Η σημερινή τηλεδιάσκεψη του επιτρόπου Ενέργειας και Στέγασης, Νταν Γιόργκενσεν, με τους υπουργούς Ενέργειας της Κύπρου και της Ελλάδας, Γιώργο Παπαναστασίου και Σταύρου Παπασταύρου, αποτελεί την πιο ηχηρή προσπάθεια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για να προχωρήσει το έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας-Κύπρου, Great Sea Interconnector (GSI).
Η μεταβίβαση, την περασμένη Παρασκευή, των αδειών ιδιοκτήτη και διαχειριστή του GSΙ στον φορέα υλοποίησης του έργου (ΑΔΜΗΕ), με απόφαση της ΡΑΕΚ που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, μπορεί να έλυσε ένα ρυθμιστικό πρόβλημα αλλά όχι και το πρόβλημα συνολικά.
Η πορεία του έργου βρίσκεται κυριολεκτικά σε ένα κρίσιμο σημείο και οι εξελίξεις των επόμενων ημερών θα κρίνουν αν το έργο θα γίνει. Ο «Π» αντιλαμβάνεται ότι το βάρος πέφτει στην κυπριακή πλευρά και ειδικά, όπως θα εξηγήσουμε παρακάτω, στον υπουργό Οικονομικών, Μάκη Κεραυνό.
Οι αποφάσεις που πρέπει να ληφθούν είναι στην πράξη μία, η εκταμίευση των €25 εκατ. προς τον ΑΔΜΗΕ, από την οποία εξαρτάται η ροή των πληρωμών προς τον κατασκευαστή του καλωδίου, τη NEXANS. Αν η παραγγελία ακυρωθεί στην πραγματικότητα θα ακυρωθεί και το έργο.
Πρόσθετα, οι αποφάσεις δεν θα καθορίσουν μόνο την πορεία του έργου αλλά και τη διατήρηση ή όχι σειράς αποκλίσεων και εξαιρέσεων που έχει εξασφαλίσει η Κύπρος από την ευρωπαϊκή νομοθεσία για την αγορά ενέργειας. Αυτές οι αποκλίσεις δόθηκαν επειδή το ηλεκτρικό σύστημα της χώρας είναι απομονωμένο. Η άρση των εξαιρέσεων θα έχει αρνητικό αντίκτυπο στις τιμές της ενέργειας και δυνητικά επηρεάζει και την ΑΗΚ (διαχωρισμός λειτουργίας). Αν στα μάτια της Επιτροπής η ευθύνη της ακύρωσης του GSI, ένα έργο που αίρει την απομόνωση, ανήκει στην Κύπρο, η ανανέωση των εξαιρέσεων δεν θα είναι μια τυπική διαδικασία.
Πρόσθετα, η πιθανή απώλεια της ευρωπαϊκής χρηματοδότησης ύψους €657 εκατ., σε συνδυασμό και με την αναστολή της χρηματοδότησης για το Βασιλικό, θα αυξήσει σημαντικά τον βαθμό δυσκολίας για τη διεκδίκηση χρηματοδοτήσεων για άλλα μεγάλα έργα του κράτους. Η αξιοπιστία της χώρας θα πληγεί.
Ραντεβού στη Λευκωσία
Πέρα από τη σημερινή τηλεδιάσκεψη, η Επιτροπή θα επιδιώξει επαφές και στη Λευκωσία και σε επίπεδο υπουργών, με το βάρος να πέφτει στο Υπουργείο Οικονομικών. Σχετικές παραστάσεις έγιναν από την αναπληρώτρια γενική διευθύντρια Ενέργειας, Mechthild Wörsdörfer, και τον διευθυντή της ίδιας Γενικής Διεύθυνσης Likasz Kolinsky.
Στις Βρυξέλλες ενημερώνονται για τις εξελίξεις και τα δημοσιεύματα του Τύπου για το έργο και ο «Π» πληροφορείται ότι οι υπηρεσιακοί παράγοντες που χειρίζονται το έργο αδυνατούν να κατανοήσουν τη στάση της κυπριακής κυβέρνησης, η οποία σε επίπεδο ρητορικής τάσσεται υπέρ του έργου αλλά δεν υλοποιεί τις δεσμεύσεις που έχει λάβει, όπως αυτές καταγράφονται στο Μνημόνιο Συναντίληψης της 20ής Σεπτεμβρίου του 2024. Το Μνημόνιο προβλέπει την καταβολή των €25 εκατ. ανά έτος για πέντε έτη ως συμμετοχή της Κύπρου στη χρηματοδοτική δομή του GSI. Η Επιτροπή θα ήθελε η εκταμίευση να είχε προχωρήσει από τον Σεπτέμβριο.
