Γράφω αυτό το κείμενο πριν την ψηφοφορία για τον προϋπολογισμό στην ολομέλεια της Βουλής. Και το κάνω επίτηδες. Δεν έχει, τουλάχιστον για το θέμα που πραγματεύεται το κείμενο, ιδιαίτερη σημασία εάν ο προϋπολογισμός καταψηφίστηκε ή όχι, την ώρα που θα διαβάζετε αυτές τις γραμμές. Σημασία έχει η μεγάλη εικόνα. Το τι μας οδήγησε εκεί και το τι σημαίνει αυτό.
Κατ’ αρχάς το βασικό. Ελαχίστως συζητήθηκε η ουσία του προϋπολογισμού και η φιλοσοφία του. Ίσως, θα πουν κάποιοι, διότι εδώ που βρισκόμαστε και με τα πράγματα να είναι τόσο οριακά είναι έως και αστείο να μιλάμε για αναπτυξιακό ή άλλο ύφος στον προϋπολογισμό, όπως θα κάναμε σε εποχές κανονικές. Και από αυτό είναι σωστή η εξήγηση.
Από την άλλη -και γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο- ήταν αδήριτη η ανάγκη, εμείς τουλάχιστον, να μην προσπεράσουμε το βασικότερο στοιχείο αυτής της ιστορίας. Το πού βρισκόμαστε.
Το πόσο οριακά, δηλαδή, είναι τα πράγματα και το πόσο εύκολα άνθρωποι οι οποίοι ουδόλως υποφέρουν, εν αντιθέσει με τον κόσμο, προσπερνούν την κρισιμότητα της στιγμής και συμπεριφέρονται τόσο ανεύθυνα. Σε ένα κράτος με σχεδόν άδεια ταμεία, με έναν διαλυμένο ιδιωτικό τομέα, με ένα πανάκριβο Δημόσιο, με ένα ετοιμόρροπο σύστημα υγείας εν καιρώ πανδημίας και τόσα άλλα, να περιμένει παροπλισμένο την παγκόσμια ύφεση που έρχεται σε μερικούς μήνες όταν θα τελειώσει η πανδημία.
Διαβάστε περισσότερα στο ΠΟΛΙΤΗΣ PREMIUM