Είναι συχνές οι στιγμές που το σκέφτομαι. Και αν και θεωρητικά θα είχα τη δυνατότητα να το κάνω κάπως, ομολογώ ότι ντρέπομαι. Βασική άλλωστε αρχή στη δουλειά μας είναι πως δεν κάνεις ποτέ μια ερώτηση, εάν παίζει να λάβεις μια απάντηση που δεν τη θέλεις ή έστω είναι άβολη για να τη διαχειριστείς. Έτσι και εδώ.
Πώς πρέπει να νιώθουν οι ξένοι στις πρεσβείες όταν έρχονται εδώ, ενίοτε και από πολύ μακριά, παρόλο που δεν είναι και τόσο σημαντικό αυτό, και διαβάζουν από τις περιλήψεις που τους ετοιμάζουν οι λειτουργοί Τύπου, τα όσα γράφονται στα ΜΜΕ και μέσα από αυτά, όσα μας απασχολούν και το πώς μας απασχολούν ως κοινωνία;
Είδατε πόσο δύσκολο είναι να την κάνει κανείς αυτήν την ερώτηση; Και το ζήτημα της απόστασης που έλεγα πιο πάνω, αυτής που καλύπτουν αυτοί οι άνθρωποι για να έρθουν εδώ, δεν έχει και κάποια φοβερή σημασία, διότι από μακριά ή από πιο κοντά, από κάποια χώρα κοντά στην εποχή μας ή από ένα κωλοχανείο ενίοτε χειρότερο και από το δικό μας, το σοκ νομίζω που παθαίνουν όταν διαπιστώνουν τι σημαίνει και πρακτικά η ρήση μας «σαν την Κύπρον εν έσιει», είναι σίγουρα τεράστιο.
Ξέρω. Εμείς δεν το λέμε έτσι. Όμως είναι πέρα για πέρα αληθινή η ρήση, έστω κι από την ανάποδη.
Είμαι βέβαιος πως όσο κι αν αρέσει σε πολλούς η Κύπρος, για πολλούς λόγους, από την ασφάλεια μέχρι τον καιρό και το φαΐ, όταν φεύγουν το σκέφτονται σε κάποια στιγμή: πάλι καλά που εν έσιει. Όμορφη ξε-όμορφη, το να είχε ο πλανήτης να διαχειριστεί πολλούς και ενδεχομένως μεγαλύτερους λαούς, με αυτά τα επίπεδα παραφροσύνης και παραξενιάς, θα ήταν μεγάλη ιστορία. Και ο πλανήτης ο κακόμοιρος έχει, θα συμφωνείτε, όπως συμφωνούν υποθέτω και εκείνοι/ες, αμέτρητα να διαχειριστεί.
Να του μένει το βύσσινο.
Ελάτε λοιπόν και στη θέση ενός από αυτούς του κακομοίρηδες τους συναδέλφους μας στις πρεσβείες. Τη βλέπω την ένσταση, ναι. Θα μου πείτε, μια χαρά δουλειά είναι, μια χαρά λεφτά παίρνουν και, ως προς το τελευταίο, αν και δεν είναι και φοβερά τα λεφτά που παίζουν, σίγουρα είναι πιο πάνω από τον μέσο μισθό.
Όμως η σκέψη και μόνο της εναλλαγής, τους προκαλεί τρόμο. Διότι κάθε φορά που φεύγουν οι νυν, αν είναι ΟΚ πάντα κι αυτοί, οι συνάδελφοι τρέμουν στην ιδέα με τι στραβόξυλο θα πρέπει να επιβιώσουν για την επόμενη τριετία. Και όπως ξέρουμε, το είδος των διπλωματών, στη λογική του αγγλικού species, δεν είναι και ό,τι καλύτερο.
Η δουλειά του διπλωμάτη είναι ίσως από τα λίγα επαγγέλματα όπου το ψώνιο, ο εγωκεντρισμός και η ακατανόητη αίσθηση της ανεκτίμητης αξίας και της εθνοσωτήριας σπουδαιότητας του καθενός και της καθεμίας για τον εαυτό του/της, ξεπερνάει πια και εμάς τους δημοσιογράφους.
Σκεφτείτε λοιπόν εκείνον τον κακομοίρη ή την κακόμοιρη, ο οποίος έγραφε χθες το πρωί την περίληψη για το τι έγραφαν τα ΜΜΕ του πελλότοπου το Σαββατοκύριακο. Μιλάμε από την Παρασκευή το μεσημέρι, μέχρι το πρωί της Δευτέρας.