Η επίμαχη εκκρεμότητα, η εκταμίευση των €25 εκατ. προς τον ΑΔΜΗΕ από τον κρατικό προϋπολογισμό για τις δαπάνες που έχουν πραγματοποιηθεί το 2025, είναι καθοριστική για την εκτέλεση του έργου και δεν μπορεί να μπει σε αναστολή. Η σκέψη είναι ότι, ανεξάρτητα από τις όποιες επιφυλάξεις έχει η Λευκωσία, η μη εκπλήρωση υποχρεώσεων οδηγεί σε ακύρωση του έργου, οριστική απώλεια της ευρωπαϊκής χορηγίας και ανάκτηση όσων χρημάτων έχουν δαπανηθεί.
Οι υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής έχουν αντιληφθεί ότι η εκταμίευση περνά από το Υπουργείο Οικονομικών και ο «Π» αντιλαμβάνεται ότι θα επιδιωχθεί συνάντηση υψηλόβαθμων στελεχών της αρμόδιας Γενικής Διεύθυνσης Ενέργειας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με τον Μάκη Κεραυνό προκειμένου να καταλάβουν και οι ίδιοι ποια είναι η θέση του ίδιου και της Δημοκρατίας και να του αναπτύξουν τα πλεονεκτήματα και τα οφέλη του έργου για τη χώρα. Συνεπώς, η πίεση πέφτει προς την πλευρά του υπουργού Οικονομικών, ο οποίος καλείται να εξηγήσει, αυτή τη φορά στην Επιτροπή, τις ενστάσεις και τις ανησυχίες που έχει εκφράσει για το έργο.
Η Επιτροπή από την περασμένη εβδομάδα έχει δημοσιοποιήσει τι αναμένει από τα εμπλεκόμενα μέρη και ουσιαστικά από την Κύπρο. Εκπρόσωπος της Επιτροπής, απαντώντας σε ερώτηση του ΚΥΠΕ, ανέφερε πως «προσδοκούμε όλες οι πλευρές να δεσμευτούν για την ταχύτερη δυνατή υλοποίηση του έργου. Κατά βάση, οποιαδήποτε περαιτέρω καθυστέρηση είναι προς ζημία των ίδιων των εμπλεκόμενων μερών (...) η ευθύνη ανήκει σε όλους τους εμπλεκομένους να τιμήσουν τις δεσμεύσεις τους». Για την Επιτροπή το έργο αποτελεί προτεραιότητα υψηλής στρατηγικής σημασίας. «Συνεχίζουμε να κάνουμε ό,τι περνά από το χέρι μας για να εξασφαλίσουμε την υλοποίησή του (...) η ενίσχυση των ηλεκτρικών διασυνδέσεων βοηθά στη μείωση των τιμών ενέργειας, επιτρέποντας την ομαλότερη ενσωμάτωση ανανεώσιμων πηγών στο σύστημα».
Η Επιτροπή εντάσσει τον GSI στον συνολικότερο σχεδιασμό της για την υποχώρηση των τιμών της ενέργειας και την αύξηση της διείσδυσης των ΑΠΕ στο μίγμα της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρώπη. Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, στην ομιλία της για την κατάσταση της Ένωσης στην ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, τον Σεπτέμβριο, αναφέρθηκε στις «Ενεργειακές Λεωφόρους» (Energy Highways) και στην άρση των οκτώ «σημείων συμφόρησης» στα ευρωπαϊκά δίκτυα ηλεκτρισμού, ένα από τα οποία είναι η Κύπρος, που παραμένει πλήρως απομονωμένη ηλεκτρικά από την ενιαία αγορά της Ε.Ε.
Οι εξαιρέσεις
Η Κύπρος έχει λάβει στοχευμένες ευρωπαϊκές παρεκκλίσεις/εξαιρέσεις λόγω της μη διασύνδεσής της με το ευρωπαϊκό ηλεκτρικό σύστημα και της απουσίας εγχώριας αγοράς φυσικού αερίου, που επηρεάζουν τόσο την οργάνωση της αγοράς ηλεκτρισμού όσο και το καθεστώς της αγοράς αερίου και προσωρινά μέτρα κρίσης. Σε ό,τι αφορά την αγορά ηλεκτρισμού, οι παρεκκλίσεις αφορούν τον Κανονισμό 2019/943 για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας μέχρι να συνδεθεί το σύστημα μεταφοράς της με άλλο κράτος μέλος.