλήθηκα σε δώδεκα ώρες συνεχούς ανάκρισης, να απαντήσω σε 160 ερωτήσεις, και η Ανώτερη Λειτουργός υποβλήθηκε σε πέντε ώρες ανάκριση με 127 ερωτήσεις, χωρίς προηγουμένως να αξιολογήσουν εάν από την καταγγελία προέκυπτε οποιοδήποτε αδίκημα ως όφειλαν. Η έρευνα και η μεταχείριση που είχαμε υποστεί ήταν έκδηλα εκδικητική αφού ο χειρισμός της υπό διερεύνηση καταγγελίας για ανύπαρκτα αδικήματα κράτησε δώδεκα ώρες, με 160 ερωτήσεις, ενώ σε ύποπτους για υποθέσεις φόνου και υποκλοπές δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, συγκριτικά η ανάκριση κράτησε πολύ λιγότερο χρόνο με λιγότερες ερωτήσεις. Τελικά έγινε γνωστό από δηλώσεις του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα ότι η υπόθεση έκλεισε καθότι δεν προέκυψε αδίκημα. Επιπρόσθετα ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας προχώρησε στο διορισμό 4 ποινικών ανακριτών με εντολή να διερευνήσουν πιθανή χρήση κινητών, διακίνηση και χρήση ναρκωτικών ουσιών, έρευνα η οποία κατέληξε ότι δεν προκύπτουν ποινικά αδικήματα. Ωστόσο, για τον ίδιο λόγο, δηλαδή για χρήση κινητού στις Φυλακές με παράνομη επικοινωνία από ανώτερο αξιωματικό της αστυνομίας με τον βαρυποινίτη, αντί να διώκεται ο ανώτερος αξιωματικός για τα ποινικά αδικήματα που προκύπτουν από τις παράνομες ενέργειες του, αυτά παραμερίζονται από τη νομική υπηρεσία με την επίκληση του δημόσιου συμφέροντος».
Δεν προστατευθήκαμε
«Ενώ πρόσφατα έχει εγκριθεί ο Νόμος 6(Ι)/2022 για την προστασία των προσώπων (whistle-blowers) που επώνυμα αναφέρουν παραβιάσεις για πράξεις που σχετίζονται με διάπραξη ή πιθανή διάπραξη ποινικού αδικήματος και ιδιαίτερα αδικημάτων διαφθοράς, δυστυχώς δεν έχουμε τύχει της αναμενόμενης προστασίας σύμφωνα με τις διατάξεις αυτού. Αντί της προστασίας και της στήριξης όπως καθορίζεται στην πιο πάνω νομοθεσία, αμέσως μετά τις καταγγελίες μας για διαφθορά έχουμε υποβληθεί σε δύο ποινικές ανακρίσεις που τελικά αποδεικνύονται ως ποινικά αβάσιμες.
Επιπρόσθετα, μετά την καταγγελία μας, πρόσωπο κατέθεσε στον ανεξάρτητο ανακριτή κ. Αιμιλιανίδη, ότι αστυνομικοί πλησίασαν άτομα που εμπλέκονται στο σοβαρό έγκλημα ζητώντας τους στοιχεία ή βίντεο που θα έπλητταν την προσωπική μας ζωή, ενώ σε άλλη περίπτωση κρατούμενος κατέθεσε στον πιο πάνω ανακριτή ότι προσεγγίστηκε από τον Κατσουνωτό για να του εξασφαλίσει πληροφορίες και στοιχεία που θα μας έκαναν ζημιά προσωπικά και επαγγελματικά με ανταλλάγματα για την εκκρεμούσα υπόθεσή του.
Επίσης, στα πλαίσια της δεύτερης έρευνας που διέταξε η Νομική Υπηρεσία, μας ενημέρωσαν πρόσωπα ότι προσεγγίστηκαν από την αστυνομία για να καταθέσουν εναντίον μας, ώστε «να βοηθήσουν τον Κατσουνωτό γιατί είναι κρίμα» και τους υποσχέθηκαν ανταλλάγματα για εκκρεμούσες υποθέσεις τους. Για το θέμα αυτό, από την πρώτη στιγμή που λήφθηκε η πληροφορία είχαμε προβεί σε σχετική καταγγελία ενώπιον της Ανεξάρτητης Αρχής κατά της Διαφθοράς».
