Παρότι πρόσφυγας από την Κυθρέα, είμαι κολλημένη με το Βαρώσι από πολύ μικρή. Θυμάμαι ακόμη τα λόγια της δασκάλας μου στην Δ' τάξη να λέει με μεγάλη ένταση: «Το Βαρώσι δεν έχει εποικιστεί». Δεν κόλλησα όμως με το Βαρώσι μόνο για τη συγκλονιστική ιστορία του και το σπαρακτικό παρόν του. Έχυσα ιδρώτα στα γήπεδα φορώντας τη φανέλα της Ανόρθωσης στην πρώτη μεταπολεμική γυναικεία ομάδα βόλεϊ που φτιάχτηκε (πασαδόρος 1986-1987).
Λένε πως πρέπει να διαβάζει κανείς τη λογοτεχνία μιας χώρας όταν πρόκειται να την επισκεφθεί. Καταλαβαίνει πολύ περισσότερα απ’ όσα γράφουν οι ταξιδιωτικοί οδηγοί ή οι πληροφορίες που αφορούν γεγονότα, ιστορικά ή σύγχρονα. Το έχω διαπιστώσει η ίδια - θυμάμαι, π.χ., μια τελείως διαφορετική εντύπωση για την Κωνσταντινούπολη από την αρχική αφού διάβασα βιβλία του Ορχάν Παμούκ. Αυτό ακριβώς έπαθα διαβάζοντας τα τρυφερά διηγήματα της Βίβιαν Αβρααμίδου - Πλούμπη.
Επισκέφθηκα την Αμμόχωστο πάνω από 100 φορές απ' όταν την άνοιξαν οι Τούρκοι τον Οκτώβριο του 2020, είχα συγκεκριμένη πολιτική θέση για το τι έγινε και το τι έπρεπε να γίνει, έγραφα συνεχώς για όλα αυτά στον «Πολίτη» και αλλού, αλλά την ίδια στιγμή κάτι συνεχώς μου διέφευγε. Περπατούσα τους δρόμους της αλλά δεν μπορούσα να ζωντανέψω την πόλη. Δεν είχα μνήμες. Η Βίβιαν άλλοτε με τρόπο απόλυτα ρεαλιστικό και άλλοτε γεμάτο τρυφερές σχεδόν ονειρικές αυτοβιογραφικές αναμνήσεις μου ζωντάνεψε την πόλη. Για παράδειγμα, είχα προσέξει την πινακίδα του βιβλιοπωλείου του Παύλου Κυριάκου που κρεμόταν σαν κουφάρι. Το διήγημα της συγγραφέας «Καλωσόρισμα» μού ζωντάνεψε όλο το μαγαζί. Είδα μπροστά μου τον κ. Παύλο και τη μικρή Βίβιαν, ένιωσα τη ζεστασιά της συνομιλίας τους.
Τα διηγήματα «Της Ντροπής» λειτουργούν σαν εκσκαφέας. Ξεθάβουν τις μνήμες της παιδικής/εφηβικής της ηλικίας στο Βαρώσι: τις εικόνες, τις μυρωδιές, τα χρώματα, τις συνομιλίες, τις κινήσεις, τα πρόσωπα, κάθε μα κάθε πτυχή του Βαρωσιού που έζησε και θέλησε να μοιραστεί μαζί μας η συγγραφέας. Είδα μπροστά μου τον κ. Σάββα τον κτηματομεσίτη, το Memory Shop, την εμβληματική φιγούρα της γιαγιάς της να τρέχει στον δρόμο με την ποδιά, τον πρώτο της έρωτα, το σχολείο της, τους γονείς της.
Η συγγραφέας με έκανε να σκεφτώ ακόμα κάτι σημαντικό. Στα διηγήματά της καταδεικνύει πως ο πραγματικός πόλεμος ξεκινά μετά τη λήξη των πολεμικών επιχειρήσεων. Αυτός ο πόλεμος, μας λέει έμμεσα η συγγραφέας, λαμβάνει χώρα στο πεδίο της μνήμης και της ιστορίας, εκεί που τα λόγια μάχονται με τη σιωπή, οι υπόγειες ερμηνείες με τις επίσημες αφηγήσεις, οι ατομικές αλήθειες με τα εθνικά στερεότυπα.
Υπό αυτήν την έννοια θα έλεγα ότι με αυτό της το βιβλίο η Βίβιαν Αβρααμίδου - Πλούμπη συνεισφέρει με τη σειρά της σε εκείνη τη μεταπολεμική λογοτεχνική γενιά διαπραγμάτευσης «του Κυπριακού» που έχει μια λιγότερο στρατευμένη, πιο ανθρώπινη, αφήγηση. Τα πρόσωπα στις ιστορίες της δεν είναι αλάθητοι υπερήρωες ή προδότες, είναι κανονικοί άνθρωποι, οι συγγενείς μας, οι φίλοι μας, εμείς.
