Το θέμα δεν είναι η Αριστοτέλους, ούτε καν ο Κατσουνωτός. Το θέμα είναι η Γενική Εισαγγελία. Η ίδια και όσοι ενδέχεται να πίεσαν, σε πολιτικό επίπεδο, ώστε εκείνη να λάβει μια απόφαση η οποία έπληξε όσο λίγες από τις πολλές παρόμοιες των ημερών του νυν γενικού εισαγγελέα και όχι μόνο, τόσο καίρια, το κύρος της απονομής δικαιοσύνης. Ας μην ξεφεύγουμε λοιπόν από την ουσία.
Η θέση του κυρίου Αιμιλιανίδη είναι δύσκολη. Όμως θα πρέπει με κάποιο τρόπο να υπάρξει επιβεβαίωση ή διάψευση. Και αντιλαμβάνομαι πως μέχρι στιγμής δεν προκύπτει τουλάχιστον η τελευταία. Τα όσα έχουν αφεθεί να διαρρεύσουν δείχνουν ότι ο κ. Αιμιλιανίδης στάθηκε και με το παραπάνω στο ύψος των περιστάσεων και έφερε εις πέρας το έργο που του ανατέθηκε, καταλήγοντας σε ένα πολύ σημαντικό συμπέρασμα: το ενδεχόμενο ο πρώην διοικητής της ΥΚΑΝ να είναι ένοχος για κατάχρηση εξουσίας και για συνωμοσία.
Τα όσα δε δημοσιοποίησε ως αυτούσια αποσπάσματα από το πόρισμα Αιμιλιανίδη χθες ο «Πολίτης», απαιτούν απαντήσεις και μάλιστα άμεσες, διότι είναι εξαιρετικά σοβαρά όσο και επιβαρυντικά για τη θέση του πρώην διοικητή της ΥΚΑΝ, εξού άλλωστε και το συμπέρασμα Αιμιλιανίδη.
Γίνονται όμως και ανήκουστα σε μια κοινωνία στοιχειωδώς δημοκρατική, μετά και την τροπή που πήραν τα πράγματα με τον χειρισμό του γενικού εισαγγελέα.
Πράγματα πολύ πιο απλά από όσο φαίνονται: δεδομένου ότι ο κ. Αιμιλιανίδης γνωρίζουμε πλέον ότι κατέληξε στο συμπέρασμα περί ενδεχόμενης πάντα ενοχής του κ. Κατσουνωτού, για κατάχρηση εξουσίας και για συνωμοσία, η απόφαση του γενικού εισαγγελέα είναι από μόνη της σκανδαλώδης και προκλητική για το δημόσιο αίσθημα.
Κανείς δεν μπορεί να κατανοήσει πώς μια τέτοια απόφαση μάλιστα εξυπηρετεί κατά τον κ. Σαββίδη το… «δημόσιο συμφέρον», το οποίο ο γενικός εισαγγελέας επικαλέστηκε προκειμένου να εξουδετερώσει το πόρισμα Αιμιλιανίδη, να κάνει αυτό που ο ίδιος και κάποιοι άλλοι ενδεχομένως ήθελαν και να γελοιοποιήσει τελικά τη διαδικασία απονομής της δικαιοσύνης στη χώρα, υποβιβάζοντάς τη στο επίπεδο τριτοκοσμικών κρατών. Εκεί όπου οι αποφάσεις των δικαστηρίων και τα ευρήματα των ανακριτών μπορούν να ακυρωθούν με μια μονοκοντυλιά ακόμα και εάν βοούν όπως εδώ.
Επί της ουσίας, οι ισχυρισμοί οι οποίοι προβλήθηκαν από πλευράς του πρώην διοικητή της ΥΚΑΝ καταρρίπτονται ένας προς έναν και ο κύριος Αιμιλιανίδης καταλήγει στο συμπέρασμα πως δεν υπάρχει οποιοδήποτε βίντεο, «ούτε καν ενδείξεις» ότι εκβιαζόταν η διεύθυνση των Φυλακών. Αντιθέτως, πως ένα τέτοιο βίντεο έψαχνε ο Μιχάλης Κατσουνωτός, με σκοπό να καταστρέψει την Άννα Αριστοτέλους. Αυτό το επιβεβαίωσε και ο ίδιος ο κ. Αιμιλιανίδης.