Τι αποτύπωσαν; Τι απασχολούσε αυτόν τον βαθύτατα ττακκουρημένο τόπο; Τι τον βασάνιζε;
Ας πούμε ότι το ρωτάει ο πρέσβης ή η πρέσβειρα. Τι θα τους πουν; Ότι είχαμε πέντε δημοσκοπήσεις το Σαββατοκύριακο. Μάλιστα. Μικρή χώρα, θα απαντήσει, αλλά ας είναι. Για τις προεδρικές, θα υποθέσει εάν είναι νέος/νέα ο ξένος. Τρεις για τις προεδρικές και δύο για τις αρχιεπισκοπικές, θα απαντήσουν εκείνοι. Εσάς μπορεί να σας φαίνεται νορμάλ αλλά, για σκεφτείτε: υπάρχει άλλη χώρα στον κόσμο όπου συμβαίνει αυτό; Δεν υπάρχει.
Και δεν πρόκειται για μομφή στα ΜΜΕ, έτσι; Καλώς γίνονται. Απλώς προσπαθώ να το δω από τη δική τους σκοπιά.
Νομίζω ούτε και στο Ιράν που είναι κανονική θεοκρατία, όχι κοσμικό κράτος γιαλαντζί όπως εμείς, ούτε εκεί καν κάνουν εκλογές με δημοσκοπήσεις και επιτελεία για να βγάζουν τους δικούς τους μουλάδες. Οι δε πολιτικοί δεν αναμειγνύονται στα των μουλάδων, εκτός κι αν έχουν τάσεις αυτοκτονίας, που λέει και η εθνική μας σταρ.
Φανταστείτε λοιπόν, τι περνάει ένας δικός μας όταν καλείται να ξεμπλέξει τα μπερδεμένα μπούτια του κράτους και του κλήρου, ώστε ο/η εμβρόντητος/η διπλωμάτης να μπορέσει να καταλάβει στο περίπου έστω πώς λειτουργεί αυτό το φρενοκομείο το οποίο πριν έρθει εδώ του/της είπαν ότι είναι ευρωπαϊκό κράτος -τάχα- και όταν το googlaρε, έβλεπε παραλίες ονειρεμένες, όπως πάει και τις φωτογραφίζει ο ΚΟΤ τον Μάρτιο, για να νομίζουν οι τουρίστες ότι έτσι θα είναι όταν έρθουν τον Αύγουστο και θα βρουν τις ρακέτες, τις παγωνιέρες, τα σκασμένα τους και τα υπόλοιπα.
Το δεύτερο, μάλλον πρώτο πλέον, αποτέλεσμα της αναζήτησης στο ίντερνετ, αυτό της διαφθοράς, του όποια πέτρα σηκώσεις που λέει και ο Φούλης, σίγουρα το προσπερνούν. Δεν είναι διαφθορά τύπου Καρτέλ της Σιναλόα. Είναι πολιτισμένα πράγματα. Η διαφθορά αυξάνεται όσο ανεβαίνει το εισοδηματικό επίπεδο και είναι εκλεπτυσμένη.
Οι μαλ… που θα δεις στον δρόμο, οι φτωχομπινέδες, ποτέ δεν ληστεύουν. Μόνο ληστεύονται. Και είναι τόσο μαλ… που τους το κάνουν ξανά και ξανά και μόνο ευχαριστώ δεν τους λένε. Πώς να το εξηγήσεις αυτό στον διπλωμάτη;
Εάν γυρίσει και σε ρωτήσει «και καλά εσύ τι είσαι», θα πρέπει να του πεις την αλήθεια. Απλά και ξάστερα. Μαλ… είμαι και εγώ. Πώς και γιατί να διαφέρω, κύριε πρέσβη/ κυρία πρέσβειρα;
Είναι άβολο ή δεν είναι; Είναι βοηθητικό για να σε εκτιμήσει ο ξένος/ξένη; Δεν είναι. Άρα δεν ανοίγεις αυτή τη συζήτηση ο κόσμος να χαλάσει. Διότι μαζί με την ερώτηση, που δεν κάνεις εάν ξέρεις πως δεν σε συμφέρει η απάντηση που θα λάβεις, ξέρετε, είναι και η ερώτηση που δεν την προκαλείς εάν ξέρεις την απάντηση που πρέπει να δώσεις. Έτσι.