Γιατί να βάλουμε τον εαυτό μας σε αυτήν τη δύσκολη διαδικασία; Είναι πολύ επώδυνη επιλογή το να θυμάσαι, ο πόνος της μνήμης σφάζει. «Η μνήμη όπου κι αν την αγγίξεις πονεί», λέει κι ο ποιητής. Ωστόσο, το να καταφέρεις να θυμηθείς, να σκεφτείς, να χωρέσεις το τραύμα στην προσωπική σου ιστορία, να το αφηγηθείς με λέξεις είναι κατά τη γνώμη μου σωτηρία.
Ξέρω ότι θα ακουστεί κάπως παράδοξο αυτό που θα πω αλλά στην Κύπρο υπήρξε στρατευμένο συναίσθημα, πολιτική εργαλειοποίηση του πόνου των ανθρώπων. Τα διηγήματα της Βίβιαν φέρνουν στο προσκήνιο το αίτημα για κατανόηση του τραυματικού παρελθόντος με έναν τρόπο διαφορετικό από αυτόν που βλέπουμε στις επίσημες τελετές, που μοιάζουν με τυπικές, στημένες τελετουργίες. Σαν να μην μας άφησαν να κλάψουμε για όσα μας πόνεσαν. Δεν τα διηγηθήκαμε με τα δικά μας λόγια, αλλά τ' άλλα τα επίσημα.
Η σπουδαία φιλόσοφος Χάνα Άρεντ κάνει μια διάκριση μεταξύ παθολογικού συναισθηματισμού και συγκίνησης/ορθολογισμού. Στον αντίποδα του λαϊκισμού, που είναι ο ακραίος συναισθηματισμός, δεν βρίσκεται η ορθολογικότητα, γράφει η Χάνα Άρεντ. Γράφει πως «για να αντιδράσει κανείς λογικά, πρέπει πρώτα από όλα να συγκινηθεί και το αντίθετο του «συγκινησιακού» δεν είναι το «ορθολογικό», ό,τι κι αν σημαίνει αυτό, αλλά η ανικανότητα για συγκίνηση ή ο συναισθηματισμός που είναι μια διαστροφή του συναισθήματος. Έτσι, ο λαϊκισμός καταφέρνει να δημιουργήσει δύο αλληλοσυνδεόμενες συνθήκες: απουσία πραγματικής συγκίνησης και έναν ακραίο σχεδόν παθολογικό συναισθηματισμό. Και οι δύο εγγυώνται την παράλυση κάθε πολιτικής δράσης, την πλήρη ακινησία και τον εγκλωβισμό στην επανάληψη της ίδιας ιστορίας».
Ο μόνος τρόπος να σωθούμε από την αέναη καταδίκη της επανάληψης, όπου το κάθε μέλλον είναι όμοιο με το παρελθόν και ο άνθρωπος ένας τραγικός ήρωας, έρμαιο της μοίρας και όχι υπεύθυνος για την τύχη και τη ζωή του είναι να συγκινηθούμε πραγματικά και μετά να σκεφτούμε λογικά και γενναία. Η συλλογή διηγημάτων της Βίβιαν μας συν+κινεί να αντιδράσουμε στα τραυματικά γεγονότα και να μην ξεχάσουμε.
Το Βαρώσι δεν θα ξεχαστεί - όπως συμβαίνει με όλα τα τραύματα, θα συνεχίσει να καθορίζει το μέλλον μας μέσα από τη συλλογική ενοχή, τον φόβο και το άγχος για όσα κάναμε ή δεν κάναμε, με άμεση ή έμμεση συμμετοχή. Είναι και μια σπουδαία κατάθεση για τις επόμενες γενιές.
Πολιτική Δημοσίευσης Σχολίων
Οι ιδιοκτήτες της ιστοσελίδας www.politis.com.cy διατηρούν το δικαίωμα να αφαιρούν σχόλια αναγνωστών, δυσφημιστικού και/ή υβριστικού περιεχομένου, ή/και σχόλια που μπορούν να εκληφθεί ότι υποκινούν το μίσος/τον ρατσισμό ή που παραβιάζουν οποιαδήποτε άλλη νομοθεσία. Οι συντάκτες των σχολίων αυτών ευθύνονται προσωπικά για την δημοσίευση τους. Αν κάποιος αναγνώστης/συντάκτης σχολίου, το οποίο αφαιρείται, θεωρεί ότι έχει στοιχεία που αποδεικνύουν το αληθές του περιεχομένου του, μπορεί να τα αποστείλει στην διεύθυνση της ιστοσελίδας για να διερευνηθούν. Προτρέπουμε τους αναγνώστες μας να κάνουν report / flag σχόλια που πιστεύουν ότι παραβιάζουν τους πιο πάνω κανόνες. Σχόλια που περιέχουν URL / links σε οποιαδήποτε σελίδα, δεν δημοσιεύονται αυτόματα.