Δεν μπορούμε να κάνουμε τη δουλειά μας
Είναι συνεπώς αντιληπτό ότι ένας οργανισμός δεν μπορεί να λειτουργήσει ενόσω κάποιοι προσπαθούν να διασύρουν την Διεύθυνση με υπόγειο πόλεμο, αλλά και εμφανείς πλέον προθέσεις, με την νομική υπηρεσία να δικαιολογεί τις παράνομες ενέργειες του με την επίκληση δημόσιου συμφέροντος. Στόχος των προσπαθειών αυτών είναι να προκληθούν προβλήματα στη λειτουργία του οργανισμού, προβάλλοντας ανυπόστατους ισχυρισμούς για τη δημιουργία αρνητικών εντυπώσεων, αξιοποιώντας την θέση και τα καθήκοντα τους στην αστυνομία, και τους οποίους θα πρέπει να αντιμετωπίσεις στα πλαίσια της χρηστής διοίκησης ενώ παράλληλα να λαμβάνουμε συνεχή μέτρα γιατί είναι απρόβλεπτες οι επόμενες ενέργειες του, οι οποίες θέτουν σε κίνδυνο τη ζωή μας και την προσωπική μας ασφάλεια.
Από τα οκτώ χρόνια που βρισκόμαστε στην Διεύθυνση των Φυλακών είναι η πρώτη φορά που συναντούμε προσπάθειες επηρεασμού κρατουμένων εναντίον της Διεύθυνσης με σκοπό την εξόντωσή μας.
Δυστυχώς, αν και είναι τραγικό, δεν μπορούμε να προβούμε σε καταγγελία στην Αστυνομία και κρίνουμε πως θα εκτεθούμε σε ακόμη περισσότερο κίνδυνο για τη ζωή μας.
Είναι αδιανόητο, δημόσιος υπάλληλος να νιώθει ότι εκτίθεται καθημερινά σε κινδύνους της προσωπικής του ασφάλειας και της ζωής του γιατί εκτελεί τα καθήκοντα του αμερόληπτα καταγγέλλοντας τη διαφθορά. Θεωρούμε αδιανόητο μετά από οκτώ χρόνια που εργαστήκαμε με ζήλο και αφοσίωση για να μετατρέψουμε ένα χώρο επικίνδυνο για την κοινωνία σε σωφρονιστική υπηρεσία, δύο δημόσιοι υπάλληλοι που εκτελούν τα καθήκοντα τους με ακεραιότητα, να υποχρεώνονται να λαμβάνουν μέτρα για την ασφάλεια τους επειδή τόλμησαν να καταγγείλουν τη διαφθορά.
Πολιτική Δημοσίευσης Σχολίων
Οι ιδιοκτήτες της ιστοσελίδας www.politis.com.cy διατηρούν το δικαίωμα να αφαιρούν σχόλια αναγνωστών, δυσφημιστικού και/ή υβριστικού περιεχομένου, ή/και σχόλια που μπορούν να εκληφθεί ότι υποκινούν το μίσος/τον ρατσισμό ή που παραβιάζουν οποιαδήποτε άλλη νομοθεσία. Οι συντάκτες των σχολίων αυτών ευθύνονται προσωπικά για την δημοσίευση τους. Αν κάποιος αναγνώστης/συντάκτης σχολίου, το οποίο αφαιρείται, θεωρεί ότι έχει στοιχεία που αποδεικνύουν το αληθές του περιεχομένου του, μπορεί να τα αποστείλει στην διεύθυνση της ιστοσελίδας για να διερευνηθούν. Προτρέπουμε τους αναγνώστες μας να κάνουν report / flag σχόλια που πιστεύουν ότι παραβιάζουν τους πιο πάνω κανόνες. Σχόλια που περιέχουν URL / links σε οποιαδήποτε σελίδα, δεν δημοσιεύονται αυτόματα.