Με όσα αποκαλύπτεται ότι καταγράφει το πόρισμα Αιμιλιανίδη, ο χειρισμός του γενικού εισαγγελέα μετατρέπεται ίσως στο πιο σκανδαλώδες και σκοτεινό κομμάτι αυτής της ιστορίας. Κανείς δεν μπορεί όταν τα ευρήματα είναι τόσο συντριπτικά, αντί να παραπέμπει την υπόθεση στη Δικαιοσύνη, να την κλείνει με το έτσι θέλω και επικαλούμενος ένα συμφέρον το οποίο σαφέστατα πρέπει να υπάρχει, απλώς σίγουρα δεν είναι το δημόσιο.
Ο χειρισμός του κ. Σαββίδη συνιστά εκτροπή και προκαλεί βάναυσα το περί δικαίου αίσθημα της κοινωνίας, η οποία νιώθει και έχει κάθε λόγο να νιώθει ότι ζει σε μια χώρα όπου η πορεία της απονομής δικαιοσύνης μπορεί να ανακοπεί εκεί που δεν εξυπηρετείται το όποιο συμφέρον -όχι το δημόσιο πάντα- αυθαίρετα και χωρίς καμία εξήγηση, με τα δικαστήρια τα οποία έχουν τον τελικό λόγο για την ενοχή ή την αθωότητα του οιουδήποτε -ο οποίος παραμένει πάντα αθώος μέχρι τη δική τους ετυμηγορία- να καθίστανται… αχρείαστα αφού κάποιος μπορεί αυθαίρετα να τα υποκαταστήσει.
Ενίοτε και υπό συνθήκες αδιαφάνειας. Απόλυτης και θλιβερής.
Τον πολίτη δεν τον νοιάζει εάν υπάρχει κόντρα της Νομικής Υπηρεσίας με την κυρία Αριστοτέλους, ούτε της υπουργού Δικαιοσύνης μαζί της. Τον πολίτη τον νοιάζει και επιβάλλεται να τον νοιάζει ότι το πόρισμα Αιμιλιανίδη με όσα διέρρευσαν αποκαλύπτει μια συνωμοσία με στόχο τη δολοφονία της υπόληψης της κυρίας Αριστοτέλους και ότι η Νομική Υπηρεσία, αντί να οδηγήσει την υπόθεση στο δικαστήριο ώστε εκείνο και ουδείς άλλος να αποφανθεί, εκτροχιάζει την έρευνα και τη σκοτώνει.
Με αυτό το δεδομένο, δεν μπορώ να φανταστώ πώς οποιοσδήποτε πολίτης θα μπορέσει να αντικρίσει με την όποια εμπιστοσύνη από εδώ και πέρα τον κ. Σαββίδη, ο οποίος βρίσκεται τραγικά εκτεθειμένος για αυτήν του τη συμπεριφορά.
Και ειλικρινά, διερωτώμαι πώς θα πρέπει να νιώθει ειδικά ο νομικός κόσμος και το δικαστικό σώμα, όταν εύκολα και απλά η δικαιοσύνη υποβιβάζεται με αυτόν τον τρόπο, γελοιοποιείται και γίνεται πεδίο εκτόνωσης της αυθαιρεσίας οιουδήποτε, στο όνομά της μάλιστα!
Όποιος ανησυχεί και επιμένει στη διαφύλαξη του κύρους της δικαιοσύνης και της ποιότητας της δικαιοσύνης που απονέμεται, τουλάχιστον λίγο περισσότερο από όσο ο κ. Σαββίδης ανησυχεί για την αξιοπρέπεια του θεσμού του δημόσιου κατήγορου, έχει χρέος να μιλήσει και να αντιδράσει.
Γιατί ενός κακού, όταν αφήνεται, έπονται μύρια.